Saturday, July 22, 2006

Tom Jones by Henry Fielding

Διαβάζω τον Tom Jones του Henry Fielding. Βιβλίο επικών διαστάσεων με τις 800 τόσες σελίδες του στο Αγγλικό πρωτότυπο. Φαντάζομαι θα έφτανε τις 1000 τουλάχιστον στην Ελληνική μετάφραση. Και τι άθλος θα ήταν να μεταφραστεί αυτό το τεράστιο έργο του 18ου αιώνα που οι Εγγλέζοι γράφουν ακόμη με τα thy και thou οι λέξεις έχουν άλλη ορθογραφία και η σύνταξη θυμίζει αρχαία ελληνικά. (έκανα λάθος όμως, τώρα έψαξα και είδα ότι έχει μεταφραστεί από την Έφη Καλλιφατίδη, στις εκδόσεις Gutenberg. Όποιος έχει υπ’όψη του τη μετάφραση ας μας πει.)

Όταν ήμασταν στο Πανεπιστήμιο είχαμε κάνει υποχρεωτικά ένα άλλο βιβλίο του συγγραφέα, το Joseph Andrews, που έμοιαζε κάπως στην πλοκή και τις ιδέες αλλά ήταν πολύ μικρότερο. Το συγκεκριμένο είναι ένα τούβλο, ευτυχώς σε έκδοση Penguin ξέρετε με τις πολύ λεπτές σελίδες για να μη βαραίνει, να μπορείς να το κρατάς ακόμη και με το ένα χέρι και με το άλλο να κρατάς το χερούλι στο βαγόνι του μετρό.

Το βιβλίο τώρα είναι ένα κωμικό μυθιστόρημα ηθών. Η ηθική της εποχής μας φαίνεται αστεία πια, αλλά φαντάζομαι στην εποχή του θα είχε σοκάρει τρομερά. Απ’ότι διαβάζω μάλιστα θεωρούνταν τρομερό να το έχει διαβάσει μια κοπέλα εκείνη την εποχή μια και μιλάει για έρωτες εκτός γάμου, για γάμους που δεν εγκρίνονται από τον πατέρα και …φτου κακά για προγαμιαίο σεξ! Ε, βέβαια, θα ήταν κάτι σαν να διαβάζει τη Γκαμιανί ένα σημερινό δεκατετράχρονο. Ο Φίλντινγκ όμως έχει πλάκα, μιλάει για όλα αυτά με ένα πολύ σοβαρό ύφος, βάζει τους ήρωες του να μιλάνε με τον τρόπο της εποχής τους, με κάτι προτάσεις τρεις γραμμές για να πούνε «Ευχαριστώ που με θυμήθηκες στη διαθήκη σου». Σε κάθε κεφάλαιο γράφει έναν πρόλογο που μας λέει με λίγα λόγια τι θα ακολουθήσει. Στην αρχή του βιβλίου λέει ότι μπορεί να μη μας ενδιαφέρουν όλα οπότε να διαβάζουμε την περίληψη και να πράττουμε αναλόγως. Παρομοιάζει μάλιστα το βιβλίο του με κατάλογο εστιατορίου που περιγράφονται τα διάφορα πιάτα.

Είναι γεμάτο συμβουλές για το γάμο και την ανατροφή των παιδιών και μου αρέσει που δε χάνει χρόνο με περιγραφές περιττές. Λέει, ας πούμε, όταν θέλει να δείξει ότι μια ηρωίδα είναι ιδιαίτερα άσχημη ότι μοιάζει με μια κυρία σε πίνακα του William Hogarth.


(Ορίστε και ο πίνακας, δεν είναι φοβερό το ίντερνετ;). Και όταν περιγράφει την ωραία του βιβλίου την παρομοιάζει με ένα άγαλμα, την Αφροδίτη των Μεδίκων.

