Sunday, April 22, 2007

Μετακόμιση

Μετακόμισα εδώ γιατί βαρέθηκα τα templates της Blogger. Από τότε που έγινε New Blogger δε μπορούσα να αλλάξω σχεδόν τίποτε. Άσε που όλα τα templates ήταν βαρετά. 
Θάνο είχες δίκιο, τελικά. 
Από σήμερα Wordpress λοιπόν αν και δεν έχω μεταφέρει ακόμη 
όλους τους συνδέσμους.

Tuesday, April 17, 2007

Κωνσταντίνα Δελημήτρου – Η Ψιλικατζού


Διάβασα αυτό το βιβλίο και ομολογώ ότι με τράβηξε το εξώφυλλο και ο τίτλος. Ήξερα το μπλογκ, το διαβάζω, αλλά δε θα το αγόραζα αν ήταν μόνο ιστορίες από το ημερολόγιο κάποιου. Όχι απλώς δε με απογοήτευσε αλλά με ενθουσίασε. Και τώρα θα το ξανααγοράσω για τις φίλες μου: στη μία γιατί νομίω θα την αγγίξει το θέμα του απιδιού και στην άλλη που ζει στον Καναδά για να δει μια εικόνα της Ελλάδας τρομακτική. Γνώρισα από κοντά τη γλυκύτατη συγγραφέα και διαβάζοντας το βιβλίο, είχα την εντύπωση ότι την είχα εκεί απέναντι μου να μου λέει την ιστορία της.

Το βιβλίο διηγείται δύο παράλληλες ιστορίες αυτή ενός ψιλικατζίδικου και των χαρακτήρων του αλλά και ενός ζευγαριού που προσπαθεί να κάνει παιδί και αυτό αποδεικνύεται πιο δύσκολο απ’όσο είχαν νομίζει στην αρχή.

Και στις δύο αφηγήσεις το βιβλίο είναι συγκινητικό. Το ψιλικατζίδικο είναι πρώτης τάξης μέρος για να συναντηθούν όλοι οι σύγχρονοι τύποι που ζουν σε μια μεγαλούπολη, με τα καλά τους και τα κακά τους: ρατσιστές, ψυχοπονιάρηδες, τσιγκούνηδες και γενναιόδωροι, άντρες καμάκια, γκόμενες, πιτσιρίκια, παππούδες και γιαγιάδες. Και η ψιλικατζού τους ψυχαναλύει όλους δεν κάνει εξαιρέσεις πάντα με χιούμορ και καλή διάθεση αλλά και με τσαμπουκά αν χρειάζεται.

Στα άλλα κεφάλαια είναι πιο εσωστρεφής: είναι μια νέα κοπέλα χωρίς προφανή προβλήματα υγείας με ένα αγαπημένο σύντροφο αλλά κάπου εκεί τα πράγματα αρχίζουν να στραβώνουν γιατί το τρίτο μέρος της εξίσωσης, το μωρό δε λέει να έρθει και η ψιλικατζού μας αρχίζει να βυθίζεται στην κατάθλιψη, να φοβάται και να τρέχει από γιατρό σε γιατρό.

Το βιβλίο συνεχίζεται έτσι και δυστυχώς δεν είναι Αμερικάνικη ταινία για να έχει χάπι έντ. Είναι η ζωή η αληθινή.

Νομίζω ότι ο καθένας θα συγκινηθεί διαφορετικά όπως σε κάθε ιστορία άλλωστε. Το διηγούμουν στη Μαρία τη φιλενάδα μου, με μια παρόμοια ιστορία πίσω της και μου ‘λεγε: «Άννα , δε μπορείς να καταλάβεις τι πόνο πέρασα, ήταν το πρώτο πράγμα που σκεφτόμουν κάθε πρωί και το τελευταίο πριν κοιμηθώ το βράδυ». Είναι μερικές φορές που σηκώνεις τα χέρια ψηλά και δεν ξέρεις τι να πεις. Καλύτερα να μην πεις τίποτε, να αγκαλιάσεις τη φίλη σου και να προσπαθείς να της φέρεις καλή τύχη.

Θα έλεγα ότι γενικά είναι ένα απαισιόδοξο βιβλίο όχι τόσο για το θέμα του παιδιού γιατί σε αυτό διαφαίνεται η ελπίδα, οι ήρωες είναι νέοι και θα τα καταφέρουν. Το πιο απαισιόδοξο είναι η Ελλάδα που παρελαύνει στο ψιλικατζίδικο ( μικρόψυχη σε γενικές γραμμές) αλλά και η ζωή ενός νέου ζευγαριού στη μεγάλη πόλη. Εκεί εγώ στενοχωρήθηκα πάρα πολύ. Τη ζούμε όλοι αυτή τη νέα κατάσταση με τις πολλές ώρες εργασίες και τις μικρές αμοιβές. Νομίζω όμως ότι στην Αθήνα, τον Πειραιά, τις πολύ μεγάλες πόλεις οι αδικίες είναι πιο έντονες. Ειδικά στο κεφάλαιο που περιγράφει τη μεγάλη παρέα και πως σιγά σιγά διαλύεται είναι να κλαις πραγματικά.

Το καλύτερο όμως σας το φύλαξα για το τέλος. Κλείνοντας το βιβλίο, υπάρχει σίγουρα μια πικρία (ίσως και μια ενοχή αν εσένα σου έχουν έρθει όλα πιο εύκολα). Υπάρχει και μια χαρά άγρια όμως, μια γλύκα. Βάσανα, βάσανα και δυσκολίες αλλά όλα θα τα αντιμετωπίσουμε αδερφέ γιατί εδώ υπάρχει ένας έρωτας μεγάλος. Και δεν είναι καθόλου κλισέ αυτό καθόλου μελό. Οι ήρωες της ιστορίας μας αγαπιούνται από έφηβοι και είναι μαζί στα πάνω και στα κάτω. Εδώ πράγματι (και ευτυχώς) υπάρχει κάτι από Αμερικάνικη ταινία γιατί οι ήρωες μας είναι κούκλοι (καρατσεκαρισμένο, σας λέω) και ερωτευμένοι και το παλικάρι το καλό παίρνει το άλογο του (ε, καλά τη μηχανή του) και διασχίζει τη μισή Αθήνα σε χρόνο ντε τε για τα χατίρι της αγάπης τους!

Είναι λίγο περίεργο να γράφεις γνωρίζοντας ότι τα όρια ανάμεσα στους ήρωες ενός βιβλίου και τους αληθινούς ανθρώπους είναι δυσδιάκριτα αλλά είναι και πιο ενδιαφέρον βρε παιδί μου.

Saturday, April 14, 2007

Kurt Vonnegut - Slaughterhouse No 5

Προχθές μετά το σημείωμα που έγραψα εδώ για τον Kurt Vonnegut και επειδή μόλις είχα τελειώσει το άλλο βιβλίο που διάβαζα, έψαξα στα βιβλία μας και το βρήκα το «Σφαγείο Νο 5». Η έκδοση Άθλια πραγματικά, Κάκτος του 1979 όπως βλέπετε και στη φωτό έκανε τότε 40 δραχμές. Μεταφραστικές γκάφες, κακή επιμέλεια ώρες ώρες μοιάζει να μεταφράστηκε κατά λέξη. Τέλοσπαντων όμως, το βιβλίο είναι βιβλίο- σταθμός. Για χρόνια εγώ νόμιζα ότι ήταν επιστημονικής φαντασίας αλλά είναι ένα βιβλίο για τον πόλεμο. Όχι αντιπολεμικό όπως λέει και ο συγγραφέας γιατί οι πόλεμοι δε σταματιούνται με βιβλία δυστυχώς. Μπορεί να έχει μέσα και εξωγήινους και απαγωγή με διαστημόπλοιο αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Το θέμα είναι το παράλογο του πολέμου και τα τραύματα που αφήνει πίσω του. Τόσα που μια ζωή δε φτάνει να τα επουλώσεις.

Για μένα το βιβλίο ήταν μια μικρή αποκάλυψη. Είχα διαβάσει πέρσι το βιβλίο του Joseph Heller “Catch 22” που ήταν επίσης ένα βιβλίο που διαδραματιζόταν στην Ευρώπη στο τέλος του πολέμου. Αυτό το μικρό βιβλιαράκι του Vonnegut είναι το κλειδί για την κατανόηση εκείνου του βιβλίου, Κατά τη γνώμη μου θα’πρεπε να τα πουλάνε μαζί. Διαβάζοντας το, καταλάβαινα τόσα πολλά που είχα χάσει τότε. Και επιπλέον είναι μια καλή εισαγωγή στο ύφος του Heller.

Κάτι άλλο σημαντικό είναι ότι κατάλαβα καλύτερα το άλλο βιβλίο του Vonnegut αυτό με τα δοκίμια. Εκεί μου είχε φανεί ότι λόγω ηλικίας παραληρούσε και πηδούσε από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς συνοχή. Όμως με το Σφαγείο μπήκα στο νόημα και είδα ότι αυτό είναι το στυλ του, μια και προσπαθεί να αποδώσει την τεράστια αμηχανία του μπροστά σε όσα γίνονται στον κόσμο μας.

Εν ολίγοις αυτό το βιβλίο ήταν το δεύτερο που διάβαζα στη σειρά για τον πόλεμο. Το προηγούμενο μέσα από τα μάτια ενός παιδιού κι αυτό μέσα από τα μάτια ενός Αμερικανού στρατιώτη που πιάνεται αιχμάλωτος πολέμου. Ίσως είχα στερέψει από δάκρυα ή πάλι ίσως αυτό το βιβλίο δε θέλει να σε κάνει να κλάψεις. Θέλει να σε κάνει να οργιστείς, να φωνάξεις με το παράλογο που σε περικυκλώνει ακόμη και τόσα χρόνια μετά, να σε κάνει να καθίσεις στο πληκτρολόγιο σου και να γράψεις αυτά που σκέφτεσαι.

Markus Zusak - The Book Thief


Πριν λίγο καιρό καθώς περιπλανιόμουν σε βιβλιοφιλικά μπλογκ έπεσα πάνω σε ένα που μιλούσε για τρία τέσσερα βιβλία τα οποία είχα κι εγώ διαβάσει πρόσφατα και μου άρεσαν. Αισθάνθηκα ότι κάτι με ένωνε με τη συγκεκριμένη γυναίκα κι έτσι αποφάσισα να αγοράσω ένα άλλο βιβλίο που πρότεινε και είχε το μαγικό τίτλο «The Book Thief».

Το βιβλίο έφτασε λίγο μετά (ας είναι καλά το Amazon.uk) και ήταν μια έκπληξη από την αρχή. Κατ’αρχήν είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάζω με αφηγητή το Θάνατο τον ίδιο. Ηρωίδα όμως είναι μια μικρούλα που χάνει όλη της την οικογένεια στη Γερμανία, λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος και υιοθετείται από μια άλλη οικογένεια σε μια μικρή πόλη κοντά στο Μόναχο. Στην αρχή είναι όλα δύσκολα, η νέα της μαμά είναι το στερεότυπο μιας παχιάς Γερμανίδας που φωνάζει πολύ, βρίζει ασύστολα και μαγειρεύει απαίσια. Οι άνθρωποι όμως βρίσκουν την ευτυχία ακόμη και στη μέση του πολέμου ή ίσως ειδικά εκεί έχουν ανάγκη να τη βρουν.

Το βιβλίο είναι γραμμένο απλά, με μικρές κοφτές προτάσεις γιατί προορίζεται για νεανικό/εφηβικό κοινό. Αυτά που λέει όμως είναι τόσο συγκλονιστικά που δε νομίζω να υπάρχει ενήλικος που θα το διαβάσει και θα μείνει ασυγκίνητος. Μιλάμε για πολύ κλάμα. Στην αρχή ντρεπόμουν λίγο, έλεγα «Μπα σε καλό μου, να
κλαίω έτσι μόνο επειδή ένας άνθρωπος συνδύασε με ένα συγκεκριμένο τρόπο μερικές λέξεις!». Μετά απενοχοποιήθηκα πλήρως και έκλαιγα με την ησυχία μου.

Αυτό που με συγκίνησε πιο πολύ απ’όλα ήταν τα μικρά αυτοσχέδια βιβλιαράκια που φτιάχνει ένα άλλος ήρωας για τη Λίζελ. ¨όπως φαίνεται από τον τίτλο τα βιβλία είναι επίσης σημαντικοί χαρακτήρες εδώ. Είναι τα μόνα αντικείμενα που συνδέουν τη μικρή Λίζελ με το παρελθόν της και είναι αυτά που θα της σώσουν τη ζωή.

Ο συγγραφέας ζει στην Αυστραλία και η ιστορία βασίζεται μάλλον σε κάποιες από τις αφηγήσεις της γιαγιάς του που είχε όντως ζήσει στη Γερμανία κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ελπίζω σύντομα να μεταφραστεί και στα ελληνικά.



