Monday, December 25, 2006

Δώρα, δώρα, δώρα

Φέτος είχα τη φαεινή ιδέα να αγοράσω για όλους ως δώρα βιβλία. Η ιδέα ξεκίνησε γιατί δεν είχα πολύ χρόνο και ήθελα να πάω σ’ένα μαγαζί και να τα πάρω όλα, αλλά όσο τη σκεφτόμουνα μου άρεσε όλο και περισσότερο. Έτυχε να το αναφέρω στο σχολείο και κάποιος με ειρωνεύτηκε λέγοντας μου ότι δε θα αρέσει και πολύ η ιδέα μου , ειδικά στα παιδιά, όμως εγώ διαφωνώ. Την έμπνευση για να το ξεκινήσω δε (μεγάλη έμπνευση γενικά αυτός ο άνθρωπος), μου την έδωσε ο Αθήναιος που είπε ότι θα κάνει δώρα από την κουζίνα φτιαγμένα απ’τα χεράκια του. Πολύ καλή αυτή η ιδέα και κατά καιρούς χαρίζω κι εγώ τέτοια δώρα, αλλά φέτος ήταν αδύνατο να αφιερώσω τόσο χρόνο. Έτσι σκέφτηκα να χαρίσω αυτό που ξέρω να κάνω κι εγώ καλύτερα, να διαλέγω βιβλία. Είμαι κα τυχερή γιατί έχουμε ένα πολύ καλό παιδικό βιβλιοπωλείο το Σκάλα Παιδικό, με την κοινωνικότατη Έλενα που ξημερώνεται διαβάζοντας παιδικά βιβλία και τα ξέρει ένα ένα.


Ιδού λοιπόν η λίστα μου και ελπίζω να σας δώσω ιδέες.

Ευγενία, οχτάχρονη βιβλιοφάγος με απαιτήσεις: Ιστορίες Αγάπης και Φιλίας εκδόσεις Παπαδόπουλος, κι ακόμη ένα με ένα μυστήριο με τους πίνακες του Βαν γκογκ (δε θυμάμι ακριβή τίτλο θα το βρώ όμως και θα το προσθέσω). Της τα χαρίσαμε χθες στη γιορτή της και είμαι σίγουρη ότι θα τα έχει ξεκοκαλίσει σε 2-3 μέρες.

Ξενοφώντας, δίχρονος διανοούμενος με αδυναμία στα οχήματα, Fisher Price Αυτοκίνητα, Φορτηγά, Τρένα, Αεροπλάνα, του άρεσε πολύ, ήρθε κι η γιαγιά μ’ένα αρκουδάκι αλλά το βιβλίο δεν το άφηνε απ’τα χέρια του.

Ιωάννα, εφτάχρονη πριγκίπισσα, εγκεφαλική και εύγλωττη: Το σπίτι της Νεράιδας Ευτυχίας Επιθυμίας για να μάθει να ισορροπεί ανάμεσα στις επιθυμίες της. (Κάτι πράγματα που απαιτούμε κι εμείς απ'τα παιδιά, εδώ δε το μάθαμε εμείς ακόμη).

Γιώργος τρίχρονος αδελφός Ιωάννας, τρελός με τα αυτοκίνητα. Αυτό το βιβλίο το είχα σταμπάρει από καιρό για τον Τζωρτζ. Είναι ένα βιβλίο που σε κάθε σελίδα έχει ένα όχημα (αγωνιστικό αυτοκίνητο, μοτοσικλέτα, τραίνο, πυροσβεστικό κλπ) και από κάτω πατάς ένα κουμπί και ακούς τον ήχο που βγάζει αυτό το όχημα. Ειδικά εκεί με το αυτοκίνητο F1 νομίζεις ότι είσαι στην Ινδιανάπολη. Δεν το έδωσα ακόμη το δώρο αλλά ο Γιώργος με λατρεύει γιατί του είχα πάρει ένα άλλο βιβλίο με αυτοκίνητα οπότε τώρα θα πέσει στα πόδια μου και θα με φιλάει.

Μαρία μαμά των δύο προηγούμενων και κολλητή. Αυτή αξίζει τα καλύτερα, τα ομορφότερα τα πιο ακριβά γιατί είναι πραγματική Φίλη και συγκινούμαι μόνο που τη σκέφτομαι. Θα της χαρίσω τις Γυναίκες Τρελαμένες 4 για να έρθει στο ίσα της κι ας πρέπει να το κρύβει απ’την κόρη της που κάνει άβολες ερωτήσεις.

Βάγιος, σύζυγος της προηγούμενης και μπαμπάς Ιωάννας /Γιώργου: Αυτό δεν το έχω πάρει ακόμη γιατί τελείωσαν τα λεφτά αλλά το έχω δει στον Παπασωτηρίου και είναι ταμάμ. Ιστορίες και Κρασιά από Γαλλικούς αμπελώνες.

Σοφία, wannabe δικαστής, άλλη κολλητή αυτή ευτυχώς μου δίνει wish list γιατί αλλιώς θα τα θαλάσσωνα. Φέτος όμως θα αυτοσχεδιάσω και θα της πάρω τα Άπαντα του Μπόρχες που ξέρω ότι τον λατρεύει.

Μαριάννα, νέα φίλη, θεολόγος/λογίστρια Το Εβένινο Λαούτο που διάβασε την περίληψη στο σπίτι και ξετρελάθηκε.

Μπαμπάς, βιβλιοφάγος ολκής, με ειδικότητα στα αστυνομικά. Δεν υπάρχει περίπτωση να βρω αστυνομικό που να μην το έχει οπότε του παίρνω κάτι άλλο με την ελπίδα να του αρέσει. Αντώνης Σουρούνης, το Μονοπάτι στη Θάλασσα. Εδώ σκέφτομαι και πονηρά, το ομολογώ γιατί αυτό το βιβλίο θέλω κι εγώ πολύ να το διαβάσω οπότε το χαρίζω και αργότερα το δανείζομαι.

Μαμά. Εδώ δε δυσκολεύτηκα καθόλου Το Εδεσματολόγιο της Σμύρνης. Αυτή η σειρά βιβλίων είναι πολύ ωραία γιατί δεν έχει μόνο συνταγές αλλά και διηγήσεις για τα έθιμα ,ωραίες φωτογραφίες θα ξετρελαθούν και οι δύο είμαι σίγουρη.

Αγγελική, οχτάχρονη κόρη. Εδώ έχουμε μεγάλη δυσκολία γιατί με τα βιβλία η Αγγελική έχει σχέση ανταγωνιστική, τα βλέπει ως εμπόδια που της στερούν τη μαμά της και πρέπει να πάμε πολύ προσεκτικά. Αγόρασα το βιβλίο Πριγκίπισσες εκδόσεις Μεταίχμιο, είναι ένα μικρό θαύμα, η κάθε του σελίδα ένα έργο τέχνης και τα λόγια με χιούμορ και πνεύμα. Ας ελπίσουμε να το εκτιμήσει.

Μάκης , the love of my life, ένα βιβλίο για ένα συγκρότημα που αγαπάμε και οι δύo. Οι ιστορίες πίσω απ’τα τραγούδια των Beatles. Θα βάλουμε στο πικάπ το Help να παίζει δυνατά, θα καθίσουμε στον καναπέ και θα το ξεφυλλίσουμε αγκαλιά.