Το βιβλίο δεν το έχω τελειώσει ακόμη, οπότε μάλλον θα σας ξαναγράψω γι αυτό. Και ήθελα πραγματικά να το διαβάσω πιο γρήγορα. Αλλά η γλώσσα το ύφος με δυσκολεύουν κάπως. «Μα γιατί το διαβάζεις;» με ρώτησε μια φίλη. Μα μου αρέσει κι ας με ζορίζει. Μόνο που έχω πάρει και το τελευταίο του John Irving (εντελώς διαφορετικό ύφος) και ήθελα αυτό να κρατάω την Τετάρτη που αρχίζει το δεύτερο μέρος των διακοπών. Φεύγουμε για Ρόδο, για το σπίτι των γονιών μου, το βασίλειο των αστυνομικών βιβλίων θα σας ξαναγράψω από εκεί σίγουρα. Ο αστυνόμος Χαρίτος μου έχει δώσει ραντεβού μαζί με διάφορους συναδέλφους του απ’όλο τον κόσμο. Έχω να πάω από πέρσι και ο μπαμπάς μου θα έχει κάνει φοβερές προμήθειες.

Υ.Γ. Μου συνέβη και ένα απίθανο για μένα γεγονός. Ο Λάρρυ Κουλ, δικτυακός ποιητής και συγγραφέας, μου έγραψε για να μου στείλει το βιβλίο του. Όπως είδα στο Μπουκατάκ με πρόλαβαν και ήδη το διάβασαν, εγώ βασανίζομαι με τον Τομ ακόμη. Αλλά χάρηκα τόσο πολύ με το γεγονός, αισθάνθηκα σαν να γράφω κι εγώ στην αγαπημένη μου Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας, ή στα Βιβλία του Βήματος, ή στο Βιβλιοδρόμιο των Νέων. Είχα ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Είμαι πολύ ψώνιο;

Υ.Γ. 2 Δεύτερα πρωί και συμπληρώνω το κείμενο με παραπομπή σε άρθρο του Αθήναιου με το ίδιο θέμα: "My name is Jones, Tom Jones", έγραφε το Φεβρουάριο και μου αρέσει εκεί που λέει ότι ο Τομ είναι μεγάλος αλήτης!

Wednesday, July 19, 2006

Reading Lolita in Tehran


Χθες το μεσημέρι καθίσαμε να φάμε. Ο Μάκης έχει μια (μόνο) κακή συνήθεια, θέλει ανοιχτή την τηλεόραση όταν τρώμε και ταυτόχρονα να διαβάζουμε την εφημερίδα (μισή – μισή ) και να σχολιάζουμε. Η εφημερίδα δε με ενοχλεί, η τηλεόραση με διαολίζει. Anyway, χθες καθώς τρώγαμε είχα την αίσθηση ότι από μέρα σε μέρα θα ξεσπάσει ο πόλεμος και θα λέμε: «Δεν το περίμενα, ήμουνα σίγουρη ότι η Ελλάδα θα μείνει απ’έξω». Έτσι έλεγαν και οι Εγγλέζοι όταν ξέσπασε ο 2ος Παγκόσμιος.

Η μικρή μέσα παίζει με μια φίλη της εγώ κάθομαι στον υπολογιστή μου (έβαλα και ένα ταψί γεμιστά στο φούρνο) και ήθελα να σας γράψω για ένα ωραίο βιβλίο που διάβασα πέρσι: «Reading Lolita in Tehran” της Azar Nafisi. Έχει βγει και στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Λιβάνη.