Thursday, April 12, 2007

Kurt Vonnegut

Πέθανε ο Kurt Vonnegut και στενοχωρήθηκα πολύ. Είχε πέσει πριν λίγες εβδομάδες και έπαθε κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και τελικά υπέκυψε. Όλο λέω θα διαβάσω το "Σφαγείο Νο 5" που θεωρείται το αριστούργημα του και όλο το αναβάλλω. Το μόνο βιβλίο του που έχω διαβάσει είναι το τελευταίο του "Άνθρωπος χωρίς πατρίδα", ένα βιβλίο με δοκίμια. Μου άρεσε όμως η φάτσα αυτού του συγγραφέα, αυτή η χαρά της ζωής που έβγαζε.


Άλλα άρθρα σχετικά: New York Times, Βιβλιογραφία.



Sunday, April 08, 2007

ΕΛΕΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΑΚΗ - Τα Χερουβείμ της Μοκέτας


Ένα μυθιστόρημα –μονόλογος που εξελίσσεται στη διάρκεια μιας μέρας. Η αόρατη αφηγήτρια μας μιλάει για μια γυναίκα, γύρω στα 40, παντρεμένη με τρία παιδιά, νοικοκυρά. Από την αρχή του βιβλίου μέχρι το τέλος παρακολουθούμε τις σκέψεις της όπως αυτές τρέχουν, μερικές φορές χωρίς ειρμό πηδώντας από το ένα θέμα στο άλλο, και σιγά σιγά σχηματίζεται το πορτρέτο αυτής της γυναίκας.

Μανιακή με την καθαριότητα, σε βαθμό υστερίας αλλά εκείνη δεν το παραδέχεται, είναι μια γυναίκα άρρωστη σε κάποιο βαθμό, αναρωτιέται και η ίδια αν πάσχει από κατάθλιψη, η μοναδική της ευχαρίστηση και το μοναδικό πράγμα που κάνει για τον εαυτό της είναι το καθάρισμα του μπάνιου και μετά το μπάνιο της μέσα από ια ολόκληρη ιεροτελεστία που σκοπό έχει να την ηρεμήσει ώστε να κοιμηθεί, γιατί πάσχει και από αϋπνία.

Δε θέλω να πω περισσότερα για την υπόθεση γιατί ίσως χαλάσω την έκπληξη σε όσους αποφασίσουν να το διαβάσουν. Αυτό το βιβλίο το διάβασα μετά από τις Νυχτερίδες της Κιτσοπούλου, κι ενώ εκείνο κυλούσε πολύ γρήγορα αυτό στην αρχή με κούρασε. «Μα, έτσι θα το πάει;» έλεγα. Ναι έτσι το πάει και αργά αλλά σταθερά αρχίζεις να μπαίνεις στο μυαλό αυτής της γυναίκας και να βλέπεις διάφορες αποκαλύψεις που δε φανταζόσουνα στην αρχή και μετά εγώ κόλλησα και δεν μπορούσα να το αφήσω το βιβλίο. Ένα θα σας πω, χθες ήταν Μεγάλο Σάββατο και είχα ένα σκασμό δουλειές αλλά στο ενδιάμεσο το έπιανα για λίγο, το κρατούσα ενώ έβραζε η μαγειρίτσα κι ενώ περίμενα να πάει εντεκάμιση η ώρα και να πάμε στην εκκλησία.

Μου άρεσε που κυλάει αργά αλλά νευρωτικά μοιάζει πράγματι με ψυχολογικό θρίλερ που όσο περνάει η ώρα τόσο καταλαβαίνεις πόσο διαταραγμένος είναι ο ήρωας. Κάνει βέβαια κάποιες παρατηρήσεις που τρομάζουν με τη στερεότητα τους όπως αυτά που λέει για το τι θεωρείται νορμάλ στην εποχή μας και για τις σχέσεις με τα παιδιά της, και σε βάζει συνέχεια να αναρωτιέσαι μήπως είμαι κι εγώ σαν κι αυτή και δεν το έχω καταλάβει; (έχω κι εγώ μια μανία με τα βετέξ και μ’ένα ειδικό υγρό καθαρισμού αλλά ευτυχώς το ξεπέρασα τώρα).
Άλλα κείμενα για το βιβλίο:
Δημοσθένης Κούρτοβικ - H λαίδη Mάκβεθ της λάτρας
Ελισάβετ Κοτζιά - Άψογη συνέχεια
Αναγνώστρια - Τα Χερουβείμ της Μοκέτας

Τώρα που γράφω είναι Κυριακή του Πάσχα, πρωί, με ξύπνησε η μυρωδιά της τσίκνας. Εδώ οι άνθρωποι ψήνουν παντού, στα πεζοδρόμια, τις πιλοτές, στα πάρκιν, στις αυλές (όσες έχουν μείνει). Καλημέρα και Χρόνια Πολλά!

ΛΕΝΑ ΚΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ - Νυχτερίδες


Ένα σύντομο βιβλίο με διηγήματα, που διαβάζεται απνευστί σε μια ώρα μέσα και αποτυπώνει ιστορίες της σύγχρονης ζωής μας σε χωριά και πόλεις.
Κρύβουν εκπλήξεις αυτά τα μικρά αφηγήματα που δεν τις λέω για να μην το χαλάσω. Εκεί που λες ότι ξέρεις για ποιο πράγμα μιλάει εκεί σου πετάει μια ανατροπή και σε κάνει να χαμογελάς, να σκας στα γέλια ή να δακρύζεις, ανάλογα. Ειδικά τα κείμενα που σατιρίζουν κάποιους πολύ καθημερινούς τύπους που όλοι γνωρίζουμε αυτά είναι πολύ καλά.
Γενικά όμως αυτό που μου άρεσε είναι ότι αποτυπώνουν μια αμηχανία μπροστά σε σοβαρές στιγμές. Νιώθω ότι την καταλαβαίνω αυτή τη συγγραφέα. Είναι μια κοπέλα σαν κι εμένα περίπου (πιο ξανθιά, πιο αδύνατη) αλλά γεννημένη το 71, θέλει να πει κάτι. Ψάχνει κι αυτή ίσως το μεγάλο θέμα (που ΄λεγε κι ο Μέλβιλ) αλλά εν τω μεταξύ λέει «ας γράψω αυτά τα λίγα γιατί θα σκάσω βρε παιδί μου». Το διήγημα που μου άρεσε πιο πολύ ήταν το «Αθήνα, εννέα Δεκεμβρίου» γιατί αποτύπωσε με μεγάλη ακρίβεια τις εσωτερικές σκέψεις του ήρωα και τα σκαμπανεβάσματα.

Thursday, April 05, 2007

HERMAN MELVILLE - Moby Dick

Στην Αμερική, τη μεγάλη, παράξενη, περήφανη, εργατική, τεμπέλικη, άξεστη, προχωρημένη Αμερική, των μεγάλων αυτοκινήτων και των ψηλών κτιρίων, του γρήγορου φαγητού και της μαύρης μουσικής, της απεργίας και της εκμετάλλευσης, των όπλων και του κινηματογράφου, στην Αμερική λοιπόν φύεται το μεγάλο Αμερικάνικο μυθιστόρημα με σημαντικότερο ίσως εκφραστή του τον Χέρμαν Μέλβιλ. Εκεί στην πατρίδα του, στις Αγγλικές φιλολογίες διδάσκουν Μέλβιλ και Μόμπι Ντικ για ένα ολόκληρο εξάμηνο. Αλλά τι ξέρουν βρε παιδί μου αυτά τα Αμερικανάκια από τέχνη; Και τι βρίσκουν άραγε να λένε για ένα ολόκληρο εξάμηνο για ένα βιβλίο; Εδώ εμείς ένα κομμάτι για το μπλόγκ μας δε μπορούμε να γράψουμε. Αφήνω λοιπόν να τα πει ο Χέρμαν που τα λέει και καλύτερα από μένα:

Για τη συνείδηση:
«Έχει, νομίζω, αυτό που μερικοί στεριανοί το λένε συνείδηση . είναι ένα είδος νευρικού τικ στο πρόσωπο, έτσι λένε – χειρότερο από τον πονόδοντο. Καλά, καλά σύμφωνοι δεν ξέρω τι είναι, αλλά ο Θεός να με φυλάει να μην κολλήσω.»

Για την παράδοση:
(Το κουφάρι της φάλαινας έχει βυθιστεί και δεν είναι επικίνδυνο πια αλλά τα πλοία που περνάνε από κει σημειώνουν την περιοχής το ημερολόγιο ως εξής: Κοπάδια ψαριών, βράχια και ξέρες εδώ γύρω προσοχή!.
Έτσι για ολόκληρα χρόνια μετά είναι ενδεχόμενο τα πλοία να αποφεύγουν παρακάμπτοντας το μέρος αυτό όπως κάνουν τα ανόητα πρόβατα που πηδούν πάνω από κάτι ανύπαρκτο, γιατί ο μπροστάρης τους πήδηξε αυτό το μέρος αρχικά, όταν κάποιο κομμένο κλαδί εμπόδιζε το δρόμο. Ιδού λοιπόν ο εθιμικός μας νόμος, ιδού η χρησιμότητα των παραδόσεων ιδού η ιστορία της αιώνιας επιβίωσης των παμπάλαιων δοξασιών και πεποιθήσεων που δεν είχα ποτέ κάποιο έρεισμα πάνω στη γη και κείνων που δεν κυκλοφορούν ακόμη στον αέρα! Ιδού η ορθοφροσύνη!

Για τους καλούς και τους κακούς
«Σ’αυτόν τον κόσμο συνάδελφοι η αμαρτία που πληρώνει τα ναύλα της μπορεί να ταξιδεύει ελεύθερα και μάλιστα χωρίς διαβατήριο: ενώ η Αρετή, αν είναι άπορη, τη σταματούν σ’όλα τα σύνορα».

Για το πώς μας λείπει ό,τι δεν έχουμε
« γιατί για να χαρείς αληθινά τη ζεστασιά του κορμιού, κάποιο κομματάκι σου πρέπει να κρυώνει, γιατί δεν υπάρχει ιδιότητα σε αυτό τον κόσμο που να μην είναι αυτή που είναι μόνο επειδή υπάρχει και η αντίθετη».

Για τα «μεγάλα μυαλά»
(το φαλαινοθηρικό έχει πιάσει μια φάλαινα την οποία έχει δέσει από τη μια πλευρά του πλοίου Φυσικά γέρνει επικίνδυνα, έτσι πιάνει άλλη μία και τη δένει απ΄την άλλη πλευρά για να ισορροπήσει)
…τώρα από το αντίβαρο που δημιουργούσαν τα δυο κεφάλια είχε ξαναγυρίσει [το πλοίο] στην κανονική του θέση και δεν έγερνε πια. Αν και δικαιολογημένα κανείς θα μπορούσε να πιστέψει πως ήταν έτοιμο κυριολεκτικά να σπάσει. Έτσι λοιπόν όταν σηκώνεις από τη μια πλευρά το κεφάλι του Λοκ, γέρνεις προς το μέρος του. Αν σηκώνεις όμως ταυτόχρονα από την άλλη μεριά το κεφάλι του Κάντ, ξανάρχεσαι στην κανονική θέση. Είσαι όμως σε πολύ άθλια κατάσταση πια. Έτσι λοιπόν μερικά μυαλά ισορροπούν διαρκώς τη βάρκα. Ω ανόητοι, πετάξτε όλα αυτά μεγάλα κεφάλια στη θάλασσα και θα πλέετε τότε ανάλαφρα και σωστά.

Για τον Πλάτωνα
(Ένας νάυτης έχει χωθεί μέσα στο τεράστιο κεφάλι της φάλαινας γεμάτο με λάδι που με τη σειρά του βυθίζεται στο νερό. Ένας άλλος βουτάει και με μια γενναία προσπάθεια τον σώζει από βέβαιο θάνατο).