Χρωστάω κι άλλα βιβλία σε καλούς φίλους και φίλες, στον αδελφό μου, στους κολλητούς στην Αθήνα. στους μπλόγκερζ που αγαπώ αλλά αυτά στη δεύτερη δόση, την Πρωτοχρονιά.

Καλά Χριστούγεννα!

Thursday, December 14, 2006

Περί μπλόγκιν

Μια φίλη μου σκέφτεται να φτιάξει το δικό της μπλογκ και ζήτησε τη γνώμη μου. Τόσο καιρό που γράφω δεν έχω αναφερθεί σε αυτή την εμπειρία γιατί δε μου αρέσει πολύ η αυτοαναφορικότητα. Αλλά μια που με ρώτησε έχω να πω ότι είναι μόνο θετική εμπειρία για μένα ακόμη και μέσα από τα αρνητικά της. Αυτά δεν έχουν να κάνουν τόσο με το μέσο, όσο με τις ανθρώπινες αδυναμίες μας και τη ματαιοδοξία μας που μερικές φορές μας παρασέρνει. Συν μια τάση να κοιτάμε από την κλειδαρότρυπα γιατί τι άλλο είναι αυτή η μανία μας να διαβάζουμε τις ιστορίες των άλλων ανθρώπων. Όταν πρωτοβγήκαν τα reality είχαμε έντονες διαφωνίες με μια φίλη μου που τα ψιλοπαρακολουθούσε ενώ εγώ ήμουν εντελώς εναντίον τους. Δε μου άρεσαν, τα έβρισκα ανέντιμα, ντρεπόμουνα για λογαριασμό αυτών των ανθρώπων. Πέρσι όμως με τα μπλογκ κόλλησα πραγματικά και αφιέρωνα αναλογικά πολύ χρόνο σε αυτά, χρόνο που ξέκλεβα απ’το διάβασμα ή απ’την ξεκούραση μου. Η φίλη μου παρατήρησε ότι δεν είχε και μεγάλη διαφορά από ένα ριάλιτι σόου. Είχε βεβαία και το επιπλέον ενδιαφέρον ότι εδώ ήταν γραπτά τα πράγματα πράγμα που άφηνε περιθώρια στη φαντασία, ήταν σαν διάβαζα δέκα μυθιστορήματα ταυτόχρονα.
Αυτό ήταν το μόνο αρνητικό κομμάτι το ότι δηλαδή ξεκινώντας να γράψω στο μπλογκ άρχισα να διαβάζω και πολλά άλλα και να με απασχολούν οι ιστορίες ανθρώπων που δε θα δω και δε θα γνωρίσω ποτέ.
Όσο για το δικό μου γράψιμο μόνο θετικά απεκόμισα. Κατ’αρχήν άρχισα να γράφω, ενώ πριν ήμουνα μια τεμπέλα και μισή. Δεύτερον όλοι οι άνθρωποι που με γνώρισαν μέσα από το μπλογκ μόνο καλά λόγια και λόγια συμπαράστασης, αγάπης, (και λίγο φλερτ) είχαν να μου πουν, κανένα αρνητικό κλίμα, καμία κακεντρέχεια. Τρίτον γνώρισα και στην πραγματικότητα μερικούς πολύν ενδιαφέροντες ανθρώπους, και ξανασυνάντησα μετά από χρόνια κάποιους που είχα χάσει. Αλλά και μόνο το ότι κάποιοι άνθρωποι σου γράφουν και σου λένε ότι «βρήκα το μπλογκ σου και κόλλησα, το διάβασα όλο σε μια μέρα» είναι τεράστιο ego boost για μένα που δεν γράφω πουθενά αλλού, που το γράψιμο είναι το χόμπι μου.
Γενικά λοιπόν το συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όσους αγαπούν να γράφουν. Ειδικά δε, για συγγραφείς νέους η παλιούς νομίζω ότι είναι το τέλειο μέσο για να έρχονται σε επαφή με τους αναγνώστες τους. Αν θέλουν αυτή την επαφή βέβαια και δεν τους αποπροσανατολίζει.

Κατά τα άλλα καλά, συνεχίζουμε σε hospital mode με τον παππού αλλά έχει κα τα καλά της η υπόθεση: έχω διαβάσει τέσσερα βιβλία σε 10 μέρες. Τα δύο τελευταία

The Bad Mother's Handbook - Kate Long
Αυτό ήταν στο πακέτο που μου έστειλε η Μπι μαζί με τα βιβλία του Αγαπητού. Νομίζω ότι της το είχα δωρίσει εγώ πέρσι. Όταν το άρχισα, την Κυριακή τα ξημερώματα στο νοσοκομείο, είχα πολλά νεύρα και μου φάνηκε πατάτα. «Μα τι μαλακίες πάω και αγοράζω για τις φίλες μου» σκέφτηκα. Αλλά τι να έκανα, ήμουν εκεί Κυριακή πρωί και δεν υπήρχε και κανένας αυτόματο βιβλιοπώλης όπως αυτός του Σταθμού Λαρίσης, έτσι το συνέχισα.

Σιγά σιγά όμως το αγάπησα αυτό το βιβλιαράκι που μιλάει για τρεις γενιές γυναικών κάπου στη βόρεια Αγγλία, κοντά στο Μάντσεστερ. Η γιαγιά έχει λίγο Αλτσχάιμερ, λίγο γεροντική άνοια, η μαμά είναι 34 και έχει μια κόρη 18 χρονών, νιώθει ότι όλα της τα όνειρα έχουν ματαιωθεί, για γκόμενους ούτε λόγος όλο νεύρα και υστερία. Η κόρη στον κόσμο της νομίζει ότι η (σεξουαλική) ζωή σταματά στα 22 και έχει όλη την έπαρση και τη φρεσκάδα των 18ρηδων. Σαν ιστορία δεν είναι και πολύ πρωτότυπη μπορώ να σκεφτώ τουλάχιστον 10 βιβλία που έχουν ακριβώς το ίδιο θέμα αλλά κάτι σε αυτό το κάνει πράγματι διασκεδαστικό. Αυτό χρειαζόμουν κι εγώ άλλωστε στην κατάσταση μου. Αλλά σε κάποια φάση έπινα καφέ και ξεκαρδίστηκα με κάτι που διάβαζα και τώρα το βιβλίο δεν επιστρέφεται. Sorry Bi! Θα σου πάρω άλλο, καλύτερο.

Σχεδόν Σούπερ – Εύη Λαμπροπούλου
Διάβασα κι ένα άλλο που μου δόθηκε για τους σκοπούς του bookcrossing. Μου το είχε πει η Μαρία ότι είναι ψιλοχάλια αλλά δεν την πίστεψα. Τελικά είχε δίκιο. «Σχεδόν Σούπερ» λέγεται. Να το αποφύγετε. Πολλά κλισέ, πολύ προβλέψιμο το τέλος, θα προτιμούσα να κατέληγε όπως οι ήρωες του Irvine Welsh μες τη βρώμα και την παρακμή.