Το βιβλίο μιλάει λοιπόν για μια καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης που το 1995 παραιτήθηκε από τη θέση της για πολιτικούς λόγους. Είχε όμως την ιδέα να καλέσει 7 φοιτήτριες της και να συνεχίσει τα μαθήματα της στο σπίτι της. Κάτι σαν ιδιαίτερα μαθήματα δηλαδή με θέμα την Αγγλική Λογοτεχνία. Μόνο κοπέλες γιατί θα ήταν πολύ επικίνδυνο να βάλουν και άντρες στην παρέα τους (σύμφωνα με την κυβέρνηση). Το βιβλίο διηγείται τις ιστορίες των μαθητριών και της καθηγήτριας αλλά και των βιβλίων. Βιβλίων κλασικών όπως η Λολίτα του Ναμπόκοφ, που παίρνουν καινούριο νόημα σε αυτή την κοινωνία. Η διήγηση μου άρεσε πολύ γιατί κλέβουμε ματιές από μια άλλη χώρα που προσωπικά δεν ξέρω καλά. Αλλά τελικά όλους τους ανθρώπους άσχετα από το που ζούμε μας απασχολούν τα ίδια πράγματα, ο έρωτας, η φιλία, το φαγητό , τα παιδιά μας, η τέχνη. Οι γυναίκες που βλέπουμε ντυμένες στα μαύρα έχουν και μια άλλη ζωή χρωματιστή και ενδιαφέρουσα.
Το πιο ωραίο ήταν ότι ενώ ο κόσμος άλλαζε γύρω τους - οι φονταμεταλιστές δεν κρατούσαν τις υποσχέσεις τους για ισότητα και δημοκρατία - οι ηρωίδες του βιβλίου συνεχίζουν να διαβάζουν. Καθόλου ανυποψίαστες. Είναι σαν το διάβασμα να είναι η σωτηρία τους, η μόνη σταθερή στη ζωή τους.
Κάτι άλλο που μετράει στα συν του βιβλίου είναι ότι σε ωθεί να (ξανα)διαβάσεις τα κείμενα που συζητάει. Μου αρέσει πολύ αυτό. Συνήθως αγοράζω δυο τρία βιβλία μαζί αλλά μετά το ένα βιβλίο σε οδηγεί σε κάτι άλλο και παρακάμπτεις αυτά που είχες αγοράσει, επιστρέφεις αργότερα, μια πορεία με πολλά ζιγκ ζάγκ.

Η Αζάρ Ναφίσι έφυγε από την Τεχεράνη και πήγε στις ΗΠΑ όπου και διδάσκει πλέον. Κάποιες φοιτήτριες της έφυγαν και κείνες για άλλες χώρες με περισσότερες ελευθερίες. Κάποιες έμειναν πίσω να το παλέψουν από μέσα και μάλιστα έγιναν και οι ίδιες καθηγήτριες στο Πανεπιστήμιο.

Σήμερα το θυμάμαι πολύ έντονα αυτό το βιβλίο, και περιδιαβαίνω το ίντερνετ βρίσκοντας ιστορίες που μοιάζουν. Από τη σελίδα των μπλογκ του Guardian βρήκα αυτό το πολύ ενδιαφέρον μπλογκ από το Λίβανο. Προσέξτε τους υπότιτλους:

Lebanon is under savage attack by Israel to collectively punish the Lebanese for Hizbollah's actions. For updates on the latest events, go here. To access all Lebanese blogs, go here.To help save Lebanon, go here. To save your life, go north. Me? I'm furious, sad, quiet and collected but the violence is suffocating

Σε ένα άλλο μπλογκ από το Τελ Αβίβ η μπλόγκερ βγάζει φωτογραφία την τηλεόραση της που δείχνει ένα Ισραηλινό κανάλι να δείχνει ένα Αραβικό κανάλι που δείχνει το Ισραηλινό κανάλι. Μπερδευτήκατε; Κι όμως έτσι είναι και λέει η σχολιάστρια:

This is just one example of how mad and complex this conflict is: We watch each other's television broadcasts, we talk to one another, and then...we bomb each other.


Αυτά λοιπόν από τη Λάρισα.