«Αν πάλι ο Τάστιγκο έχανε τη ζωή του μέσα σε κείνο το κεφάλι, θα ήταν ένας πολύ σπουδαίος θάνατος. Θα πέθαινε πνιγμένος στο πιο άσπρο και νόστιμο ευωδιαστό σπερματσέτο. Θα είχε σαν φέρετρο σα νεκροκρέβατο και σαν τάφο τον κρυφό εσωτερικό θάλαμο τα «άγια των αγίων» της φάλαινας. Μόνο ένα γλυκύτερο τέλος μου’ρχεται στο μυαλό αυτή τη στιγμή – ο απολαυστικός θάνατος ενός μελισσοκόμου στο Οχάιο, που, ψάχνοντας για μέλι στη διχάλα ενός κούφιου δέντρου, βρήκε ένα τόσο μεγάλο απόθεμα, που, σκύβοντας από πάνω πάρα πολύ, τον ρούφηξε εκείνο το μέλι μέσα του με αποτέλεσμα να πεθάνει βαλσαμωμένος. Σκέφτεστε άραγε πόσοι έπεσαν με παρόμοιο τρόπο, μες το κεφάλι του Πλάτωνα που είναι γεμάτο από μέλι, και χάθηκαν εκεί μέσα γλυκά;»

Για την 25η Μαρτίου
«Τα μεσάνυχτα έβραζε το λίπος στα καζάνια κανονικά. Είχαμε ξεφορτωθεί το κουφάρι της φάλαινας, είχαν σηκωθεί τα πανιά και ο άνεμος δυνάμωνε….Το φλεγόμενο πλοίο συνέχιζε την πορεία του, σα να’χε λάβει την απάνθρωπη εντολή να φέρει σε πέρας κάποιο εκδικητικό έργο. Όπως ακριβώς τα μπρίκια του τολμηρού Υδραίου, του Κανάρη – εξορμώντας τα μεσάνυχτα από τα λιμάνι τους, φορτωμένα με κατράμι και θειάφι κι έχοντας φλόγες πελώρια αντί για πανιά, έπεφταν πάνω στις τουρκικές φρεγάτες, τυλίγοντας εκείνα τα πλοία με καταστροφικές φωτιές.

Για τα ζώδια
« ένα Λιοντάρι που βρυχάται υπάρχει στο δρόμο – μας δαγκώνει άγρια καναδυό φορές και μας δίνει λίγα ανόρεχτα χτυπήματα με το ποδάρι του. Ξεφεύγουμε από δαύτο και καλωσορίζουμε τη Virgo, την Παρθένο! Είναι η πρώτη μας αγάπη. Παντρευόμαστε και θαρρούμε πως είμαστε ευτυχισμένοι για πάντα, όταν έρχεται απρόσμενα ο Libra ή ο Ζυγός – ζυγίζουμε την ευτυχία και τη βρίσκουμε λειψή…»



Αυτά και άλλα πολλά είπε ο παππούς Χέρμαν και με καθήλωσε για ένα μήνα ακριβώς. Δε μπορώ να γράψω «κριτική» γι αυτό το βιβλίο (μάλλον για κανένα), εδώ γράφω τις ιστορίες των βιβλίων και πώς τα διάβασα. Σας συμβαίνει όμως κι εσάς τα βιβλία να ταυτίζονται με τη ζωή σας; Να βρίσκετε κρυμμένα νοήματα που σας βοηθούν εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, να διαβάζετε ας πούμε το κεφάλαιο LXIX με τίτλο «Κηδεία» και την άλλη μέρα να πρέπει να πάτε σε μία;
Έπειτα είναι κι άλλη μια ιστορία που κρύβεται στην ανάγνωση αυτού του βιβλίου: αποφασίσαμε να το διαβάσουμε μαζί με τη φίλη μου τη Σοφία για να το σχολιάζουμε και να το συζητάμε. Δεν μπορούσα να περιμένω να έρθει η αγγλική έκδοση και δανείστηκα την ωραία ελληνική έκδοση των εκδόσεων Gutenberg, από ένα φίλο, το Σταύρο.

Ο Σταύρος τώρα είναι ένας νησιώτης, ένας Πατηνιός, ψηλός και όμορφος (θυμίζει λίγο ναυτικό, έτσι λιγομίλητος και αγέρωχος) που από έρωτα βρέθηκε εδώ στην ηπειρωτική Λάρισα. Τον πρώτο καιρό δε μπορούσε με τίποτα να συνηθίσει την καρακαμπίλα και ευτυχώς οι φίλοι τον πήγαιναν μέχρι το Βόλο για να μυρίσει λίγο θαλασσινό αεράκι. Στο βιβλίο του κρατούσε και κάποιες καίριες σημειώσεις έτσι διαβάζοντας το τώρα κι εγώ είναι σαν να πατάω στα βήματα του, σαν να με καθοδηγεί.

Saturday, March 24, 2007

Διάφορα πάλι

Δεν μπορώ να γράψω, έχω μπλοκάρει, διαβάζω όμως, τον τελειώνω το Μόμπι τον καλό μου φίλο, τον διαβάζω στο κολυμβητήριο που πάω την κόρη μου και φαντάζομαι μια τεράστια φάλαινα να ξεπηδάει απ’το νερό και να καταβροχθίζει τους «κακούς» προπονητές.

Διαβάζω αρθράκια διάφορα που μ’αρέσουν και κατ’απαίτηση των αναγνωστών (Τι κάνεις Βίκυ; Καλά;) αυτού του μπλογκ σας τα παραθέτω.

Πρώτον: αφιερωμένο σε όσους δεν διαβάζουν (Τάσο aka Καλτσόβρακο και Μανώλη a.k.a McManus, αλλά και Γιάννη Χάρη για σας το λέω) το παρακάτω άρθρο από τους Times με το τοπ τεν των βιβλίων που οι άνθρωποι παρατάνε. Κι ακόμα ένα αρθράκι που απενοχοποιεί όσους δε διαβάζουν τα βιβλία που όλοι λένε ότι έχουν διαβάσει το πιο καλό κομμάτι το εξής : "Perhaps we need a little less guilt and one-upmanship in this enterprise of reading. Let's openly acknowledge that there are a library of ways to read, and that, being humans, we are somewhat prone to forgetting, imagining, delaying, and even not doing. If we were a little more open and honest about what we haven't read, and if our colleagues were a little less judgmental and sanctimonious, we might loosen the harness of guilt that holds us back from actually picking up some book we've forsaken in the past. Who knows? Admitting that we don't read might actually help us to read again".

Δεύτερον: Μια και πρόσφατα έγραφα για το πώς δουλεύει ο εγκέφαλος και τη γνωσιακή επιστήμη ένα άρθρο από το Wired για το πώς τα παιχνίδια ίσως να μην είναι τόσο κακά τελικά. Αγαπημένο απόσπασμα αυτό εδώ που εξηγεί μια άσκηση: Βλέπουμε στην οθόνη του υπολογιστή μας λέξεις που αναφέρονται σε χρώματα αλλά γραμμένες με διαφορετικό χρώμα από αυτό που δηλώνουν. Κάπως έτσι δηλαδή: κίτρινο. Στα πρώτα δέκα χρώματα έχουμε τον έλεγχο αλλά μετά από λίγο ο εγκέφαλος γίνεται ζελέ και άστα να πάνε.

Τρίτον: στο προηγούμενο ποστ σας έγραφα για τους Night On earth που άκουσα εδώ στη μικρή μας Λάρισα. Σήμερα στο Κ της Καθημερινής εξώφυλλο η – φοβερή φωνή – Σοφία Σαρρή. Μπράβο Σοφία, και εις ανώτερα!

Wednesday, March 14, 2007

Miscellaneous

  • Διαβάζω το Moby Dick στα ελληνικά. Δεν έχω πολύ χρόνο και το διαβάζω αργά. Θα μου πάρει δυο-τρεις βδομάδες να το τελειώσω. Μέχρι στιγμής είμαι ενθουσιασμένη. Μόλις ξεκίνησαν για το ταξίδι τους αλλά η περιγραφή του νησιού, των διαφόρων χαρακτήρων είναι απολαυστική. Ιδιαίτερα με έχει εντυπωσιάσει ο φίλος του Ίσμαελ, από κάποιο μικρό νησί του Ειρηνικού. Ο Μέλβιλ περιγράφει τους διάφορους ανθρώπους με τέτοια ακρίβεια που νομίζεις ότι περνάς δίπλα τους και τους ακουμπάς. Άσε που οι άνθρωποι ελάχιστα αλλάζουν και μπορείς να βρεις περιγραφές τύπων που νομίζεις ότι είναι σημερινοί. Αλλά έτσι συμβαίνει με όλους τους μεγάλους συγγραφείς.
  • Πήγα χθες σε μια συναυλία. Η Dayna Kurtz και οι Night on Earth. Δεν ήξερα τίποτε για τους καλλιτέχνες πέρα από αυτά που διάβασα στο πρόγραμμα με αποτέλεσμα άλλα να περιμένω και άλλα να βρω. Το πρώτο σετ ήταν των Night on Earth οι οποίοι παίζουν ένα είδος τριπ χοπ. Πολύ λυπημένη μουσική και τα φωνητικά βγάζουν πολύ έντονα συναισθήματα. Όταν άνοιξε το στόμα η τραγουδίστρια Σοφία Σαρρή ήταν μια έκπληξη. Μια φωνή που δεν περίμενες από αυτό το μικροκαμωμένο σώμα. Ειδικά όταν είπε ένα Ισπανικό τραγούδι το Llorando πραγματικά σου ερχόταν να κλάψεις. Εδώ είναι το λινκ για τραγούδια τους στο mySpace. Μετά εμφανίστηκε η Dayna που εγώ νόμιζα ότι θα τραγουδούσε jazz άλλά ήταν τελικά πιο πολύ φολκ με άρωμα country. Το πρώτο τραγούδι που είπε λεγόταν Venezuela και μιλούσε για ένα παράξενο όνειρο που είχε δει. Αυτό το τραγούδι μου έχει μείνει από χθες και κυκλοφορεί στο μυαλό μου. Ήταν τόσο υπέροχο που ακόμη κι αν είχαν πει μόνο αυτό θα άξιζε το εισιτήριο. Εδώ το λινκ στο mySpace κι εδώ το επίσημο site. Τα τραγούδια της γενικά πολύ λυρικά, πολύ εξομολογητικά, πολιτικά μιλάνε για τον έρωτα βέβαια (where did you go, love?) για τη θρησκεία (την απασχολεί πολύ παρόλο που δεν πιστεύει), για όσα μας κάνουν να μετανιώνουμε για τις αγαπημένες της πόλεις (Νέα Υόρκη, Νέα Ορλεάνη).
  • Με κάλεσαν και σε δεύτερο παιχνίδι. Ήταν να μην αρχίσω τα παιχνίδια, τώρα θα παίζω συνέχεια. Αλλά αυτό μου θυμίζει κάτι που κάναμε με το διπλανό μου τον Τάσο στο Λύκειο οπότε δεν μπορώ παρά να υποκύψω. Έπρεπε να γράψω κάτι που να περιλαμβάνει τις εξής 5 λέξεις : ανακεφαλαιώνω, γραμμάτιο, Θεσσαλονίκη, υπεκφυγή, αυτοβιογραφία και έγραψα το εξής:
    "Γραμμάτιο για το εξοχικό, γραμμάτιο για το τζίπ, για την τηλεόραση πλάσμα, για την καφετιέρα εσπρέσο, για κάτι κολώνιες από το Χόντο, για το καινούριο κινητό του γιου σου και ύστερα μου λες «δε μπορούμε να πάμε στο Παρίσι, άντε μέχρι τη Θεσσαλονίκη αν θες, και πολύ σου είναι». Υπεκφυγές, μωρό μου, υπεκφυγές. Βαριέσαι να σηκωθείς απ’την πολυθρόνα μπροστά στον υπολογιστή και γράφεις την αυτοβιογραφία σου στα μπλογκ 10 ώρες την ημέρα. Τι γράφεις ήθελα να ΄ξερα; Αφού δε βιώνεις τίποτε πια, καημένη. «Ανακεφαλαιώνω», μου λες «τη ζωή που δεν έζησα».

Wednesday, March 07, 2007

ΜΠΑΡΥ ΑΝΣΓΟΥΩΡΘ – Θρησκευτικό Δράμα (Εκδόσεις Νεφέλη)

Ένα παράξενο βιβλίο. Ένα βιβλίο για τη γέννηση του σύγχρονου θεάτρου όπως το ξέρουμε. Διαδραματίζεται στην Αγγλία γύρω στο 1370 και πρωταγωνιστεί μια ομάδα θεατρίνων. Εκείνη την εποχή όταν οι άνθρωποι έλεγαν θέατρο εννοούσαν κυρίως αναπαραστάσεις αποσπασμάτων της Βίβλου. Εκείνη την εποχή περίπου περνάνε από την εκκλησία στους δρόμους αλλά σιγά σιγά γεννιέται και μια καινούρια μορφή θεάτρου που μιλάει πλέον για τα προβλήματα των καθημερινών ανθρώπων. « Αντιπαρατάσσοντας μια ελευθερία κινήσεων και λόγου που είχε τις ρίζες της στους μεγάλους ρωμαίους και έλληνες κωμωδιογράφους στο βαρύ θρησκευτικό κλίμα των πρώιμων και μέσων μεσαιωνικών χρόνων προαναγγέλλοντας έτσι την Αναγέννηση όπως λέει η μεταφράστρια Μαρία Τσάτσου. Είναι από τις λίγες φορές που η ανάγνωση αυτής της σύντομης εισαγωγής πριν την ανάγνωση του μυθιστορήματος είναι απαραίτητη.