Saturday, December 09, 2006

Παναγιώτης Αγαπητός, Το Εβένινο Λαούτο, Ο Χάλκινος Οφθαλμός

Οχτώμιση το πρωί του Σαββάτου. Μόλις τέλειωσα και το 2ο βιβλίο του Παναγιώτη Αγαπητού «Ο Χάλκινος Οφθαλμός». Διάβασα και το επίμετρο και είναι τόση η χαρά μου για τα δυο βιβλία που μου’ρχεται να τα ξαναρχίσω απ’την αρχή. Το Εβένινο Λαούτο εκδόθηκε το 2003. Δεν ξέρω για ποιο λόγο ανέβαλλα να το διαβάσω τόσο καιρό. Ευτυχώς η φίλη μου η Λαμπρινή μου το έστειλε πριν λίγο καιρό μαζί με το καινούριο τον Οφθαλμό. Εδώ και μια βδομάδα που τα διαβάζω έχω χαθεί στις ιστορίες τους και το χωροχρόνο τους. Είναι δυο ιστορίες μυστηρίου που διαδραματίζονται τον 9ο αιώνα, το πρώτο στην Καισάρεια και το δεύτερο στη Θεσσαλονίκη. Από τις πρώτες σελίδες του Λαούτου όπου οι ήρωες φτάνουν οδικώς στην Καισάρεια μπαίνουμε στο κλίμα της εποχής με τις δημόσιες εκτελέσεις τους ανασκολοπισμούς, τις δυσκολίες μετακίνησης, τους στρατιωτικούς, τις ίντριγκες.
Κεντρικός ήρωας ο Λέοντας κάτι σαν δικαστής, απεσταλμένος του αυτοκράτορα Θεόφιλου ως πρεσβευτής. Κάποιες συγκυρίες τον αναγκάζουν να αναλάβει να εξιχνιάσει μια περίπλοκη ιστορία φόνων και η ιστορία ξετυλίγεται.
Δε θέλω να γράψω για τη ιστορία αλλά σας λέω ότι τα βιβλία είναι εθιστικά. Είχα συνεχώς ένα ενοχλημένο ύφος όταν με διέκοπταν απ’την ανάγνωση μου αυτές τις μέρες. Τα ονόματα ξυπνούν άλλες μνήμες και μου άρεσε να τα προφέρω φωναχτά. Ονόματα που στο χωριό μας είναι βαφτιστικά όπως τα Πριμικίριος, Σακελλάριος ή επίθετα όπως το Πρωτονοτάριος είναι, μαθαίνω, βυζαντινά αξιώματα, εκκλησιαστικά και άλλα.
Εδώ θα ομολογήσω κάτι που ξέρω θα παραξενέψει πολλούς. Εγώ το Βυζάντιο το αντιπαθώ! (Να, το το είπα) Δεν ξέρω γιατί, το έχω συνδέσει πολύ με την εκκλησία και με τα Θρησκευτικά του σχολείου και δε μου ταιριάζει καθόλου. Έτσι αυτά τα δυο βιβλία με τους έρωτες των πιστών, τα εξώγαμα παιδιά, τις ματαιωμένες αγάπες τις Βίκινγκ πολεμίστριες που από τότε είχαν άλλα ήθη, πιο ελεύθερα, με ενθουσίασε.

Κάπου στο επίμετρο λέει ο συγγραφέας για το πώς επηρέαζαν τη ζωή των ανθρώπων οι κίνδυνοι των μετακινήσεων, οι αργοί χρόνοι και οι μεγάλες αποστάσεις. Πράγματι οι άνθρωποι στα 33 τους θεωρούνταν σχεδόν τελειωμένοι και στα 17 μπορεί και να είχαν ήδη χριστεί αυτοκράτορες. «Η ζωή ήταν πολύ μικρή και ο θάνατος γρήγορος». Έτσι και τα βιβλία, όσες σελίδες κι αν είχαν θα μου φαίνονταν μικρά. Επίσης ήθελα να γράψω κι αυτό. Δεν ξέρω ποιο ταλέντο, ποια θεία έμπνευση μπορεί να μεταμορφώσει όλο αυτό το διάβασμα των ιστορικών πηγών (που είμαι σίγουρη ότι έχει κάνει ο συγγραφέας) σε κάτι τόσο όμορφο. Είμαι σίγουρη ότι οι πηγές από μόνες τους μπορεί να είναι και βαρετές. Αυτός ο συγγραφέας όμως ξέρει να γοητεύει τον αναγνώστη του. Σε ένα σημείο του δεύτερου βιβλίου ο Λέων το alter ego (;) του συγγραφέα ανησυχεί μήπως χρησιμοποιεί παραπανίσια λόγια. Ούτε μια κουβέντα δεν είναι περιττή κύριε Αγαπητέ, ούτε μία!

Η φωτό από αυτό το εμπορικό σάιτ με υπέροχα Χριστουγεννιάτικα (και άλλα) αντικέιμενα , της παλιάς μου φίλης από το σχολείο.

Sunday, December 03, 2006

Καλό μήνα

Τέλειωσα το MacBride και το Dying Light και μαζί του μου φαίνεται τέλειωσε κι αυτή η μαύρη περίοδος που περνούσα. Έκλεισα το βιβλίο σημείωσα σ’ένα χαρτί αυτά που ήθελα και τέρμα. Τώρα άρχισα καινούριο βιβλίο ή μάλλον βιβλία, ταχτοποίησα και το σπίτι που ήταν ένας μύλος και πάμε ολοταχώς για Χριστούγεννα. Δε θα γράψω για τα βιβλία σήμερα απλώς θέλω να σας παραπέμψω στο άλλο μου project, του σχολείου. Ζητάω και τη βοήθεια των φίλων μεταφραστών για μια απόπειρα που θα βρείτε εκεί, καθώς και των φίλων των Λατινικών εν γένει. Ο φίλος μου ο Αθήναιος ας πούμε, ξέρω ότι μεταφράζει Λατινικούς στίχους μεταξύ ψησίματος και φλαμπαρίσματος.


Η φωτό είναι τα τρέχοντα βιβλία. Την ιδέα την πήρα από δω.

Sunday, November 26, 2006

Stuart MacBride, Dying Light

Η βδομάδα μου χάλια. Χωρίς πολλά διαβάσματα γιατί πέφτω ξερή για ύπνο και στο ενδιάμεσο τρέχω σε νοσοκομεία και γιατρούς. Τις ώρες αναμονής διαβάζω το δεύτερο βιβλίο του Stuart McBride, από το Αμπερντίν της Σκοτίας, το Dying Light. Σας είχα γράψει και για το πρώτο, θυμάστε;
Όταν περιμένω στα Επείγοντα δε θέλω να κοιτάζω γύρω μου, δε θέλω να βλέπω τους ανθρώπους που έρχονται με τις πυτζάμες τους και τις παλιές παντόφλες τους, ντρέπομαι, στενοχωριέμαι. Καλύτερα να διαβάζω για πτώματα και νεκροψίες στο βιβλίο, καλύτερα να ψάχνω το δολοφόνο εκεί ανάμεσα στις σελίδες και να μην κοιτάζω τον κρατούμενο που τον έφεραν με χειροπέδες. Έπειτα είναι κι η εξέταση το πρωί, τα τηλέφωνα χτυπάνε συνέχεια και οι άνθρωποι είναι ανυπόμονοι δε σταματάνε μπροστά στην κλειστή πόρτα, στο γιατρό που εξετάζει κάποιον άλλο. Ανοίγουν και ξαφνικά το προσωπικό γίνεται δημόσιο, δεν φτάνει που ντρέπεσαι το γιατρό, τώρα σε βλέπουν κι όλοι οι περαστικοί.
Εκεί κατά τη μία το βράδυ, αν είναι καθημερινή, τα πράγματα ησυχάζουν στο νοσοκομείο. Οι γιατροί οι νοσηλευτές και οι τραυματιοφορείς παίρνουν μια ανάσα είναι ή ώρα του ντιλίβερι, της πίτσας και του σάντουιτς. Εγώ συνεχίζω το διάβασμα. Άλλη μια τέτοια νύχτα και θα το τελειώσω. Μ'αρέσει πιο πολύ απ'το πρώτο τελικά.