Tuesday, July 18, 2006

Στη χώρα των στερεότυπων

Είναι μερικά πράγματα που νομίζεις ότι δε θα συμβούν ποτέ σε σένα. Εσύ ήσουν πάντα ευαίσθητη απέναντι στις ρατσιστικές συμπεριφορές. Τον καιρό του πανεπιστημίου ήσουν και πιο δραστήρια, έκανες ότι μπορούσες να πολεμήσεις το αυτό του φιδιού και τα ίδια τα φίδια. Αλλά και στην καθημερινότητα είσαι ένας ανεκτικός άνθρωπος, δεν ξεχωρίζεις τους ανθρώπους ανάλογα με το δέρμα τους, τη θρησκεία τους ή τον τρόπο που κάνουν έρωτα. Και ξημερώνει η μέρα που το κάτω διαμέρισμα πρέπει να νοικιαστεί. Βάζεις την αγγελία. Οι υπόλοιποι ένοικοι της πολυκατοικίας αρχίζουν να σου βάζουν ιδέες: «Μόνο Αλβανούς να μη βάλετε». Τους αγνοείς. Και έρχονται διάφοροι άνθρωποι, οικογένειες, ζευγάρια, και η πρώτη οικογένεια Αλβανών, που είναι και οι πιο σοβαροί απ’όλους. Τώρα αρχίζουν τα προβλήματα. Εσύ τώρα πρέπει να τους πεις «Όχι κύριε δε σας θέλουμε γιατί δε γεννηθήκατε στη σωστή μεριά των συνόρων. Όχι κύριε γιατί είστε, λέει, βρώμικοι, και μας κάνετε τώρα τους καλούς αλλά μεθαύριο θα δείξετε τον πραγματικό σας εαυτό. Ενώ εμείς σας δείχνουμε από τώρα, τι σόι άνθρωποι είμαστε.»

Όχι ρε γαμώτο είναι άδικο να πρέπει να το κάνω εγώ αυτό, και να μιλήσω εγώ στους ανθρώπους εκ μέρους του ιδιοκτήτη. Είναι απίστευτο κλισέ αυτό που θα πω «Ναι ξέρετε εμείς δεν έχουμε πρόβλημα αλλά ο ιδιοκτήτης δε σας θέλει». Τις έχω διαβάσει χίλιες φορές αυτές τις ιστορίες στη στήλη του Καπλάνι, τις έχω δει στα ντοκυμαντέρ του Κούλογλου και κουνούσα λυπημένα το κεφάλι μου. Και τώρα πρέπει να τα πω κι εγώ;

Friday, July 14, 2006

Σενεγάλη, μετανάστες και ραπ

Προχθές πήγα στη Δημοτική πισίνα και κολύμπησα. Κολύμπησα 30 φορές κατά μήκος της πισίνας δηλαδή διένυσα μια απόσταση 750 μέτρων. Το άλλο πρωί ξύπνησα από την πείνα. Παρόλο που έφαγα καλά δεν μπορούσα να στανιάρω. Μια κούραση με είχε καταβάλλει, δεν είχα καθόλου ενεργητικότητα, ήθελα να πηγαίνω απο καναπέ σε πολυθρόνα. Τα χέρια μου πονούσαν και ακόμη και το να σηκώνω το πιρούνι ή να γυρίζω τις σελίδες του βιβλίου μου φαινόταν άθλος.



Σήμερα διαβάζω στην Ελευθεροτυπία το σχόλιο του Χρήστου Μιχαηλίδη για τους μετανάστες απ'τη Σενεγάλη. Η Σενεγάλη θεωρείται χώρα πρότυπο στην Αφρική λόγω της δημοκρατικότητας της. Υπάρχει φτώχια και ανεργία αλλά υποτίθεται ότι υπάρχει σταθερή οικονομία. (πληροφορίες για τη χώρα εδώ). Παρόλα αυτά πολλοί άνθρωποι αποφασίζουν να φύγουν. Μπαίνουν σε μικρά κανό και προσπαθούν να διανύσουν τα 100 χιλιόμετρα που τους χωρίζουν από τα Κανάρια νησιά (Ισπανία). Όταν φτάνουν είναι λέει τόσο εξαντλημένοι που χρειάζονται εβδομάδες για να συνέλθουν.

Στη Σενεγάλη υπάρχει πολύ πλούσια μουσική παράδοση. Ένας μουσικός, ένας ράπερ από τη Σενεγάλη έγραψε ένα τραγούδι και μπορούμε να το ακούσουμε εδώ. Το τραγούδι του λέγεται "Ζωντανοί Νεκροί". Ενώ ακούγεται, βλέπουμε και φωτογραφίες απ'την κατάληξη του ταξιδιού αυτών των ανθρώπων.
Προσπαθώ να σκεφτώ πως νιώθουν όταν φτάνουν πια. Δεν αντέχω όμως.

Η φωτογραφία από εδώ.