Γενικά το βιβλίο είναι γραμμένο με ένα λιτό τρόπο που μερικές φορές ξενίζει αλλά νομίζω ότι σε βάζει τέλεια στην ατμόσφαιρα της εποχής. Οι κλυδωνισμοί του πολιτικού συστήματος παίζουν μεγάλο ρόλο επίσης αλλά αυτό που ενδιαφέρει κυρίως είναι πως στήνεται για πρώτη φορά ένα θεατρικό έργο με πολύ αυτοσχεδιασμό και μέσα από τις συζητήσεις των μελών του θιάσου. Ο αφηγητής της ιστορίας είναι ένας μοναχός, βοηθός διακόνου σε ένα ναό. Όμως το σκάει από το ναό πράγμα και φεύγει από την επικράτεια του άρχοντα του πράγμα που μπορεί να οδηγήσει στη σύλληψη του. Για να κάνει τα πράγματα χειρότερα πάει και κολλάει σε μια ομάδα θεατρίνων και μάλιστα παίρνει μέρος σ’ένα έργο που ξεφεύγει από τα Θρησκευτικά Δράματα που έπαιζαν μέχρι τώρα. Σε όλο το βιβλίο παρακολουθούμε τις αμφιβολίες του τις εσωτερικές διαμάχες και σκέψεις του. Κάπου προς το τέλος ένας Δικαστής τον ρωτάει με γνήσιο ενδιαφέρον «Είχες μια θέση, γράμματα ξέρεις. Μπορούσες να ελπίζεις σε προαγωγή. Τι σ’έκανε να φύγεις;»
Κι εκείνος απαντάει:
«Είμαι ή μάλλον ήμουνα βοηθός διακόνου στον Καθεδρικό ναό του Λίνκολ. Μου είχανε αναθέσει να αντιγράψω τον Όμηρο του Πιλάτου για έναν ευεργέτη, ένα έργο εξαιρετικά κουραστικό και πομπώδες. Ήταν Μάιος, τα πουλιά κελαηδούσαν έξω από το παράθυρο μου και ανθίζανε τα ρείκια.»

Για το Δικαστή αυτό είναι εντελώς ακατανόητο. Αυτός ποτέ δεν είχε παρόμοιες παρορμήσεις και γι αυτό είχε τη θέση που είχε. Στη ζωή όμως χρειάζονται και οι άλλοι άνθρωποι που έχουν το θάρρος να ακολουθούν τις παρορμήσεις τους και να γίνονται ηθοποιοί, μουσικοί, ζωγράφοι, καλλιτέχνες…

Και το βιβλίο τελειώνει κάπως έτσι:
«Ήξερα λίγο τον κόσμο, όπως το’χε καταλάβει και ο δικαστής, ήξερα όμως ότι μπορούμε να χάσουμε τους εαυτούς μας. Στους ρόλους που παίζουμε κι αν αυτό συνεχιστεί για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα δε θα βρούμε το δρόμο για να γυρίσουμε πάλι πίσω. Όταν ήμουνα βοηθός διακόνου και αντέγραφα τον Όμηρο…νόμιζα ότι υπηρετώ το Θεό αλλά το μόνο που έκανα ήταν να ενεργώ σύμφωνα με τις οδηγίες του Επισκόπου, που είναι ο σκηνοθέτης όλου αυτού του θιάσου του Καθεδρικού Ναού. Εγώ έπαιζα το ρόλο ενός μισθωτού αντιγραφέα, αλλά δεν το’ξερα, νόμιζα ότι αυτό είναι ο πραγματικός εαυτός μου. Ο Θεός δε υπηρετείται με την αυταπάτη. Η παρόρμηση να το σκάσω δεν ήτανε απερισκεψία, αλλά η σοφία της ψυχής μου. Θα γινόμουν θεατρίνος και θα προσπαθούσα να διαφυλάξω την ψυχή μου….

Αυτό ήταν το τελευταίο βίβλιο που τέλειωσα αφού παράτησα το Historian της Κόστοβα, γιατί δε μου άρεσε καθόλου. Τώρα διαβάζω ένα βιβλιο που πάντα ήθελα: Moby Dick, του Herman Melville. Ευχαριστώ τη φίλη μου τη Σοφία που μου έδωσε το έναυσμα. Ταυτοχρονα αναρωτιέμαι τί χαζομάρες μας έβαζαν να διαβάζουμε στο Πανεπιστήμιο. Αυτό έπρεπε να είναι υποχρεωτικό, στο πρώτο έτος. Το καινούριο δέρμα δεν το έχω τελειοποιήσει και δεν έχω βάλει και τους συνδέσμους, αλλά τώρα νύσταξα! Tomorrow is another day.

Saturday, March 03, 2007

5

1. Όταν ήμουνα στη Φιλοσοφική για μία σύντομη περίοδο συμμετείχα σε μια ομάδα που έβγαζε ένα λογοτεχνικό περιοδικό. Λεγόταν «Ύβρις». Πρόσφατα βρήκα μέσω αυτού του μπλογκ ένα από τα άλλα παιδιά με τα οποία συνεργαζόμασταν και χάρηκα πολύ! Αν για κάτι έχω μετανιώσει για τα φοιτητικά μου χρόνια είναι που δε γνώρισα πιο πολλούς ανθρώπους. Τώρα 12 χρόνια μετά έχω επαφή μόνο με μία (1) συμφοιτήτρια από εκείνη την εποχή την οποία δε γνώρισα στο Πανεπιστήμιο αλλά έτυχε να δουλεύουμε στο ίδιο φροντιστήριο. Ξέρω βέβαια ότι ήμουνα απασχολημένη με κανονική δουλειά, να περνάω τα μαθήματα στην ώρα μου, είχα και το αμόρε στη Λάρισα και πηγαινοερχόμουνα, έτσι πέρασαν 4 χρόνια χωρίς πολλές νέες γνωριμίες! Αν τώρα ξαναγυρνούσα θα πήγαινα σε όλα τα πάρτι, θα έχανα και καμιά παράδοση, θα τέλειωνα πιο αργά τις σπουδές.

2. Για τα βιβλία: Έχω διαβάσει παπαριές και παπαριές. Excuse my French, αλλά πραγματικά είναι η λέξη που ταιριάζει απόλυτα! Από μικρή το έκανα αυτό, διάβαζα τον αγαπημένο μου Ιούλιο Βερν και τους μυστικούς εφτά και αργότερα τον Καζαντζάκη και το Άρωμα αλλά εκεί γύρω στα 16 έπαιρνα κρυφά και τα μπελ/βιπερ του πατέρα μου και τα ρουφούσα μέσα σε 2 μέρες. Νομίζω ότι τα πιο βασικά πράγματα για το σεξ (και το έγκλημα) από εκεί τα έμαθα. Τώρα τελευταία έχω νικήσει τον καταναγκασμό μου που λέει ότι πρέπει να τελειώνω όλα τα βιβλία που αρχίζω κι έτσι έχω μια στοίβα με μισοτελειωμένα βιβλία. Ήδη φέτος είμαστε στο Μάρτιο και έχω μισοδιαβάσει τουλάχιστον 3 βιβλία.
Πάντως κι εγώ όπως όλοι οι σοβαροί συγγραφείς, άλλωστε (δείτε εδώ) όταν θέλω να χαλαρώσω ψάχνω μια χορταστική ιστορία αγάπης!

3. Η αγαπημένη μου ηρωίδα όλων των βιβλίων και πασών των ιστοριών είναι η Έμη του Στρατή Τσίρκα από τη «Λέσχη». Αυτό το βιβλίο το διάβασα γύρω στα 20 και ήταν μια αποκάλυψη. Τώρα θυμάμαι μόνο την Έμη.

4. Γενικά ο σκληρός δίσκος έχει αρχίσει να φυραίνει. Στα 20 θυμόμουνα και 50 τηλέφωνα απ’έξω και όλα τα ονόματα των Εγγλέζων που γνωρίζαμε τα καλοκαίρια με τις φίλες μου (και πιστέψτε με ήταν πολλά) (Μαρία μη γελάς). Τώρα ...χωρίς τη μνήμη του κινητού μου είμαι χαμένη, πρόσφατα μάλιστα αγόρασα κι ένα επιπλέον γκίγκα μνήμης και το κουβαλάω μαζί μου, η μόνη μου ελπίδα είναι να αρχίσουν να μας τα εμφυτεύουν αυτά τα επιπλέον γκίγκα στον εγκέφαλο.

5. Με ρώτησε κάποιος άσχετος «Και τί θέλεις να κάνεις για τον εαυτό σου;». Για μένα αυτή η ερώτηση είναι άκρως εγωιστική, δε μπορώ να δω τον εαυτό μου έξω από τις ομάδες στις οποίες ανήκω είτε αυτές λέγονται δουλειά είτε λέγονται οικογένεια. Το βράδυ όμως πριν κοιμηθώ αφού έχω κλείσει το βιβλίο μου και για να ηρεμήσω κάτι ταχυκαρδίες που με πιάνουν σκέφτομαι ότι μπαίνω στο αεροπλάνο και καταβαίνω σε μια άγνωστη πόλη. Αυτή την αγωνία του αγνώστου αλλά και το να κοιτάς τα πάντα με μάτια ορθάνοιχτα, αυτή θέλω να ζήσω. Πότε θα βρω το κουράγιο να ταξιδέψω; Όλο λέω, αργότερα, να μεγαλώσει το παιδί, να αποταμιεύσω χρήματα, να τελειώσω κι αυτή τη μετάφραση και κυρίως να πείσω το μοναδικό άνθρωπο με τον οποίο θέλω να πάω και μου αρνείται. Ας το πάρω πια απόφαση ότι δε θα πειστεί κι ας ξεκινήσω μόνη μου.


Ευχαριστώ τη Μαρία που με κάλεσε να παίξω κι ας μην είμαι καλή στα παιχνίδια. Τώρα που το ξαναδιαβάζω μου φαίνεται ότι θα έπρεπε να το ονομάσω 5 πράγματα για τα οποία μετανιώνω.
Ποιους να καλέσουμε τώρα; Οι περισσότεροι έχουν ήδη παίξει. Καλώ τον Τάσο, το Βιολόγο, τους φίλους μου, τον Sui Generis και τον Ανδρέα.

Sunday, February 25, 2007

STEVEN PINKER - The Language Instinct

Πριν από μερικά χρόνια ξεκίνησα ένα Μεταπτυχιακό για τη Διδασκαλία της Αγγλικής Γλώσσας. Πριν αρχίσουν τα μαθήματα στο Μάντσεστερ, το Πανεπιστήμιο μου έστειλε μια λίστα με βιβλία που καλό θα ήταν να διαβάσω. Είχε μερικές υπό λίστες ανάλογα με την ειδίκευση που σκόπευα να πάρω. Όλοι όμως οι καθηγητές πρότειναν να έχω διαβάσει το βιβλίο του Στίβεν Πίνκερ "The Language Instinct" (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κάτοπτρο). Δεν είχα ξανακούσει γι αυτό το βιβλίο και έσπευσα να το προμηθευτώ σε μια έκδοση με μαλακό εξώφυλλο.

Γι αυτό το βιβλίο θα γράψω σήμερα μια που τις τελευταίες βδομάδες ο Πίνκερ φιγουράρει σε διάφορα έντυπα. Συνέντευξη στο Έψιλον της Ελευθεροτυπίας, και ένα αφιέρωμα στο ΤIME του οποίου έχει γράψει το κεντρικό άρθρο ο ίδιος.

Λοιπόν αυτό το βιβλίο μου έμαθε μια νέα επιστήμη που λέγεται cognitive science και την οποία πρώτη φορά άκουγα τότε. Τώρα ξέρω ότι λέγεται γνωστική επιστήμη και συνδυάζει εργαλεία από την ψυχολογία, την πληροφορική, τη γλωσσολογία, τη φιλοσοφία και τη νευροβιολογία. Είχα τόσο ενθουσιαστεί με αυτή την επιστήμη όταν διάβασα το βιβλίο, που ήθελα να τα παρατήσω όλα και να πάω στην Αμερική να γίνω γνωστική επιστήμονας (μετά κατάλαβα ότι είμαι λίγο τεμπέλα και προτίμησα να κάνω ένα παιδί)

Το βιβλίο είναι μιλάει για τη γλώσσα άλλα όχι όπως θα μιλούσε ένας γλωσσολόγος. Δεν τον ενδιαφέρουν το συγγραφέα τα λάθη, η σωστή χρήση της γλώσσας, οι ιδιωματισμοί και τα συνώνυμα. Τον ενδιαφέρει το βαθύτερο ένστικτο όλων των ανθρώπων να μάθουν να μιλάνε και να καταλαβαίνουν μια γλώσσα. Προσπαθεί να αποδείξει ότι υπάρχει τέτοιο ένστικτο και στο τελευταίο κεφάλαιο προσπαθεί να μας πείσει γιατί κάτι τέτοιο μας αφορά.