Την Παρασκευή - μια ανάσα πριν το δεύτερο γύρο νοσοκομειακών επισκέψεων του Σ/Κ - βγήκα για μια βόλτα στο αγαπημένο μου βιβλιοπωλείο με τα παιδικά βιβλία. Βρήκα ένα παλιό βιβλιαράκι, μάλλον το ανατύπωσαν εκ νέου, η εικονογράφηση παλιακή κι αυτή και το κείμενο ένα παιδικό τραγουδάκι. Ντίλι, ντίλι, ντιλι. Τα βράδια που δεν μπορώ να κοιμηθώ το λέω και τα ξαναλέω μέσα μου και σιγά σιγά ξεχνιέμαι.


Sunday, November 12, 2006

3 Βιβλία

Tην περασμένη εβδομάδα πήγα σε μια παρουσίαση βιβλίου: Γκάζμεντ Καπλάνι, Ημερολόγιο Μικρών Συνόρων εκδόσεις Λιβάνη. Πήγα λίγο αδιάβαστη είναι η αλήθεια γιατί το βιβλίο το έχω διαβάσει διαγωνίως. Έχω διαβάσει δηλαδή τα περισσότερα από τα κείμενα που αναφέρονται στην Ελλάδα αλλά πολύ λίγα από κείνα που αναφέρονται στην Αλβανία. Μου αρέσουν αυτά τα κείμενα και γενικά αυτά που γράφει ο συγγραφέας τους και στην εφημερίδα και στο μπλογκ του. Μου αρέσει που είναι χαμηλόφωνα που τα διαβάζεις σήμερα και τα σκέφτεσαι για μέρες. Κι ο συγγραφέας τους κάπως έτσι είναι. Μιλούσε με μια ήρεμη φωνή και οι κινήσεις των χεριών του υπογράμμιζαν αυτά που ήθελα να πει. Οι άνθρωποι που οργάνωσαν την εκδήλωση (Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Λάρισας) ήθελαν να μιλήσουν κυρίως για τη μετανάστευση και όσα καλά και αρνητικά φέρνει. Ήταν οι περισσότεροι δάσκαλοι και εκπαιδευτικοί, κάποιοι ακροατές μάλιστα ιδιαίτερα φορτισμένοι από τις δικές τους εμπειρίες. Το πιο συγκινητικό που άκουσα όμως ήταν από τον πρόεδρο Αλβανών μεταναστών Λάρισας που παρουσίασε λίγο τη ζωή του μετανάστη στην νέα του χώρα και σε κάποια στιγμή έλεγε τι (υποτίθεται) ότι δεν πρέπει να κάνουν οι μετανάστες εδώ για να μην τους κατηγορήσουν: «Τα κορίτσια να μην τα κοιτάς». Έτσι είπε ο άνθρωπος και μου ‘ρθε να κλάψω. Ως κορίτσι έχω να πω ευτυχώς που υπάρχουν και οι μετανάστες και μας σφυρίζει και κανένας άντρας στο δρόμο!
Ο Καπλάνι είπε χαριτολογώντας ότι έχει βρει το μπελά του με το βιβλίο γιατί εκείνος θέλει να μιλήσει για Λογοτεχνία και όπου τον καλούν μιλάνε για μετανάστευση. Η ώρα περνούσε είχε πάει πια 12 παρά όταν μας απεύθυναν το λόγο. Εκείνη των ώρα δε μου ήρθε καμία ερώτηση να κάνω. Την άλλη μέρα που ξύπνησα σκέφτηκα ότι πρέπει να τον ξανακαλέσουμε τον άνθρωπο και να μιλήσουμε μόνο για Λογοτεχνία και βιβλία που αγαπάμε. Να τον ρωτήσω ποιους συγγραφείς αγαπά να διαβάζει, τί σκέφτεται να γράψει στο επόμενο βιβλίο του, κλασικές ερωτήσεις βιβλιοκριτικού δηλαδή.

Δυο μέρες μετά, λες και για να εμπεδώσω το θέμα που ξεκίνησε η Τρίτη, πήγα στην ταινία Τα Παιδιά των Ανθρώπων. Ωραία ταινία, πολύ εντυπωσιακά φτιαγμένη βασισμένη σε ένα ακόμη καλύτερο βιβλίο. Όταν το είχα διαβάσει το 1996 είχε κυκλοφορήσει μια έκδοση με τον τίτλο «Τζούλιαν» από εκδόσεις Πατάκη. Τώρα είδα το ξανακυκλοφόρησαν με τον πρωτότυπο τίτλο. Πολύ ωραία μετάφραση απ’τη Σώτη Τριανταφύλλου. Λίγες μέρες πριν δω την ταινία είχα πέσει πάνω στην κριτική του Φενεκ Μικελίδη στην Ελευθεροτυπία. Ενώ διάβαζα τα λίγα πράγματα για την υπόθεση του έργου επ, λέω έγω την ξέρω αυτή την ιστορία. Η ταινία διαφέρει αρκετά από το βιβλίο σε ένα πολύ συνταρακτικό κομμάτι. Εκείνο που με είχε ταράξει τότε όταν το διάβασα, κι ας μην είχα παιδί ακόμη ήταν ότι αυτός ο άνθρωπος είχα σκοτώσει ο ίδιος κατά λάθος το παιδί του. Σε όλο το υπόλοιπο βιβλίο ήταν ένα ράκος βέβαια, χωρίς να καταφέρνει να συγχωρήσει τον εαυτό του. Είναι πολύ ωραία ιστορία, πολύ διαφορετική από τα άλλα βιβλία της P.D. James που έχει γράψει κυρίως αστυνομικά μυθιστορήματα.