Saturday, July 08, 2006

Football and me

Αύριο τελειώνει επιτέλους. Εντάξει δεν πήγε τόσο χάλια όσο νόμιζα. Ίσως γιατί έφυγα ενδιάμεσα και γλίτωσα την περίοδο με τα τέσσερα ματς την ημέρα. Ίσως γιατί μεγάλωσα και καταλαβαίνω πια τι σημαίνει για σας τα μεγάλα παιδιά το Μουντιάλ.



Προχθές πάντως στη Θεσσαλονίκη, βρήκα σε ένα πανέμορφο μικρό βιβλιοπωλείο ένα βιβλιαράκι με φωτογραφίες από ποδόσφαιρο και του το πήρα. Είναι πράγματι χάρμα οφθαλμών. Έχει φωτογραφίες του Βρετανού φωτογράφου Levon Biss, που ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο και είδε το ποδόσφαιρο σε όλες τις εκφάνσεις του (στο σαιτ μπορείτε να δείτε φωτογραφίες από το βιβλίο στην ενότητα projects). Με ξένισε λιγάκι που, μια και το όλο project είναι υπο την αιγίδα της UMBRO, οι περισσότερες ομάδες φοράνε αυτές τις φανέλες. Αλλά οι φωτογραφίες είναι όμορφες και ποικίλλουν. Μου αρέσει που έχει τόσες διαφορετικές κουλτούρες, τοπία και ανθρώπους. Επαγγελματίες και ερασιτέχνες, παιδιά και γέροι, γυναίκες, άστεγοι που διοργανώνουν το πρωτάθλημα τους, φίλαθλοι, διαιτητές, όλοι βρίσκουν μια θέση στο βιβλίο. Μου αρέσει αυτή η λαϊκότητα του ποδοσφαίρου. Μου αρέσουν οι ομάδες που τραγουδάνε αγκαλιασμένες τον εθνικό τους ύμνο και γελάω με τη θρησκευτικότητα των Βραζιλιάνων. Έχει μέσα μια φωτογραφία που δείχνει μια λίστα με τα ονόματα των ποδοσφαιριστών μπροστά σε ένα καντηλάκι, θυμίζει τις λίστες που με έβαζε να γράφω η γιαγιά μου , «υπέρ υγείας», τις οποίες μετά δίναμε στον παπά της ενορίας να τις «διαβάσει».
Στο βιβλίο έχει και διάφορα αποφθέγματα που έχουν πει διάσημοι άνθρωποι του ποδοσφαίρου, κάποια γνωστά όπως αυτό του Μαραντόνα για το χέρι του Θεού και κάποια λιγότερο γνωστά.
Διαλέγω αυτό του Bob Robson: «I’m married to football and have an affair with my wife». Πάντα ήθελα να δοκιμάσω πώς είναι να έχεις εραστή οπότε it’s OK.

Friday, July 07, 2006

Madeleine Peyroux, Θεσσαλονίκη

Πήγα στη συναυλία της Madeleine Peyroux χθες σε ένα καταπληκτικό θέατρο στη Θεσσαλονίκη. Δεν είχα ξαναπάει εκεί και ενθουσιάστηκα.


Η συναυλία πολύ καλή επίσης. Κατά τις 10 η ώρα εμφανίστηκε η Μαντλέν με τρεις ακόμα μουσικούς (πιάνο, κοντραμπάσο και ντραμς). Η ίδια έπαιζε και ακουστική κιθάρα. Οι μουσικοί εξαίρετοι. Η Μαντλέν απλή, απέρριτη με αυτήν τη χαρακτηριστική προφορά του νότου των ΗΠΑ, αλλά και με ένα τρόπο να εκφέρει τα σύμφωνα σαν να μιλούσε όλη την ώρα Γαλλικά. Τα τραγούδια που μου άρεσαν πιο πολύ ήταν το Blue Alert, και το Lonesome Road.

Πολύ θα μου άρεσε να είμαι σε ένα υπόγειο τζαζ μπαρ του Παρισιού ή της Νέας Υόρκης, να κάθομαι σ'ενα μπροστινό τραπεζάκι και να την ακούω πίνοντας.