Ακόμη και αποκομμένα να διαβάσεις τα κεφάλαια του βιβλίου μαθαίνεις τόσα πολλά. Για το πόσο παρλαπίπες είμαστε ως είδος, για τη γλώσσα του μυαλού τα «διανοητικά» (mentalese, στα Αγγλικά, είμαι πολύ περίεργη για το πώς το μετέφρασαν στα Ελληνικά ) για το πώς είναι μύθος ότι σκεφτόμαστε με λέξεις, για το σχεδιασμό του εγκεφάλου. (Γι αυτό το τελευταίο υπάρχουν πολλά να πει κι έτσι λίγα χρόνια μετά το γλωσσικό ένστικτο έγραψε ένα ακόμη ενδιαφέρον βιβλίο το how the Mind works)

Είναι τεράστιος ο πλούτος των ιδεών που βρίσκονται σε αυτό το βιβλίο. Ένα αγαπημένο του θέμα είναι η αποδόμηση κάποιων κλισέ για τη γλώσσα που βασίζονται σε λάθη των επιστημόνων ανά τους αιώνες. Στα τελευταία κεφάλαια τονίζει ανάμεσα σε άλλα ότι παρόλες τις διαφορές μας σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, τις διαφορές σε θρησκείες, έθιμα, γλώσσα κι ένα σωρό άλλα, τελικά είμαστε πολύ όμοιοι ως είδος. Ένα αγαπημένο μου κομμάτι είναι το κεφάλαιο “The Language Mavens” (Οι Ξερόλες της Γλώσσας θα το μετέφραζα) που εξηγεί το πόσο διαφορετικά βλέπουν τη γλώσσα οι βιολόγοι και οι αστυνόμοι της γλώσσας, τα ψώνια όπως οι γλωσσολόγοι , οι δάσκαλοι αγγλικών κι άλλα τέτοια μίζερα ανθρωπάκια. «Για ένα επιστήμονα το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της γλώσσας είναι η απιθανότητα της. Τα πιο πολλά αντικείμενα στο σύμπαν- λίμνες, βράχοι, δέντρα, σκουλήκια, αγελάδες, αυτοκίνητα- δε μιλάνε. …Πως μπορούμε να εξηγήσουμε αυτό το θαύμα; Προφανώς χρειάζονται κάποιοι κανόνες αλλά όχι κανόνες του είδους «μη χωρίζετε τα απαρέμφατα», «ποτέ μην αρχίζετε μια πρόταση με ‘και’» . Στην πραγματικότητα ήδη έχουμε μηχανές που δε χωρίζουν απαρέμφατα - λέγονται κατσαβίδια μπανιέρες, μηχανές του καφέ κοκ…..Έτσι κάποιος μπορεί να διαλέξει να κάνει ζήτημα τους γραμματικούς κανόνες αλλά η αλήθεια είναι ότι έχουν τόση σχέση με την ανθρώπινη γλώσσα όσο και τα κριτήρια για γάτες σένα διαγωνισμό ομορφιάς γατών έχουν με τη βιολογία των θηλαστικών». (η μετάφραση δική μου)

Ένα άλλο χαρακτηριστικό του βιβλίου που το κάνει τόσο προσιτό είναι το ότι είναι γραμμένο με πολύ χιούμορ. Κάνει αναφορές σε γραπτά και εργασίες άλλων επιστημόνων αλλά και στο Γούντι Άλλεν, στη Λίλι Τόμλιν στο Σταρ Τρεκ και σε σκανδαλοθηρικές εφημερίδες. Ο άνθρωπος δεν έχει σοβαροφάνεια και φαίνεται και απ’τον τρόπο που απαντάει στο δημοσιογράφο του Έψιλον όταν το ρωτάει για τα – πλούσια – μαλλιά του: «Τα έχω έτσι γιατί μπορώ».

Συνοψίζοντας:
Το Γλωσσικό Ένστικτο ένα βιβλίο με στοιχεία από πολλές επιστήμες ασχολείται με τη γλώσσα των ανθρώπων και είναι ένα βιβλίο που πολλοί άνθρωποι θα βρουν ενδιαφέρον: Όσοι ασχολούνται με τη διδασκαλία της γλώσσας, γονείς, βιολόγοι, αστέρια των ΜΜΕ, πολιτικοί και απλοί μπλόγκερζ!

Πριν ανεβάσω το κείμενο κάνω και μια έρευνα να δούμε τι άλλο έχει γραφτεί για το βιβλίο. Λοιπόν το κεφάλαιο για τους Ξερόλες που έμενα μου άρεσε τόσο πολύ αφαιρέθηκε από την ελληνική έκδοση! Επίσης έχει γράψει κι άλλος μπλόγκερ που τον απασχολούν τα ζητήματα της καθολικής γραμματικής.

Monday, February 12, 2007

Τα Δικαιώματα του Μικρού Αναγνώστη

Πρόκειται για τα δικαιώματα του μικρού αναγνώστη όπως τα αναγνώρισε η 1η Αναγνωστική Σύνοδος που πραγματοποιήθηκε στη Βιβλιοχώρα το Φεβρουάριο του 2007.

1.Το δικαίωμα να μην διαβάζεις!
2.Το δικαίωμα να ξεφυλλίζεις απλώς ένα βιβλίο!
3.Το δικαίωμα να αφήνεις στη μέση ένα βιβλίο!
4.Το δικαίωμα να διαβάζεις όσες φορές θέλεις το ίδιο βιβλίο!
5.Το δικαίωμα να διαβάζεις ότι σου αρέσει!
6.Το δικαίωμα να νιώθεις ο ήρωας του βιβλίου!
7. Το δικαίωμα να διαβάζεις οπουδήποτε!.
8..Το δικαίωμα να ψάχνεις πληροφορίες στα βιβλία που διαβάζεις!
9.Το δικαίωμα να διαβάζεις δυνατά, χωρίς να ενοχλείς!
10.Το δικαίωμα να απαιτείς ησυχία, όταν διαβάζεις!


Περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Φιλίπ Μπρασέρ "1001 Δραστηριότητες για το βιβλίο" (Εκδόσεις Μεταίχμιο). Τα έχουμε και σε αφίσα στο σχολείο μπας και πείσουμε κανένα μικρό να διαβάσει! Το ποστ το εμπνεύστηκα από αυτό το ποστ της Κωνσταντίνας και της το αφιερώνω.

Thursday, February 08, 2007

Διάφανος - Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Συνήθως γράφω για τα βιβλία που διαβάζω. Θα κάνω μερικές μέρες να τελειώσω αυτό που διαβάζω τώρα (The Historian, Elizabeth Kostova, μου το έστειλαν με bookcrossing από τη Γερμανία και μετά θα συνεχίσει το ταξίδι του στο μακρινό Χονγκ Κονγκ).
Και σήμερα άκουσα στο αυτοκίνητο όλο τον καινούριο δίσκο του Θανάση Παπακωνσταντίνου κι έχω εντυπωσιαστεί. Είναι σπάνιο πια στις μέρες μας να ακούσω ένα ολόκληρο CD από την αρχή ως το τέλος. Η αποσπασματικότητα των mp3, το καλό και το κακό τους, είναι ότι το CD σαν έργο τέχνης έχει χάσει για μένα τη μαγεία που είχε κάποτε. Χθες όμως πήρα κάτι χρήματα έκτακτα και τα επένδυσα σε μουσική.

Ο Διάφανος λοιπόν , πολύ διαφορετικός απ’ τον προηγούμενο. Το προηγούμενο ομολογώ το άκουσα δυο φορές όλες κι όλες. Προσπαθούσα, προσπαθούσα αλλά δεν τα κατάφερα να το αγαπήσω. Αυτό όμως είναι αλλιώς, έχει πραγματικά τραγούδια, με ιστορίες όπως αυτές που λέει ο Θανάσης από το 1990. Το Θανάση τον ξέρουμε και λίγο ως Λαρισαίοι, ο Μάκης δηλαδή, έκανε κάποτε παρέα μαζί του, μετά ήρθαν τα παιδιά, οι γάμοι και χαθήκανε. Αυτό που θυμάμαι πάντα και τα ξαναθυμηθήκαμε προχθές είναι ότι έχει γράψει τους στίχους για το Μαύρο Γάτο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Τότε λοιπόν 10 χρόνια και βάλε πριν έλεγε ο Θανάσης ότι έβγαλε χρήματα από αυτό το τραγούδι. Το Σάββατο το βράδυ ακούστηκε το τραγούδι στο Ντιλ. «Πέφτουν τα δικαιώματα στο Θανάση» αναφωνήσαμε κι οι δυο με χαρά κι ας μην τα έχει ανάγκη πια. Κι εκείνο το τραγούδι ήταν μια ιστορία.

Αυτό που μου αρέσει σ' αυτό το δίσκο είναι ότι τα τραγούδια είναι διαφορετικά. Έχει καλαματιανούς και συρτούς και λίγο τζαζ και λίγο μπλουζ και φράσεις απροσδόκητες. Διάβασα μια κριτική στην Ελευθεροτυπία για το δίσκο που εξήρε το πόνημα για την ποιότητα του και την πρωτοτυπία αλλά έλεγε ότι δεν είναι σπουδαίος καλλιτεχνικά. Ειδικά το τραγούδι «Το Κομμωτριάκι» έγραφε ότι είναι κακό. Οι στίχοι στο συγκεκριμένο τραγούδι εμένα μου φαίνεται ότι ξεκινάνε καλά αλλά ειδικά το ρεφρέν είναι πολύ αμήχανο. Αλλά κακό δε θα το έλεγα. Και γενικά όπως προείπα είχα πολύ καιρό να ακούσω δίσκο έτσι ασταμάτητα. Μάλιστα δεν πρόλαβα να τον ακούσω όλο στο πήγαινε και ανυπομονούσα να τελειώσω το μάθημα ν’ακούσω το υπόλοιπο.

Το αγαπημένο μου τραγούδι είναι αυτό που λέγεται «Πες Μου Κάτι». Έχει διάφορες παράξενες φωνές που στην αρχή νομίζεις ότι τραγουδάνε άλλη γλώσσα. Κι έχει και τον εξής στίχο: «Πες μου κάτι αφόρητο. Σαν τη φράση «ξέρεις τι έχω κάνει εγώ για σένα». Πες μου κάτι ψεύτικό σαν τον ήλιο του χειμώνα και σαν την ορκισμένη αγάπη της». Μπράβο Θανάση!

Άλλη ωραία έκπληξη του δίσκου ήταν το κομμάτι 10. Άκουγα τη μουσική και κάποιες λέξεις να απαγγέλλονται και ξαφνικά ακούω κάπου ανάμεσα «Αθήναιος» και λέω δε μπορεί αυτό παρά είναι σύμπτωση και συνεχίζω κι ακούω κι άλλα γνωστά ονόματα όλοι μπλόγκερζ. Ασυναίσθητα έτεινα το αυτί μου προς το ηχείο, ενώ οδηγούσα είπαμε ευτυχώς δεν είχε κίνηση, αλλιώς θα είχα κοπανήσει κανέναν. Μετά έρχομαι στο σπίτι, το γουγλίζω και βλέπω ότι κι άλλοι εξεπλάγησαν ευχάριστα. Ο Θανάσης ασχολείται και με το μπλογκιν δηλαδή; Αυτό δεν το ξέρω αλλά θα το μάθω!

Κλείνω τώρα αυτό το εκτός θέματος σημείωμα, γιατί με πήρε τηλέφωνο μια φίλη να πάμε για χορό. Είχα πει δε θα βγω γιατί βγήκα και χθες αλλά για χορό δε μπορώ να πω όχι.


Και μια φωτογραφία απ'το ωραίο Μεταξοχώρι που ηχογράφησε το CD ο καλλιτέχνης.

Sunday, February 04, 2007

KHALED HOSSEINI - The Kite Runner

Παρασκευή βράδυ η καθιερωμένη έξοδος για ποτά με τις φιλενάδες. Στο Αλομπάρ μια έκπληξη, ένας φίλος απ’την Αθήνα που έχω καιρό να δω και η βραδιά συνεχίζεται σε άλλα μπαρ με διάφορες μουσικές.