Χθες κι άλλη βιβλιοπαρουσίαση, παιδικό βιβλίο αυτή τη φορά. Βαγγέλης Ηλιόπουλος, συγγραφέας του διάσημου Τριγωνοψαρούλη και άλλων. Το καινούριο του λέγεται «Που πήγαν τα Χριστούγεννα;» με πρωταγωνίστρια μια γάτα (εκδόσεις Πατάκη κι αυτά).Η παρουσίαση άρεσε στα παιδιά κυρίως γιατί έπαιζε μαζί τους και σε κάποια φάση έδιωξε τις μαμάδες γιατί μιλούσαν πολύ! Την εκδήλωση οργάνωνε ιδιωτικό σχολείο της πόλης μας. Ζήλεψα το ότι η δασκάλα μουσικής είχα κάνει πολύ καλή δουλειά, είχε μελοποιήσει τους στίχους του συγγραφέα και τα παιδιά ήξεραν όλους τους ήρωες απ’έξω και ανακατωτά, πράγμα που σημαίνει ότι τα διάβασαν με χαρά τα βιβλία. Απ’την άλλη οι μαμάδες παραπονιόντουσαν για το μεγάλο αριθμό (29) παιδιών στην τάξη και κάποιες αγέλαστες, αναίσθητες δασκάλες. Άντε βγάλε συμπέρασμα τώρα εσύ.
Ο Βαγγέλης Ηλιόπουλος θα παρουσιάσει το καινούριο του βιβλίο κι αλλού, πληροφορίες εδώ.

Thursday, November 09, 2006

DNA

Αυτή τη βδομάδα τρέχουν τόσα πολλά project στη δουλειά και το σπίτι που δεν προλαβαίνω όχι να γράψω αλλά ούτε και να διαβάσω. Ούτε μπλογκ δε διαβάζω καλά.

Τα παιδιά στο σχολείο με εκπλήσσουν κάθε μέρα. Φέτος είναι πολύ στη μόδα να φτιάχνουν αυτά τα βραχιολάκια από πλαστικά σύρματα που τα πλέκουν με διάφορους τρόπους.



Μου έχουν χαρίσει αρκέτα όπως βλέπετε αλλά χθες μου έδωσαν το πιο ωραίο, το DNA.

Από το σχήμα του είναι προφανές γιατί έχει αυτό το όνομα. Όποτε αφήσαμε τον Απλό Αόριστο στην άκρη και πιάσαμε μια συζήτηση για τη Βιολογία, τους είπα κι εγώ τα λίγα που θυμόμουνα, να 'ναι καλά ο παλιός μου Δάσκαλος.

Sunday, October 29, 2006

Leon Tolstoy, Anna Karenina

Αυτή η αλλαγή της ώρας πραγματικά μου εξασφάλισε 60 λεπτά επιπλέον σήμερα γιατί ξύπνησα πολύ νωρίς, έφαγα νωρίς και ούτω καθ’εξής. Να και το καινούριο μου ποστ λοιπόν. (Εδώ κολλάει το λαϊκόν άσμα «Ως και ο γάτος έβγαλε τη γάτα στη ταράτσα και μοναχά εμείς οι δυο χαθήκαμε απ΄την πιάτσα»).

Για βιβλία δεν έχω να σας πω πολλά γιατί εδώ και 10 μέρες περίπου έχω μπει στο σύμπαν του Λέοντα Τολστόι. Έχω φύγει για τη Ρωσία και ταξιδεύω μεταξύ Μόσχας και Πετρούπολης ακολουθώντας την άλλη Άννα, τον ωραίο καιροσκόπο Βρόνσκι, το βαρύ αλλά γοητευτικό Λέβιν, την αθώα Κίττυ. Περιπλανιόμουν για μέρες σε διάφορα βιβλία, τα έπιανα, διάβαζα μερικές σελίδες και τα παρατούσα. Τίποτε δε με συγκινούσε και μια μέρα είπα να ξεκινήσω αυτό. Η ερώτηση μου είναι η εξής: πως και δεν το είχα διαβάσει αυτό το βιβλίο μέχρι τώρα; Ε; Θα έπρεπε να είναι required reading σε κάθε φιλολογική σχολή ανεξάρτητα απ’τη γλώσσα. Είναι ένας ποταμός αυτό το μυθιστόρημα, μια βίβλος των ανθρώπινων σχέσεων που διαβάζεται σαν να γράφτηκε χθες και όχι το 1880. Ισορροπεί τόσο εξαίσια ανάμεσα στο ερωτικό και το πολιτικό, το κοινωνικό και το ατομικό που τα βράδια δε θέλω να το αφήσω. Το ότι δεν το έχω τελειώσει ακόμη οφείλεται σε πολλή δουλειά, σε ταξιδάκια στην Αθήνα, σε παρελάσεις κλπ, κλπ.

Το περασμένο Π/Σ ήμουν Αθήνα. Ούτε 48 ώρες δε συμπλήρωσα αλλά μου έφτασε. Είναι σαν να παίρνω μια τζούρα απ’το αγαπημένο μου τσιγάρο - εγώ που δεν καπνίζω- αυτά τα ταξιδάκια στην Αθήνα. Σε λίγες ώρες προσπαθώ να χωρέσω όλους τους φίλους παλιούς και νέους, υπαρκτούς και λογοτεχνικούς, αλλά και άλλες αγαπημένες δραστηριότητες όπως βιβλιοψώνια, θέατρο, εικαστικά.

Το βιβλιοπωλείο του Ελευθερουδάκη ήταν ανέκαθεν το αγαπημένο. Όταν έγινε και το μεγάλο κτίριο δε, μπορούσα να χάνομαι με τις ώρες. Ειδικά απ’το παιδικό τμήμα ποτέ δε φεύγω με άδεια χέρια. Αυτή τη φορά πήρα ένα φανταστικό βιβλίο τύπου εγκυκλοπαίδειας με τίτλο Pick Me Up (stuff you need to know). Είναι περισσότερο για παιδιά γιατί κάποια θέματα τα καλύπτει πολύ επιφανειακά με μια απλή αναφορά. Αλλά σε όποια σελίδα και να πέσει το μάτι σου υπάρχει κάτι να μάθεις. Το εντυπωσιακό είναι ότι είναι ένα βιβλίο με εικονογράφηση που θυμίζει πολύ τηλεόραση και ταινίες και έχει συνέχεια αναφορές σε άλλες σελίδες σαν να ήταν ένα δικτυακό κείμενο ας πούμε. Είναι ένας θησαυρός για το σχολείο που προσπαθώ να συνδέσω το μάθημα μου με τα άλλα μαθήματα. Αλλά και στο σπίτι περνάμε ώρες κοιτάζοντας τις λεπτομέρειες, ψάχνοντας τις διαφορές. Η εικόνα από ένα δισέλιδο που λέει You are what you read και έχει διάφορους λαούς και τους συγγραφείς τους. Στη Ρωσία, ο Τολστόι.


Το άλλο βιβλίο που πήρα ήταν κι αυτό ένα παιδικό με αυτοκόλλητα, για τη ζωή στους ωκεανούς. Μήπως από αυτά που σας έγραψα μαντεύετε ποιον μπλόγκερ συνάντησα πριν την επίσκεψη στο βιβλιοπωλείο; Για να δείτε την απάντηση πρέπει να μαυρίσετε με το ποντικάκι σας τις επόμενες λέξεις . Τον hfr.