Tuesday, July 04, 2006

Νάξος

Δεν ξέρω τι να γράψω για τις διακοπές στη Νάξο. Από που ν’αρχίσω;
Και γιατί πρέπει να γράψεις; Μπορείς κάλλιστα να κάθεσαι στον καναπέ και να ονειροπολείς ή να κοιτάς και να ξανακοιτάς τις φωτογραφίες, ή να ανοίγεις το ψυγείο και να τρως τα ωραία τυράκια που έφερες ή να βάζεις στο εμπιθριόφωνο τα κομμάτια που άκουγες το βράδυ και να ξαναγυρίζεις εκεί συνέχεια μέχρι σιγά σιγά η καθημερινότητα να σε επαναφέρει στη Λάρισα και οι διακοπές στη Νάξο να είναι μια θολή ανάμνηση που θα επανέρχεται κάθε φορά που θ’ακούς τα κομμάτια στο εμπιθριόφωνο, κάθε φορά που θα κοιτάς τις φωτογραφίες κάθε φορά που θα τρως εκείνο το τυρί (αύριο μεθαύριο θα το έχουμε φάει κι αυτό).
Αλλά όχι, εσύ επιμένεις, θες να τα καταγράψεις όλα για να μην ξεχάσεις τίποτε, αφού το διάβασες σ’ένα απ’τα βιβλία των διακοπών, «too much recording, too little living”, και δε μιλούσε για το μπλογκιν.
Ξεκίνησα με τρία βιβλία στη βαλίτσα, το ένα το ξεφορτώθηκα στην Αθήνα (Ζωρζ Περέκ, Ζωή Οδηγίες Χρήσεως) αφού είχα διαβάσει το μισό και είχα απηυδήσει. Συνέχισα με Andrew Crumey, Μόμπιους Ντίκ πολύ ωραίο επιστημονικό μεταμοντέρνο θρίλερ, μου θύμισε λίγο την ταινία Memento. Στον Ελευθερουδάκη έκανα νέες προμήθειες σε βιβλία γιατί δεν ήμουν σίγουρη για τη Νάξο, επιπλέον έλεγα ότι θα έχω άπλετο χρόνο για διάβασμα μια και οι νύχτες θα τέλειωναν νωρίς, λόγω παιδιών.
Απ’την πρώτη στιγμή που ανεβήκαμε στο πλοίο όμως φάνηκε το πράγμα ότι η παρέα ήταν πληθωρική και δε θα είχαμε χρόνο για διάβασμα έπρεπε να τα χαρούμε όλα. Anyway, τέλειωσα τον Crumey, άρχισα το Lost in Music, του Giles Smith, ένα ωραίο ημερολόγιο για τη μουσική και την προσπάθεια του συγγραφέα να γίνει ποπ σταρ στη δεκαετία του 80. Εγγλέζικο χιούμορ και αυτό το βιβλίο διαβάζεται οπωσδήποτε με μουσική.

Συνέχισα με Zadie Smith, On Beauty και αυτό ήταν νομίζω η πιο πετυχημένη επιλογή των διακοπών, μου είχε αρέσει και το πρώτο της το White Teeth αλλά ετούτο είναι πιο ζουμερό, πιο διαβαστερό βρε παιδί μου, οι χαρακτήρες ενδιαφέροντες, μεγαλώνουν μέσα σου, δεν υπήρχε κάποιος να ταυτίζομαι αλλά μου άρεσε που ήταν αντιφατικοί. Πήρα μεγάλη χαρά που είδα τη συνέντευξη της στον Ταχυδρόμο του Σαββάτου.

Με αυτά τα βιβλία κύλησαν οι διακοπές αλλά νομίζω η πιο πετυχημένη αγορά που έκανα ήταν ένα άλλο βιβλίο. Πάλι στην Αθήνα από τον Παπασωτηρίου πήραμε ένα βιβλίο με τον Wally το παιδί με τα μαύρα μαλλιά και τα γυαλιά που κρύβεται μέσα σε σελίδες σχεδιασμένες με χιλιάδες λεπτομέρειες. Αυτό το βιβλίο ήταν μια σανίδα σωτηρίας σε στιγμές απίστευτης βαρεμάρας που έπρεπε να περιμένουμε σε ουρές ή στο καράβι. Η μικρή το κοιτούσε και τα ξανακοιτούσε και ήταν τόσο απασχολημένη που ξεχνούσε ότι πεινάει, διψάει, κατουριέται, πονάει το πόδι της, έχει καεί από τον ήλιο, την τσίμπησε ένα έντομο και της έβγαλε τη γλώσσα ένα κακομαθημένο.