Σάββατο πρωί, δουλειές μαγείρεμα, ξανά δουλειές, πάει και σήμερα το γυμναστήριο δεν πρόλαβα. Το βράδυ, ήσυχο, οικογενειακό, ο Μάκης στον υπολογιστή εγώ στον καναπέ διαβάζω ένα βιβλιαράκι που πούλησε πολύ στην Αμερική: The Kite Runner. Το βιβλίο κυλούσε ήρεμα μέχρι τη σελίδα 200 κι έτσι δεν ήμουν προετοιμασμένη γι αυτό που θα διάβαζα. Είναι η ιστορία ενός παιδιού που μεγαλώνει μόνο με τον πατέρα του στο Αφγανιστάν της δεκαετίας του 70, πριν την εισβολή των Ρώσων πριν, τους Ταλιμπάν. Ξαφνικά διαβάζω για το ταξίδι της επιστροφής, για τη χαμένη φιλία για τον πόνο για τα ψέματα που λένε οι γονείς στα παιδιά τους και δεν αντέχω άλλο, τα δάκρυα κυλάνε, «Όχι, όχι, δεν είναι δυνατόν» αλλά δε μπορώ να σταματήσω να διαβάζω, συνεχίζω να γυρίζω τις σελίδες έστω κι αν δε βλέπω καλά απ’τα δάκρυα. Νιώθω κυριολεκτικά να πονάω κάπου εκεί στο στομάχι Ο Μάκης ξυπνάει επιτέλους, από το λήθαργο τη οθόνης και με κοιτάζει. Ευτυχώς, έρχεται και με παίρνει αγκαλιά και μου παίρνει το βιβλίο απ’το χέρι. Άστο τώρα αυτό , δε θα σε ξαναφήσω να διαβάσεις, κάθε φορά τα ίδια, ηρέμησε αγάπη μου δες λίγη τηλεόραση. Ανοίγω έτσι στην τύχη ένα κανάλι και μέσα σε τρία λεπτά έχουν σκοτωθεί με διάφορους τρόπους τουλάχιστον 10 άνθρωποι. Έλα φέρε μου το βιβλίο, λέω και φεύγω πάω στο κρεβάτι μου κουκουλώνομαι καλά καλά φτιάχνω μια φωλίτσα ίσα ίσα για να μπαίνει το φως και διαβάζω μέχρι τις δύο. Αποκοιμιέμαι με δάκρυα στα μάτια.

The Kite Runner, Khaled Hosseini, βγήκε και στα ελληνικά σε μια έκδοση αμφιβόλου αισθητικής. Το βασικό θέμα είναι η φιλία ανάμεσα στα δυο αγόρια που μεγαλώνουν μεν στην ίδια αυλή στην Καμπούλ αλλά δυστυχώς τους χωρίζουν τόσα πολλά όπως η διαφορετική τους τάξη.
Εμένα μου αρέσουν πολύ αυτές οι ιστορίες που με παίρνουν απ΄το χέρι και μου δείχνουν ένα άλλο πολιτισμό και μάλιστα τόσο διαφορετικό απ’το δικό μας. Όσον αφορά την ιστορία το ότι το διηγείται σε πρώτο πρόσωπο είναι πολύ σημαντικό γιατί αμέσως κάνει τον αναγνώστη να νιώσει σαν να είναι αληθινή. Στις αδυναμίες του βιβλίου θα έλεγα ότι είναι κάποια κλισέ στην αφήγηση, σε αρκετά σημεία νομίζεις ότι ξέρεις τι θα πει παρακάτω. Αλλά πραγματικά συγκινήθηκα πολύ, ταράχτηκα και δε μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου.

Το αγαπημένο μου σημείο είναι κάπως έτσι: Ο Αμίρ οχτώ χρονών περίπου έχει διακοπές στη μέση του χειμώνα γιατί στο Αφγανιστάν σταματάνε το χειμώνα τα σχολεία. Κάποιοι γονείς (παντού υπάρχουν υστερικοί γονείς) επιμένουν να κάνουν τα παιδιά τους μάθημα ακόμη και το χειμώνα και ο Αμίρ ξυπνάει κάθε πρωί και βλέπει απ’το παράθυρο το γειτονάκι του που το πηγαίνουν σχολείο. Τον κοιτάζει μέχρι που στρίβει στη γωνία και μετά κουκουλώνεται πάλι κάτω απ’την κουβέρτα μέχρι το σαγόνι και κοιτάζει τα χιονισμένα βουνά στο βάθος. Τα κοιτάζει μέχρι που τον ξαναπαίρνει ο ύπνος.

Αυτή η ξεγνοιασιά με συγκίνησε…

Κάτι άλλο που διάβασα και μου άρεσε πολύ και μπορείτε να το ταξινομήσετε στα φιλολογικά κουτσομπολιά. Στη Βιβλιοθήκη της Παρασκευής στις σελίδες 12-13 έχει ένα διάλογο μεταξύ του Άρη Μπερλή και του Γιώργου Κοροπούλη. Ο Γιώργος Κοροπούλης είναι ένα ποιητής/κριτικός/φιλόσοφος που έχει μία μόνιμη στήλη στο ένθετο της Ελυεθεροτυπίας. Τις περισσότερες φορές δεν τα καταφέρνω να τον διαβάσω είναι πολύ αυτοαναφορικός ή μιλάει για τον κλειστό κύκλο των κριτικών ή πάλι λέει απλά πράγματα με περίπλοκη γλώσσα. Άσε που όταν ήμουνα φοιτήτρια τον γούσταρε μια άλλη φοιτήτρια από το Φιλολογικό κι εκείνος έκανε ότι δεν την ήθελε και του το κρατάω από τότε. Την περασμένη εβδομάδα όμως είχε γράψει κάτι για τον υπερτιμημημένο Τζόις και σκέφτηκα «Πες τα Χρυσόστομε, μας πρήξανε πια με το Τζόις». Έλα όμως που ο κος Μπερλής είχε άλλη γνώμη. Γράφει μια απάντηση λοιπόν που με λίγα λόγια λέει στον Κοροπούλη : «Δε ντρέπεσαι ρε Γιώργο να παρασύρεις τους απλούς ανθρώπους που δεν έχουν διαβάσει το Τζόις και τους βάζεις στο μυαλό ότι μπορεί και να είναι ΟΚ να μην τον διαβάσουν. Πως μπόρεσες ρε Γιώργο να βάλεις στην ίδια πρόταση το Τζόις και τον ελάσσονα ποιητή Ασλάνογλου;» Το ωραίο λοιπόν που διάβασα είναι η απάντηση του Κοροπούλη και του βγάζω το καπέλο μου (ένα καινούριο σκουφάκι άσπρο με παγιέτες ασημένιες, είμαι κούκλα μ’αυτό):

« Αγαπητέ Άρη Μπερλή, έφτασε και η σειρά μας να βγούμε επί σκηνής, όπως βλέπω, και να διαπληκτιστούμε περί Κανόνος, δήθεν, και Τζόις. Αυτή την εβδομάδα θα διασκεδάσουμε εμείς τους υπόλοιπους λογοτέχνες, βιβλιοκριτικούς κ.λπ. – κι έπειτα θα κατέβουμε να καθίσουμε ήσυχα ήσυχα ανάμεσα τους, ενώ οι δύο επόμενοι συνάδελφοι θα σπεύδουν να εκτελέσουν το δικό τους νούμερο. Έτσι περνάει ευχάριστα ο καιρός ως τις επόμενες βραβεύσεις…»

Απόλαυση, άσε που μπορείτε να το χρησιμοποιήσετε και για διαπληκτισμούς μπλόγκερζζζ.

Να 'μαι κι εγώ με το καπελάκι μου (εδώ είναι πριν το βγάλω στον κο Κοροπούλη).

Thursday, January 25, 2007

FRANCINE PROSE - Λαιμαργία

“Η ατυχία της λαιμαργίας ήταν η κωδικοποίηση των αρετών και των αμαρτημάτων συνέπεσε με την πρώτη άνθιση του χριστιανικού μοναστικού βίου και την παράλληλη ανάπτυξη της ιδέας ότι πρέπει ν’απαρνηθούμε το σώμα, να το αγνοήσουμε, να το περιφρονήσουμε και, αν κριθεί αναγκαίο να το δαμάσουμε και να το υποτάξουμε. Ήταν φυσικό και αναμενόμενο οι εχθροί των ηδονών και οι ένοικοι των μοναστηριών (και όλων όσων οι απόψεις, τους κατέτασσαν σε μία από τις δύο κατηγορίες) να συνωμοτήσουν για να θέσουν τη λαιμαργία στον ίδιο κατάλογο με τη λαγνεία – δυο παρορμητικές τάσεις , που αν αφεθούν ανεξέλεγκτες και εκραγούν θα γινόταν τροχοπέδη για την απρόσκοπτη λειτουργία τέτοιων ιδρυμάτων και θεσμών. Καθώς οι πατέρες της εκκλησίας αφιέρωναν ώρες και σελίδες συζητώντας εξαντλητικά για τη λαγνεία αλλά και για τις λεπτές διαφορές ανάμεσα στους αμαρτωλούς και τους συγχωρητέους τρόπους να κάνεις έρωτα, το αυξανόμενο μίσος για τη φύση του ανθρώπου άρχισε αναπόφευκτα ν εστιάζεται στο φαγητό, την άλλη βασική πηγή αισθησιακής απόλαυσης.”

Oι εκδόσεις Oxford University Press και στα καθ'ημάς οι εκδόσεις Νεφέλη έχουν βγάλει μια σειρά βιβλίων (βασισμένων σε διαλέξεις) με γενικό θέμα τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Μέχρι στιγμής έχω διαβάσει τη Λαγνεία και τη Λαιμαργία δύο αμαρτήματα που όπως βλέπετε και στο παραπάνω απόσπασμα συνδέονται στενά.
Και τα δύο βιβλία κινούνται περίπου με τον ίδιο τρόπο: Εξετάζουν το ζήτημα της Λαγνείας και της Λαιμαργίας μέσα από τις ιστορικές πηγές ξεκινώντας από πατερικά κείμενα και φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας
Ειδικά το βιβλίο της Λαιμαργίας έχει πολύ πλούσιο υλικό. Παρόλο που η Λαιμαργία δε θεωρείται τόσο σημαντικό αμάρτημα όσο ο φόνος ας πούμε, ή η αλαζονεία, εν τούτοις όλη η κοινωνία φαίνεται αποφασισμένη να το πατάξει και σε λίγο καιρό θα κοιτάμε μετά βδελυγμίας όποιον τρώει λίγο παραπάνω ή θα τον εξορίζουμε κι αυτόν εκτός εστιατορίου. Ένα άλλο σημείο που μου άρεσε ήταν ότι κανείς σχεδόν δεν παραδέχεται ότι ο λαίμαργος μπορεί να τρώει απλά επειδή του αρέσει. Αλλά όχι, πρέπει να υπάρχει κάτι πίσω από αυτήν παρεκτροπή, άσχημα παιδικά χρόνια, έλλειψη αγάπης, επικοινωνίας, σεξ and who knows what else. Ε, όχι ρε παιδιά, τρώμε γιατί μας αρέσει να τρώμε και γιατί είναι τόσο ωραία αυτά που μαγειρεύουμε που δε μπορούμε να σταματήσουμε.

Επίσης διάβασα και μια πολύ ωραία ιστορία, διήγημα σε ψηφιακή μορφή. Μπορείτε να τη βρείτε εδώ και μάλιστα σπεύστε γιατί ο συγγραφέας πιθανόν να την κατεβάσει. Εγώ τη διάβασα ανάποδα (απ'το τελευταίο κεφάλαιο) αλλά εδώ σας παραπέμπω στο πρώτο μέρος.

Saturday, January 20, 2007

Bookcrossing again

Ένα πολύ σύντομο ποστ για να πω ξανά για το bookcrossing. Παρόλο που είμαι μέλος πολύ καιρό ομολογώ ότι δεν είχα ασχοληθεί αρκετά. Αλλά τώρα άρχισα να το ψάχνω περισσότερο και ανακάλυψα κάτι που λέγεται bookring και κάτι άλλο που λέγεται bookray. Εξηγώ: και τα δύο έχουν να κάνουν με ελεγχόμενη ανταλλαγή βιβλίων όπου ένα μέλος στέλνει σε ένα άλλο ένα βιβλίο που του άρεσε κι εκείνος στον επόμενο και ούτω καθ’εξής. Στο bookring το βιβλίο επιστρέφει στον ιδιοκτήτη ενώ στο bookray μένει στον τελευταίο αναγνώστη. Δεν είναι απίθανο; Να λάβεις ένα βιβλίο που έχει ταξιδέψει στο μισό κόσμο τουλάχιστον; Και τα βιβλία που κυκλοφορούν καλύπτουν όλα τα γούστα αν κάνετε κλικ εδώ θα δείτε την ποικιλία και την ποσότητα των βιβλίων που ταξιδεύουν. Από χθες εγγράφηκα σε 3-4 τέτοια bookrings και περιμένω με αγωνία τα βιβλιαράκια. Το ταξίδι δεν έχει ξεκινήσει ακόμη και φαντάζομαι ότι η διαδικασία είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα αλλά αν πάρεις το κολάι θα μπορούσες να περάσεις ένα χρόνο χωρίς να αγοράζεις βιβλία πληρώνοντας μόνο τα ταχυδρομικά έξοδα τα οποία ευτυχώς στη χώρα μας είναι χαμηλά.