Είχα και ραντεβού με τον Αθήναιο αλλά δεν ήρθε. Δεν πειράζει όμως, καλή καρδιά. Το υποψιαζόμουν από πριν ότι τέτοιοι άντρες υπάρχουν μόνο στα βιβλία, και στο μυαλό των κοριτσιών. Για φαντάσου να εμφανιζόταν και να μου χάλαγε τη φαντασίωση;

Πίσω στη Λάρισα, μια τρελή εβδομάδα με επιστροφή στα σχολεία, (οι συνδικαλιστές είχαν και το θράσος να μας επισκεφτούν για να ζητήσουν την ψήφο μας), γιορτή 28ης και παρέλαση στο χωριό, όπου καθώς συνοδεύαμε τα παιδιά στην πλατεία παρελάσαμε κι εμείς ουσιαστικά, με όλους τους κατοίκους να χειροκροτάνε ενθουσιασμένοι, εμένα να μου πιάνεται το φόρεμα σε ένα μηχανάκι, άσε θέαμα γίναμε πάλι. Ευτυχώς είχαμε και τα τύμπανα να μας δίνουν το ρυθμό.



Πάνω απ'όλα όμως ο Οκτώβριος που τελειώνει είναι ο μήνας των χρυσάνθεμων. Εδώ, τα φυτώρια και τα ανθοπωλεία είναι χάρμα οφθαλμών αυτές τις μέρες. Το 'χώ συνήθεια κάθε χρόνο στη γιορτή του πατέρα μου να αγοράζω ένα. Συνήθως μου ξεραίνονται μέχρι την επόμενη χρονιά αλλά φέτος έχει κρατήσει. Μόνο που δεν άνθισε ακόμη. Μπαμπά μου, Χρόνια Πολλά, σε περιμένω να πάμε για τσίπουρα.

Sunday, October 15, 2006

Letter to Nick Cave

Hi Nick, what’s up?
It’s Sunday morning, here in Greece, election day and I’m sitting in front of my computer. My daughter is watching The Lion King for the umpteenth time and I ‘ve put my headphones on and listen to music. I’m also reading the Observer Music Monthly and I happened to come across your discussion along with other musicians about music nowadays. It’s a great conversation, I really felt I was there with you people talking about the things we love about music. But you know I just wanted to tell you Nick that what you say about the advertisement is not fair. You mention how you heard the other day the song “Hurt” by Johnny Cash coming from TV and then you realized it was just an ad (you were revolted by this). Well don’t be so sorry Nick cause you know if it wasn’t the ad I wouldn’t have heard the piece. I haven’t even seen the commercial yet but music producers suddenly remembered the song and played it a lot on the radio. Not only that, they didn’t say the name or anything but you know I just jotted down the lyrics and then I want to a lyrics site, typed them in and it found it for me. So three cheers for the internet, for MySpace, for free downloads, otherwise poor teachers like me wouldn’t listen to music at all, we would be stuck to the Nick Cave vinyl we had bought in the 80s.
I used to be a big fan of yours Nick. I had a crash on you when I was 15. I had vowed to buy all your records including those with Birthday Party. I didn’t even have a boyfriend back then but listening to “From her to eternity” made me cry and I played it again and again. I had only one friend back then and he lived far from my island, in Athens. He would always call me and tell me "Are you coming for Nick's concert?", and I wouldn't and I'd cry some more. When I finally went to Athens to study it was the nineties, I had already met great man who couldn’t believe we would make love listening to Nick Cave and Nikki Sudden but there, first loves are not easily forgotten. I came to a couple of your concerts, I even bought a book of yours but I didn't have a crash anymore. I even stopped collecting your records. My brother (just a couple of years younger) still considers it a sacred duty of his to buy your CDs, though so I get to listen to them every summer I visit.
You sound a bit bitter, in this conversation Nick, but you shouldn’t. Of course there are many great groups out there and it’s great people are listening to their i-pods all the time. Since yesterday evening I’ve listened to a lot of music, music I wouldn’t even know if I only bought CDs. Since yesterday evening I listened to Bent, Roger Sanchez, Band Ane, Seckou Keita, Julieta Venegas, Alice Russel, Page France, Hefner (the last two from a music blog I just found). Only two of them seem worth of buying their CDs but I’m glad I heard them.
Anyway, that’s all I had to tell you Nick in case you ever read this. And don’t worry, we people who loved your music wouldn’t mind if it was used in ads too. If nothing else, it would remind them of an era long gone.

1 χρόνος και κάτι blogging, 100 posts, 34 χρόνια παρουσίας στη γη (έλεγα να το γράψω την Τρίτη αλλά ήθελα να απαντήσω στο Νικ), 16 χρόνια with a great man (μαζεύτηκαν πολλές επέτειοι αυτή τη βδομάδα)