Το πιο ωραίο των διακοπών όμως ήταν κυρίως η παρέα μας: ξεκίνησαμε δυο μαμάδες με τρεις συνολικά κόρες και με κάποιες επιφυλάξεις για το αν θα έκαναν παρέα τα παιδιά (λόγω διαφορετικών ηλικιών, 7-11-13 με τη δική μου να είναι η μικρότερη) τελικά οι κόρες της Όλγας ήταν μια αποκάλυψη και δέσαμε φοβερά καλά όλοι. Πέντε κορίτσια λοιπόν στα σοκάκια της Χώρας και σ’όλες τις παραλίες του νησιού, κολυμπήσαμε, περπατήσαμε, καήκαμε, μεθύσαμε (λίγο), παίξαμε ρακέτες, διαβάσαμε, βγάλαμε φωτογραφίες, φάγαμε, φάγαμε πολύ και καλά, είπαμε ιστορίες ( με είχε πιάσει απίστευτη πάρλα, το ακροατήριο με λάτρευε και με παρότρυνε να λέω κι άλλα). Νομίζω ότι εκτός απ’τα φαγητά και τα γλυκά που κουβάλησα έφερα πίσω και δυο καινούριες φιλίες με τις υπέροχες Στεφανία και Αφροδίτη! Με τη δε Όλγα αναβαθμιστήκαμε, περάσαμε σε άλλα επίπεδα φιλίας, τώρα προγραμματίζουμε το επόμενο ταξίδι μας όπου παίζουν η Μήλος, η Σκιάθος αλλά και το εξωτερικό.



Ανακάλυψα κι ένα βιβλιοπωλείο με μεταχειρισμένα βιβλία στη Χώρα, ήταν σαν να μπήκα στη σπηλιά του Αλή Μπαμπά, ήθελα να τα πάρω όλα, τέλοσπάντων έφυγα με 5 βιβλία παραπάνω. Ο ιδιοκτήτης μου είπε αν τα διαβάσω να πάω να του τα πουλήσω στη μισή τιμή κι εγώ τον κοίταζα σαν να μου ζητούσε να του πουλήσω την ψυχή μου: «Είσαι καλά άνθρωπε μου;»

Στο γυρισμό λόγω κάποιων κενών μεταξύ πλοίων και τρένων καταλήξαμε στην περιβόητη αμαξοστοιχία 602, τρένο παλιού τύπου, όχι ιντερσίτι. Στην αρχή είχα πάλι κάποιες αμφιβολίες για το αν έκανα καλά που το πήρα αλλά τελικά γνωρίσαμε μια οικογένεια με 2 αγοράκια που πήγαινε Λαμία και αυτή η γνωριμία ήταν το κερασάκι στην τούρτα των διακοπών μας: τα 2 παιδάκια ήταν τόσο ευγενικά και δροσερά, ειδικά ο μικρός είχε συναισθηματική νοημοσύνη στα ύψη, χαιρόσουν να μιλάς μαζί του. Είχαν πάει σ’ένα γάμο στην Αθήνα όπου είχε γίνει «παραμυθάκι» και μας έλεγε τις εντυπώσεις του. Το μπαμπά δεν τον άφηναν να μιλάει πολύ γιατί δεν έχει μάθει καλά τη γλώσσα ακόμη. Έτσι και το τελευταίο κομμάτι του ταξιδιού μας πέρασε ομαλά.
Όλα καλά λοιπόν, πίσω στο σπιτάκι μας, τρελαίνομαι για ταξίδια αλλά η αλήθεια είναι ότι πουθενά δεν κοιμάμαι όπως στο κρεβάτι μου, είναι και η συντροφιά βέβαια ;-) Καλώς σας βρήκα!