Wednesday, January 17, 2007

2 μπεστ σέλερ κι ένα άλλο

Σουέλ – Ιωάννα Καρυστιάνη
Το πρώτο που διάβασα της Καρυστιάνη ήταν το «Μικρά Αγγλία» το οποίο με είχε γοητεύσει με την ατμόσφαιρα του. Μου θύμιζε μάλιστα την (αγαπημένη) «Μεγάλη Χίμαιρα» του Καραγάτση όσο αφορά τις ματαιωμένες προσδοκίες.

Διάβασα και το Κουστούμι στο Χώμα το οποίο θυμάμαι αμυδρά, και τον Άγιο της Μοναξιάς το οποίο θυμάμαι ότι με εκνεύρισε αφάνταστα., Μου’ρχοταν να το πάρω και να το πετάξω στον τοίχο. Φέτος διάβασα κι αυτό, το καινούριο. Ο τίτλος πολλά υποσχόμενος, καθώς και ο ήρωας, ένας γέρος ναυτικός που αρνείται να βγει στη στεριά για να μη γυρίσει στη δυσλειτουργική του οικογένεια και δη στη γκρινιάρα γυναίκα του. Υπάρχει και μια ερωμένη που περιμένει στα 60 της σαν Πηνελόπη και του μιλάει μέρα νύχτα, παρόλο που αυτός λείπει. Υπάρχει κι ένας μάγειρας στο πλοίο που τον αγαπάει και τον προσέχει και του μαγειρεύει φοβερά φαγητά. Όλα τα καλά συστατικά λοιπόν τα βρήκε η συγγραφέας. Τα ανακάτεψε και έγραψε αυτό το όμορφο βιβλιαράκι που διαβάζεται ξεκούραστα αλλά αμφιβάλλω αν θα το θυμάμαι μετά από 5 χρόνια. Επιπλέον μου την έδωσε ο ναυτικός που ήταν τόσο μα τόσο δειλός, αρνούνταν να πάρει μια απόφαση και ταλαιπωρούσε ένα σωρό κόσμο γύρω του για να μην αναφέρω πόσους έβαζε σε κίνδυνο.

Κινέζικα Κουτιά – Σώτη Τριανταφύλλου
Απ’την άλλη έχουμε το καινούριο βιβλίο της Τριανταφύλλου. Κινέζικα Κουτιά που σημαίνει κουτιά το ένα μέσα στο άλλο όπως οι Ρώσικες μπάμπουσκες δηλαδή μεταφορικά άλυτο πρόβλημα. Διαδραματίζεται στη Νέα Υόρκη του 1990 την οποία η συγγραφέας ξέρει σαν την ανάποδη του χεριού της (Να μην πω πόσο τη ζηλεύω γι αυτό). Νομίζω το να περιγράφει ένα τόπο και την ατμόσφαιρα του, την εποχή του είναι το μεγάλο ταλέντο της συγγραφέα. Από το Εργοστάσιο των Μολυβιών στο Άλμπατρος και σε όλα τα μικρότερα αφηγήματα ενδιάμεσα. Τα Κινέζικα Κουτιά είναι ένα λιγότερο φιλόδοξο μυθιστόρημα απ’ότι το Άλμπατρος νομίζω. Εκεί ήταν η εποχή, εποχή ανακατατάξεων αλλαγής ρόλων ανατροπών. Στη Νέα Υόρκη του 90 υπάρχουν πάλι ανατροπές ο αιώνας τελειώνει και αλλάζει με τρόπου που δε φανταζόμαστε, αλλά όλα γίνονται πιο υπόγεια με λιγότερο δραματικό τρόπο. Ακόμη και οι φόνοι που γίνονται δε φωνάζουν δεν έχουν πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες είναι άλλωστε κυρίως φόνοι μεταναστών. ΚΙ εδώ έχουμε ένα ήρωα αιώνια ερωτευμένο με την ίδια γυναίκα την πρώην γυναίκα του που δε λέει να ξεπεράσει. Αλλά, δεν ξέρω αυτός ο ήρωας που πάσχει από αϋπνίες και τον απασχολεί το φενγκ σούι με έπεισε περισσότερο.

Κι ένα τρίτο:
The Book on the Bookshelf – Henry Petroski
Αυτό είναι ένα βιβλίο που καταπιάνεται με την ιστορία του ραφιού και κατά συνέπεια ασχολείται με την ιστορία του βιβλίου σαν αντικείμενο από την αρχαιότητα ως σήμερα. Μπορεί να ακούγεται βαρετό αλλά είναι πραγματικά συναρπαστικό και γεμάτο πληροφορίες που δεν είχα ξαναδιαβάσει όπως για παράδειγμα ότι στις Μεσαιωνικές βιβλιοθήκες έδεναν με αλυσίδες τα βιβλία για να μην τα παίρνουν. Είναι γεμάτο με όμορφα σχέδια από βιβλιοθήκες, παπύρους και γραφεία άλλων εποχών, και συμβουλές για την ταξινόμηση αλλά και τη φροντίδα των βιβλίων που φτάνουν σε τέτοια λεπτομέρεια όπως το πώς να τραβάμε ένα βιβλίο από ένα φισκαρισμένο ράφι έτσι ώστε να μην καταστρέφουμε τη ράχη του.

Η φωτογραφία άπό τη συνάντηση Bookcrossing που έγινε την Κυριακή, εδώ στη Λάρισα. Στο τραπέζι διακρίνονται τα βιβλία, οι καφέδες, τα γλυκά ευρωπαϊκά και εξωτικά - τα τελευταία, ευγενική προσφορά του γιατρού. Δεν διακρίνονται αλλά ήταν εκεί η ωραία ατμόσφαιρα, η αγάπη για τα βιβλία, το χιούμορ, ο έρωτας (έλα Ελπίς, μην κλαις, θα γυρίσει ο μικρός και θα σ'αγαπάει ακόμη πιο πολύ). Την επόμενη φορά στο Βόλο!

Saturday, January 13, 2007

ΦΡΑΝΚ ΜΑΚ ΚΟΡΤ – Ο Δάσκαλος

Ήδη ανέφερα αυτό το βιβλίο (εκδόσεις Scripta) περιληπτικά. Ήταν πραγματικά πολύ καλό και είχαν δίκιο οι κριτικοί της Ελευθεροτυπίας και των Νέων που το πρότειναν. Είναι σημαντικό ανάγνωσμα για όλους αλλά για τους εκπαιδευτικούς είναι απαραίτητο.
Ο Φρανκ Μακ Κορτ είναι ένας Ιρλανδός που γεννήθηκε στην Αμερική αλλά μωρό ακόμη επέστρεψε με τους γονείς τους στα πατρογονικά εδάφη. Εκεί έζησε μια απαίσια παιδική ηλικία που ενέπνευσε πολύ αργότερα το βιβλίο/αυτοβιογραφία "Οι στάχτες της Άντζελας". Το’χω διαβάσει κι αυτό και ήταν πολύ καταθλιπτικό, έκλαιγα συνέχεια με τις περιπέτειες του μικρού Φράνκ στην Καθολική Ιρλανδία και κυρίως τη φτώχεια και την ανέχεια. Στο παρόν βιβλίο αναφέρει συχνά αυτά τα παιδικά χρόνια και δίνει μια ιδέα για το πώς ήταν.
Αυτό λοιπόν το βιβλίο πιστεύω ότι είναι απαραίτητο για όλους τους δασκάλους για τους παρακάτω λόγους : Για τους μεν καινούριους έτσι ώστε να πάρουν μια ιδέα για το τι τους περιμένει αλλά και να παρηγορούνται τις στιγμές της ανασφάλειας τις στιγμές της πλήρους απογοήτευσης και της κατάθλιψης. Εδώ στην Ελλάδα λέμε συνέχεια «Μα εμείς (οι φιλόλογοι, οι μαθηματικοί οι χημικοί) δεν διδαχτήκαμε ΠΩΣ να διδάσκουμε. Δεν κάναμε παιδαγωγικά μαθήματα, μαθήματα ψυχολογίας κλπ, κλπ. Λοιπόν I’ve got news for you, ακόμη κι αν κάνατε αυτά τα μαθήματα πάλι με το ίδιο δέος θα μπαίνατε στην τάξη είτε είναι Δευτέρα Δημοτικού είτε είναι Πρώτη Γυμνασίου είτε είναι τμήμα Αισθητικών στο χ ΙΕΚ . Και ο Φρανκ το βιώνει στο πετσί του, μετά από 30 χρόνια δάσκαλος νιώθει την ίδια ανασφάλεια κάθε φορά, κάθε Σεπτέμβριο.
Για τους δε έμπειρους δασκάλους αυτό το βιβλίο είναι μια παρηγοριά, ένα χτύπημα στην πλάτη, σαν να πίνεις ένα ποτάκι μ’ένα εξίσου παλιό συνάδελφο που φοράει κι αυτός ένα από εκείνα τα χαρακτηριστικά μπλε μπουφανάκια (Fred Perry) που φοράνε οι δάσκαλοι. Λοιπόν τα παιδιά είναι τα ίδια και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Τα παιδιά βαριούνται, τα παιδιά αντιμιλάνε, τα παιδιά σου ζητάνε πάντα κάτι παραπάνω, τα πηγαίνεις κινηματογράφο κι εκείνα διαμαρτύρονται για την ταινία και μιλάνε και κάνουν φασαρία.
Όσο για το επάγγελμα του δασκάλου είναι επίσης κακοπληρωμένο κι εκεί, ακόμη και στην Αμερική οι δάσκαλοι κάνουν δεύτερη δουλειά και ίσως αν είναι τυχεροί έχουν περάσει απαίσια παιδικά χρόνια στην Ιρλανδία κι όταν συνταξιοδοτηθούν γράφουν ένα βιβλίο και γίνονται επιτέλους πλούσιοι!

Πάντως μια και πλησιάζουν πάλι αυτές οι (ανεκδιήγητες) εξετάσεις του ΑΣΕΠ να πω ότι νομίζω ότι όλοι οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί αλλά και οι υπηρετούντες πρέπει να διαβάζουν υποχρεωτικά το βιβλίο του David Fontana «Ο Εκπαιδευτικός στην Τάξη» (εκδόσεις Σαββάλας) μια και είναι το πιο ρεαλιστικό και κατανοητό βιβλίο παιδαγωγικής απ’όσα κυκλοφορούν. Για τους υποψήφιους των αγγλικών ένα άλλο πολύ καλό βιβλίο είναι το Diary of an English Τeacher. (Θα γράψω περισσότερες πληροφορίες αύριο)

Αυτά προς το παρόν. Ξεκίνησαν τη Δευτέρα τα σχολεία κι έκανα σε όλα τα παιδιά μια γραπτή άσκηση που λέγεται “Resolutions”. Δηλαδή τι στόχους βάλατε για την καινούρια χρονιά, τι θέλετε να καταφέρετε, τι αποφασίσατε να κάνετε και τι να μην. Η δικιά μου resolution για φέτος είναι να διαβάσω τουλάχιστον 52 βιβλία, ένα για κάθε βδομάδα. Έκανα μια καταγραφή του τι διάβασα πέρσι και τα αποτελέσματα πολύ φτωχά μόλις 49 βιβλία. Αν αφαιρέσεις δυο-τρία που δεν τελείωσα, ένα δυο λευκώματα και κόμικς ο αριθμός πέφτει πολύ. Ιδού και η λίστα του 2006:

ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑ το 2006 (σε τυχάια σειρά)