Thursday, October 12, 2006

Διάφορα

- Δεν είναι εποχή για διάβασμα φαίνεται. Έχω ένα σωρό στη στοίβα με τα βιβλία που θέλω να διαβάσω, με αυτά που μου έχουν δανείσει ή αυτά που αγόρασα παρορμητικά. Αλλά δεν τα καταφέρνω. Ανακάλυψα όμως ότι μπορώ να διαβάζω δοκίμια αυτή τη δύσκολη εποχή για το μυθιστόρημα. Αγόρασα το Πολιτική και Πολιτισμός του Hans Magnus Enzensberger και το διαβάζω παράλληλα με τον Άνθρωπο χωρίς Πατρίδα του Κουρτ Βόνεγκατ. Το πρώτο πολύ ενδιαφέρον με ένα Γερμανικό σοβαρό αλλά πνευματώδη τρόπο, το δεύτερο όχι και τόσο. Σαν παραλήρημα ενός μεγάλου ανθρώπου που μιλάει χωρίς ειρμό για διάφορα που τον απασχολούν. Όχι ότι δεν είναι σωστά αυτά που λέει για την κατάσταση στην Αμερική και τους Αμερικανούς πολιτικούς Άλλα δεν είναι τόσο γραπτά κείμενα, όσο ομιλίες που έδωσε σε Πανεπιστήμια(;) διανθισμένα από με μερικά αποφθέγματα και αστεία. Η εισαγωγή της Σώτης Τριανταφύλλου είναι πιο ενδιαφέρουσα και σίγουρα είναι καλό ερέθισμα για να διαβάσουμε και τα υπόλοιπα βιβλία του εκτός από το Σφαγείο Νο 5.
- Επίσης διάβασα την τριλογία του Γκρίφιν και της Σαμπίν. Υπέροχο βιβλίο πραγματικά και ακόμη πιο καταπληκτική η εικονογράφηση. Μια ιστορία αγάπης που περνάει από πολλά κύματα και σκοτάδια μέχρι να βρεθεί σε ήρεμο λιμάνι. Ευτυχώς που άκουσα τη συμβουλή του φίλου που το πρότεινε και δεν αγόρασα μόνο το πρώτο βιβλίο γιατί θα είχα πεθάνει απ’την αγωνία μου μέχρι να μάθω τι απέγινε αυτός ο μεγάλος έρωτας. Αγόρασα και ένα άλλο βιβλίο του συγγραφέα που δεν έχει ιστορία μόνο μας δείχνει τα περίτεχνα κολλάζ που φτιάχνει. Χάρμα οφθαλμών και τα δυο.
- Πριν απ’αυτά είχα διαβάσει κι άλλο ένα βιβλιαράκι μη μυθοπλαστικό, το Ex Libris της Anne Fadiman. Σύντομο κι αυτό ανήκει στη σειρά βιβλίων για το βιβλίο όπως και το Χάρτινο Σπίτι και καν δυο άλλα που έχω στο πρόγραμμα (The book on the Shelf π.χ). Είναι μερικά άρθρα που είχαν δημοσιευτεί σε Αμερικάνικα περιοδικά και μιλάνε για διάφορα βιβλιοφιλικά θέματα όπως πώς να ενώσετε δυο βιβλιοθήκες όταν παντρεύεστε, την ακατανίκητη συνήθεια να διαβάζουμε ένα κείμενο σαν να πρόκειται να το διορθώσουμε και άλλα πολύ ενδιαφέροντα. Το αγαπημένο μου κομμάτι όμως είναι το εξής: Η συγγραφέας όταν ήταν 11 και ο αδελφός της 13 επισκέφτηκε τη Γαλλία με τους γονείς τους. Και τα δύο παιδιά ήταν από τότε μεγάλοι βιβλιοφάγοι και γενικά προέρχονταν από μια οικογένεια που διάβαζε πολύ και αγαπούσε τρομερά το βιβλία. Ένα πρωί λοιπόν, ο αδελφός της άφησε το βιβλίο που διάβαζε το προηγούμενο βράδυ, με τις σελίδες ανοιγμένες προς τα κάτω,. Το μεσημέρι γύρισαν από τη βόλτα τους και βρήκαν ένα σημείωμα της καμαριέρας προς τον αδερφό της «Sir, You must never do that to a book». Αυτό το κομμάτι μου θύμισε το φίλο μου το Βαγγέλη, επίσης μεγάλο βιβλιοφάγο, που δεν δάνειζε ποτέ τα βιβλία του. Μια μέρα λοιπόν με είδε να ακουμπάω κι εγώ ένα βιβλίο με τις σελίδες ανοιχτές προς τα κάτω και έφριξε. «Γι αυτό δε δανείζω τα βιβλία μου», μού είπε με μια αίσθηση αηδίας, σαν να τον είχα προσβάλλει προσωπικά. Πολλά χρόνια αργότερα με συγκίνησε πολύ όταν μου πρότεινε να μου δανείσει ένα βιβλίο, κι εγώ βέβαια αρνήθηκα γιατί ήξερα με τί πόνο ψυχής το έκανε.
- Είδατε εδώ στο πλάι αυτό το library thing που σας δείχνει μερικά βιβλία απ’τη βιβλιοθήκη μου; Είναι ένα πολύ ωραίο σάιτ που μπορείς να καταχωρήσεις τα βιβλία σου και σου λέει αμέσως ποιοι άλλοι άνθρωποι έχουν κοινά βιβλία με σένα και ούτω καθεξής. Μάλλον είναι μια καινούρια τάση αυτό, να καταχωρούμε, να προσπαθούμε να οργανώσουμε, να βάλουμε τάξη στο χάος των αντικειμένων μπας και βάλουμε τάξη και στη ζωή μας. Από εκεί λοιπόν πληροφορήθηκα και για ένα άλλο σάιτ που καταχωρείς κάθε είδους συλλογές. Για μένα που μαζέυω κάθε είδους αντικείμενα και εφήμερα (από κάρτες, μέχρι τενεκδένια παιχνίδια) είναι σαν να βρίσκω το εικονικό μου σπίτι. Δεν έχω βρει ακόμη το σάιτ για τους δίσκους και τα CD που πιστεύω ότι θα είχε και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

- Όταν αρχίσαμε την απεργία,λέγαμε: «Δεν μπορούμε να γυρίσουμε στο σχολείο ταπεινωμένοι, τι θα πούμε στους μαθητές μας;» Προσωπικά γύρισα στο σχολείο προχθές, δε νιώθω ταπεινωμένη είναι η αλήθεια, αλλά το πρόβλημα μου ήταν τι θα πω σε αυτό το μπλογκ. Τα παιδιά με δέχτηκαν με χαρά, ελπίζω κι εσείς…

Δύο (πρώην) απεργοί εκπαιδευτικοί βγήκαν για τσίπουρα σήμερα (α, όλα κι όλα, η φτώχεια θέλει καλοπέραση) και φάγανε τρία πιατάκια.

Tuesday, October 03, 2006

Δάσκαλοι και απεργία

Ξεκινάω να γράψω για την απεργία που συνεχίζεται και όλο τα παρατάω. Τα κείμενα μού βγαίνουν χωρίς νόημα, μια ατέρμονη λίστα από παράπονα. «Σύνελθε Άννα» λέω, «εδώ δεν ήρθες να μας πεις τον πόνο σου». Αλλά σήμερα το ξανασκέφτηκα. Αν δεν πω εδώ τον πόνο μου πού θα τον πω; Στις συνελεύσεις των εκπαιδευτικών;

Η παρακάτω σκηνή είναι απ’ τις πρώτες μέρες της απεργίας στο προαύλιο του σχολείου της κόρης μου. Ο διευθυντής ανακοινώνει ότι η απεργία συνεχίζεται και να πάρουμε τα παιδιά μας. Μια μαμά δίπλα μου αρχίζει να διαμαρτύρεται.
- (μαμά) Ορίστε κατάσταση, κι άλλη μέρα απεργία. Δεν ντρέπονται οι δάσκαλοι; Τί θα κάνω εγώ τώρα, θα χάσω πάλι το μεροκάματο;
- (Άννα) Έχετε δίκιο σε αυτό που λέτε, κι αν θέλετε να σας τα κρατήσω εγώ τα παιδιά, αλλά πείτε μου κάτι: απ’το σχολείο όπως είναι σήμερα είστε ευχαριστημένη;
- (μαμά) Όχι, είναι χάλια, δεν βλέπεις τη σκεπή που στάζει, τη βρωμιά, ….;
- (Άννα) Ε, για αυτά απεργούμε, αν δεν απεργήσουμε εμείς ποιος θα απεργήσει;

(Αργότερα έμαθα ότι η κυρία δεν εργάζεται, και δεν είχε προφανώς πρόβλημα με τα παιδιά)

Δωδέκατη μέρα της απεργίας των εκπαιδευτικών σήμερα, με μεγάλα ποσοστά στην Αθήνα και τη Θεσ/νίκη και μικρότερα εώς ανύπαρκτα στην περιφέρεια. Στο νομό Καρδίτσας που δουλεύω εγώ κυμαίνεται γενικά στο 10% και στη Λάρισα κάπου εκεί.
Γιατί απεργούμε. Όπως είπα και στο προηγούμενο ποστ ο καθένας απεργεί για τους δικούς του λόγους, αλλά όλοι όσοι απεργούμε ελπίζουμε κάτι να αλλάξει. Πάντως δεν απεργούμε για να ξεκουραστούμε, όπως μας κατηγορούν. Για τα επίσημα αιτήματα μπορείτε να πάτε εδώ, στην ιστοσελίδα της ΔΟΕ και να τα δείτε προσεκτικά. Λένε ότι παλεύουμε για το οικονομικό. Ότι ζητάμε πολλά γιατί, λέει ο βασικός είναι 600 ευρώ άρα εσύ που πας κύριε και μου ζητάς 1300 ευρώ, και μάλιστα με τόσες λίγες ώρες δουλειάς; Αυτό με τις λίγες ώρες δουλειάς έχω βαρεθεί να το ακούω και το προσπερνάω γιατί δεν απευθύνεται σε μένα. Όπως είπε και ο Θας δεν είναι σωστό να μιλάω για τον εαυτό μου αλλά σας πληροφορώ ότι σαν τη Μαρία που περιγράφει υπάρχουν πολλές.
Τώρα για τα υπόλοιπα αιτήματα νομίζω ότι δε θα διαφωνήσει κανείς. Η μείωση των μαθητών σε είκοσι ανά τάξη θα έπρεπε να είναι αυτονόητη αλλά δεν είναι όπως και πολλά άλλα. Η σωστή υποδομή στα σχολεία μας επίσης αλλά ούτε αυτό είναι.