1. JOSEPH HELLER – Catch 22
2. PHILIP ROTH – The plot against America
3. NICK HORNBY – Η Κάθοδος των Τεσσάρων
4. W.D. WINGFIELD, A Touch of Frost
5. ΓΙΑΝΝΗ ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ, Ο Θείος Τάκης.
6. GUSTAVE FLAUBERT – Μαντάμ Μποβαρί
7. CAROLE SHIELDS, Unless
8. HENRY FIELDING - Tom Jones (μισό)
9. ΛΑΡΡΥ ΚΟΥΛ – Τον κανένα θα τον φάω τελευταίο
10. ΖΩΡΖ ΠΕΡΕΚ – Ζωή Οδηγίες Χρήσης (μισό)
11. ANDREW CRUMEY - Μόμπιους Ντίκ
12. GILES SMITH - Lost in Music
13. ZADIE SMITH- On Beauty
14. JOHN IRVING – Until I find you
15. LEVON BLISS - Football and me
16. HANS MAGNUS ENZENSBERGER - Πολιτική και Πολιτισμός
17. ΚΟΥΡΤ ΒΟΝΕΓΚΑΤ – Άνθρωπος χωρίς Πατρίδα
18. NICK BANTOCK - Griffin & Sabine trilogy
19. ANNE FADIMAN - Ex Libris
20. STUART MCBRIDE – Cold Granite
21. KRIS NESCOTT - Ένας Επικίνδυνος δρόμος
22. TOBIAS HILL - The Cryptographer
23. ΤΖΕΝΙΦΕΡ ΝΤΟΝΕΛΙ - Τριανταφυλλάκι
24. ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΙ – Άννα Καρένινα
25. STUART MCBRIDE - Dying Light.
26. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΓΑΠΗΤΟΣ - Ο Χάλκινος Οφθαλμός
27. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΓΑΠΗΤΟΣ – Το Εβένινο Λαούτο
28. SIMON BLACKBURN - Λαγνεία
29. ΚΑΡΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΝΤΟΜΙΝΓΚΕΖ - Το Χάρτινο Σπίτι
30. JILLIANE HOFFMAN - Chanel No 5
31. ΣΤΙΒΕΝ ΒΙΖΙΝΣΕΥ - Εγκώμιο Ωρίμων Γυναικών
32. ΣΩΛ ΜΠΕΛΟΟΥ - Ράβελσταϊν
33. ΜΑΣΙΜΟ ΚΑΡΛΟΤΟ - Η Αλήθεια του Αλιγάτορα
34. ΠΑΥΛΙΝΑ ΝΑΣΙΟΥΤΖΙΚ - Μαμάδες Βορείων Προαστίων
35. KAZUO ISHIGURO - Never Let me go
36. KATE LONG - A bad mother’s handbook
37. ΕΥΗ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ - Σχεδόν Σούπερ
38. ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΠΑΟΛΙΝΙ – Έραγκον
39. NANCY FAIRBANKS - Γαστρονομικό Μυστήριο με Συνταγές
40. IRVINE WELSH - - Διαφθορά (τρία τέταρτα)
41. ΜΑΙΤΕΝΑ – Γυναίκες Τρελαμένες 3
42. JOHN IRVING – The fourth Hand
43. ΠΑΥΛΙΝΑ ΝΑΣΙΟΥΤΖΙΚ – Μυστικές Εταιρείες και Ελληνικά Πάθη (μισό)
44. GEORGE PELEKANOS – Ζήτημα Τιμής (μισό)
45. ΑΛΑΙΝ ΝΤΕ ΜΠΟΤΟΝ - Μικρή Φιλοσοφία του Έρωτα
46. BRIGITTE COPPIN - Αστεία και Τέρατα από της Γης τα Πέρατα
47. DAVID ROBERTS , GEREMY LESLIE - Pick Me Up
48. DEAN BAKOPOULOS – Please don’t come back from the moon
49. NICK BANTOCK - Urgent 2nd Class: Creating Curious Collage, Dubious Documents, and Other Art from Ephemera

Thursday, January 04, 2007

Πριγκίπισσες - Φιλίπ Λεσερμέιερ & Ρεμπέκα Ντοτρεμέρ

Ο Μάκης όλο με μαλώνει, να μην αγοράζω, λέει, στο παιδί βιβλία με πριγκίπισσες και βασιλιάδες γιατί του δημιουργούν λάθος εικόνα για την πραγματικότητα. Να του αγοράζω, λέει, πιο επιστημονικά βιβλία , για το ανθρώπινο σώμα για τη φυσική και λοιπά. Τότε εγώ του λέω άμα του αρέσουν αυτά τα βιβλία να πάει σε ένα βιβλιοπωλείο και να τα πάρει, τα βιβλιοπωλεία είναι καλά μέρη δε σε δαγκώνουν. Κι εκεί λήγει η συζήτηση μας κι εγώ αγοράζω ό,τι βιβλία θέλω. Άλλωστε οι πριγκίπισσες που διαβάζουμε εμείς είναι νέου τύπου, μη μηχανάκια και i-pod, διαβαστερές και σουρλουλούδες καθόλου δεν τις ενδιαφέρουν τα λούσα και χτενίσματα άσε που άμα λάχει μεταμορφώνονται και σε βατραχίνες για τον έρωτα τους.
Ειδικά το βιβλίο Πριγκίπισσες των Φιλίπ Λεσερμέιερ και Ρεμπέκα Ντοτρεμέρ (εκδόσεις Μεταίχμιο) είναι άπαιχτο. Το ανέφερα ξανά αυτό το βιβλίο αλλά τότε δεν είχα εντρυφήσει. Σήμερα που το έπιασα και το κοίταξα με προσοχή έχω μαγευτεί, έχω κολλήσει ,θέλω να μπω εκεί μέσα και να μείνω μερικές βδομάδες. Σε κάθε σελίδα που γυρίζαμε κάναμε Αααααα με τη μικρή και στην επόμενη Ωωωωωω, σα χαζές μάνα και κόρη.
Είναι ένα βιβλίο αφιερωμένο σε διάφορες ξεχασμένες πριγκίπισσες και στις συνήθειες τους αλλά και σε συμβουλές για το πώς να ξεχωρίζετε τις αληθινές πριγκίπισσες από τις άλλες τις ντεμέκ. Ορίστε και 3 εικόνες για να καταλάβετε τι εννοώ. Η πρώτη είναι αγαπημένη της κόρης μου, η πριγκίπισσα Μισοφέγγαρη που περνάει ατέλειωτες ώρες στέλνοντας μηνύματα καπνού στις φίλες της πράγμα που εκνευρίζει αφάνταστα τους γονείς της.



Μετά έχουμε την πριγκίπισσα Κιτα Μεκιάλο που φοράει τα πιο εκκεντρικά φορέματα και αγαπάει την εκκεντρική διακόσμηση (αυτή θα μπορούσα να είμαι εγώ αλλά το όνομα μου δεν είναι συνδεδεμένο με τα μεγαλύτερα σκάνδαλα).
Έτσι καταλήγω ότι μάλλον είμαι η Πριγκίπισσα Αλεξία του βασιλείου της Λεξιμανίας που διαβάζει ό,τι βρει μπροστά της, διηγήματα, ποιήματα, φιλοσοφία ανόητα μυθιστορήματα (και κουτιά από κορν φλέικς προσθέτω εγώ) και γράφει και την ιστορία της ζωής της.



Monday, January 01, 2007

Πρωτοχρονιά

Πριν μια βδομάδα έγραφα για τα δώρα που έδωσα ή θα έδινα, οι διακοπές ήταν μπροστά μου και όλα φαίνονταν να πηγαίνουν καλά. Σήμερα πρώτη μέρα του χρόνου είμαι απίστευτα κουρασμένη, ο παππούς είναι ακόμη στο νοσοκομείο και περνάω τις μέρες μου μαγειρεύοντας, φροντίζοντας, καθισμένη σε μια καρέκλα νοσοκομείου, διαβάζοντας, διαβάζοντας πολύ (τουλάχιστον), κλαίγοντας που και που αλλά και αισιόδοξη ότι δε μπορεί θα γυρίσει και θα έρθουν πιο χαρούμενες μέρες. Ακούω από χθες ένα τραγούδι που λέει «χαμογέλα, μικρή μου, χαμογέλα μόνο αυτό αξίζει» (Compay Segundo/Lou Vega - Niña Sonrie) και το παίρνω στα σοβαρά νομίζω πάλι, ότι μιλάει για μένα.

Έχω διαβάσει τόσα ωραία κείμενα αυτές τις μέρες, στις εφημερίδες και στα βιβλία, έχω βρει τόσες ωραίες αφορμές για μπλόγκιν αλλά τώρα που επιτέλους βρίσκω μια ήσυχη στιγμή δεν τα θυμάμαι. Από βιβλία διάβασα και παρασύρθηκα στη ιστορία του το Έραγκον του μικρού Κρίστοφερ Παολίνι. Μου αρέσει Χριστουγεννιάτικα να διαβάζω ένα παραμύθι τα προηγούμενα χρόνια διάβαζα Χάρι Πότερ ή τον απίθανο Πούλμαν και την τριλογία με τη Λύρα. Φέτος ήταν ο Έραγκον. Μετά καταβρόχθισα στα γρήγορα ένα αμάρτημα που δεν είναι καθόλου αμαρτία, τη Λαγνεία, του Simon Blackburn και μετά το Τέταρτο Χέρι του Τζων Ίρβινγκ. Στο γνωστό ύφος του Ίρβινγκ με τα γνωστά κολλήματα με τα γκροτέσκα ατυχήματα και το σεξ. Αλλά δεν ήταν τόσο καλό όσο αυτό που διάβασα το καλοκαίρι. Τώρα, πριν λίγες ώρες, άρχισα το Δάσκαλο του Φρανκ Μακ Κόρτ. Μου αρέσει πάρα πολύ ειδικά τα κομμάτια που μιλάνε για τη ζωή του δάσκαλου μέσα στην τάξη και τους μαθητές, το έχω γεμίσει ήδη σημειώσεις και υπογραμμίσεις να τις διαβάσω στους συναδέλφους μου όταν γυρίσουμε στο σχολείο.

Κάτι άλλο που διαβάζω σιγά σιγά αλλά με μεγάλη ευχαρίστηση είναι το τελευταίο (ή προτελευταίο τεύχος του Time με θέμα τον άνθρωπο της χρονιάς. Όπως θα μάθατε είμαστε εμείς, εσείς κι εγώ οι χρήστες του ίντερνετ, οι μπλόγκερς, οι βιντεάδες του You Tube,΄που κάναμε τη διαφορά φέτος και θα συνεχίσουμε. Αυτό το τεύχος λοιπόν είναι γεμάτο από ιστορίες απλών ανθρώπων που άλλαξαν ριζικά τη ζωή του. Η πιο συγκινητική η νοικοκυρά από την Κορέα που έγινε δημοσιογράφος ενός νέου δικτύου ειδήσεων που γράφονται από ανθρώπους όπως αυτή. Αλλά και η ιστορία της Xάριετ Κλωσνερ που διαβάζει δυο τρία βιβλία την ΗΜΕΡΑ είναι εντυπωσιακή και απορεί λέει η Χάριετ με τους ανθρώπους που διαβάζουν μόνο ένα βιβλίο τη βδομάδα. Και εξηγεί το ΤΙΜΕ γιατί οι κριτικές της έχουν τόση απήχηση: “Online critics have a kind of plain-folks authenticity that the professionals can’t match. They’re not fancy. They don’t have an agenda. They just read for fun, the way you do. Publishers treat Klausner as a pro, sending her free books – 50 a week- in hopes of getting her attention.”

Αλλά και η Καθημερινή έχει ένα μικρό κομματάκι για μας: "Για χιλιάδες Έλληνες το 2006 άλλαξε τη ζωή του. Δεν παντρεύτηκαν, δεν χώρισαν, δεν έγιναν πλούσιοι. Συνέβη κάτι λιγότερο συναρπαστικό: ανακάλυψαν τις παράπλευρες χάρες του ίντερνετ. Ανακάλυψαν το μπλογκ, ανέβασαν τα τραγούδια και τις μουσικές τους στο MySpace, κατέβασαν τo αγαπημένο βίντεο τους στο YouTube".

Το 2006 για μένα ήταν έτσι κι έτσι: ξεκίνησε το Φλεβάρη με τροχαίο ατύχημα που μου στοίχισε (ευτυχώς μόνο) ένα αυτοκίνητο και έκλεισε με πολλές επισκέψεις στο νοσοκομείο για τον πεθερό μου. Ενδιάμεσα, βγήκα αρκετά, ήπια πολύ, έτρεξα πολύ, διάβασα πολύ, πήγα 2 φορές διακοπές, γνώρισα καινούριους ανθρώπους , μπορεί και να ξεκίνησα δυο καινούριες φιλίες, άλλαξα σχολείο και πήγα σε ένα καλύτερο στο οποίο ανυπομονώ να γυρίσω. Νομίζω γενικά θετικός ο απολογισμός, έ, τι λέτε; Και για το 2007 είμαι σίγουρη ότι θα είναι ακόμη καλύτερα τα πράγματα γιατί ελπίζω ότι δεν θα ξανατρακάρω.
Κλείνω αυτό το πρώτο κειμενάκι του χρόνου με ένα ερώτημα. Την ιδέα την πήρα από δω που μπορείτε να δείτε πολύ ωραία κείμενα. Εσείς λοιπόν για ποιο λόγο είστε αισιόδοξοι;

Η φωτό, το θέατρο μας, τη νύχτα. Άντε, τώρα έχετε δυο λόγους να έρθετε στη Λάρισα.