Έχει και αηδίες μέσα το φυλλάδιο της ΔΟΕ, όπως η μείωση του ωραρίου, που θεωρώ προκλητική. Ας το θεωρήσω συνδικαλιστικό τερτίπι κι ας το παρακάμψω. Δεν έχω κάνει καμία ευρεία έρευνα αλλά με όσους εκπαιδευτικούς μιλάω είναι οι περισσότεροι θετικοί στο να μένουν παραπάνω στο σχολείο για να προετοιμάσουν τα μαθήματα, να υποστηρίξουν τα παιδιά και ό,τι χρειάζεται. Αλλά με ένα μισθό που θα σου επιτρέπει να μην ψάχνεις για δεύτερη δουλειά το απόγευμα. Και επιπλέον για ποιά προετοιμασία μιλάμε στο σχολείο όταν δεν έχουμε καλά καλά υπολογιστές, όταν αγοράζουμε γραφική ύλη οι ίδιοι, όταν δεν υπάρχουν καν τουαλέτες για να φρεσκαριστείς βρε παιδί μου. (Πέρσι στο χωριό που ήμουν όποτε πήγαινα στην τουαλέτα ερχόταν και ο Θανασάκης και μου φώναζε απ’έξω: «Άντε κυρία, πάλι κατουράς;»). Άντε να μην πω για τη βροχή και τα χιόνια.

Οι φίλοι μου λένε να μην είμαι αφελής: «Αν σας έδινε έστω και 100 ευρώ θα τα μαζεύατε και θα γυρίζατε στο σχολείο». Έτσι είναι, τα θεσμικά αιτήματα φαίνονται να είναι πάντα ένα προκάλυμμα για τα οικονομικά. Εγώ όμως θα ήθελα πραγματικά να δω να πέφτουν χρήματα στην εκπαίδευση κι ας μην πήγαιναν στους μισθούς των εκπαιδευτικών. Εδώ και 4-5 χρόνια που ασχολούμαι με τη Δημόσια εκπαίδευση έχω γυρίσει πολλά σχολεία. Η διαφορά Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι τεράστια. Στα Γυμνάσια και τα Λύκεια υπάρχουν καλύτερες υποδομές, εργαστήρια, βιβλιοθήκες, εξοπλισμός γυμναστικής. Σε κανένα από τα Δημοτικά που έχω δουλέψει δεν έχω δει κανονική Βιβλιοθήκη που να λειτουργεί. Η βιβλιοθήκη συνίσταται σε κάποια ράφια με βιβλία, σε κάθε τάξη χωριστά που με κανένα τρόπο δεν προωθούν την ανάγνωση και τη διαμόρφωση αναγνωστικής κουλτούρας. Στο φετινό σχολείο έχει συμβεί το εξής παράδοξο: Χτίστηκε πέρσι καινούριο κτίριο αλλά επειδή όταν εγκρίθηκε το σχέδιο, το σχολείο ήταν τετραθέσιο, χτίστηκαν μόνο τέσσερις αίθουσες. Φέτος το σχολείο έχει και πάλι έξι τάξεις και τις στεγάζουμε στους διαδρόμους και στη σοφίτα. Ούτε λόγος για επιπλέον χώρους ή για ένα άλλο όνειρο αυτό της χωριστής αίθουσας για την ξένη γλώσσα.

Η Ρενάτα μια συνάδελφος στην Ελευσίνα γράφει κι αυτή για την απεργία και για το τί συμβαίνει στα σχολεία για να μη νομίζετε ότι είναι η γνώμη ενός ατόμου μόνο.

Ο Hrf, συνάδελφος της Δευτεροβάθμιας έπιασε το θέμα των σχολικών βοηθημάτων αλλά κάνει και μερικά επίκαιρα σχόλια για την Παιδεία γενικότερα.

Συνεχίζουμε λοιπόν την απεργία με την ελπίδα να γίνει κάτι αλλά και με τη συναίσθηση ότι δύσκολα αλλάζουν οι καταστάσεις. Και για τους φίλους που μου λένε ότι δε συμφωνούν με την απεργία ως μέσο διεκδίκησης έχω να πω ότι δεν ξέρω κανένα άλλο τρόπο.

Να το κλείσω αισιόδοξα όμως: βαρέθηκα να είμαι σπίτι μου, θέλω να γυρίσω στο σχολείο, να δω τα παιδάκια μου, ν'αρχίσουμε τα A,B,C πάλι και τα παιχνίδια στην αυλή, να τους διαβάσω τ'αγαπημένα μου παιδικά βιβλία. Ξέρω καλά πόσο τυχερή είμαι που κάνω αυτή τη δουλειά, και γι αυτό έχω την υποχρεώση να παλεύω να τη βελτιώσω.

Friday, September 22, 2006

Tobias Hill, The Cryptographer

Αυτό το βιβλίο δε θα το ήξερα καν, κάτω από άλλες περιστάσεις. Αλλά μια κοπελίτσα που ξέρω προετοιμάζεται για εξετάσεις Proficiency και πρέπει να το διαβάσει. Το πήρα κι εγώ να πω τη γνώμη μου ως βιβλιόφιλη που είμαι.
Η ιστορία μας πηγαίνει μερικά χρόνια μπροστά, στο Λονδίνο. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό είναι ότι τα χρήματα έχουν καταργηθεί ως υπόσταση, υπάρχουν μόνο ως ιδέα, ως ηλεκτρονικό αγαθό. Αυτή την ιδέα την είχε και την ανέπτυξε ο John Law, ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, ο Κρυπτογράφος του τίτλου. Είναι ένας κατασκευαστής κώδικα, ΤΟΥ κώδικα, του άσπαστου, του τέλειου.
Απ’την άλλη πλευρά έχουμε την Άννα, μια ανώτερη εφοριακό υπάλληλο που της αναθέτουν να ελέγξει «τα βιβλία» αυτού του πολυεκατομυριούχου. Γιατί το αναθέτουν στην Άννα άραγε; Και τι θα ανακαλύψει;
Έτσι αρχίζει αυτή η ιστορία και τελειώνει ενάμιση χρόνο αργότερα περίπου όπου όλα έχουν αλλάξει για τον κόσμο αλλά και τους ήρωες μας. Αυτό που κάνει εντύπωση σε αυτό το βιβλίο είναι ότι δε φωνάζει, δε διατυμπανίζει, υπαινίσσεται. Η Άννα έχει ένα σωρό ερωτήσεις και λίγες απαντήσεις. Διάβαζα στο οπισθόφυλλο ότι αυτό είναι ένα κομψό θρίλλερ και δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί το αποκαλούσαν έτσι όταν εμένα μου φαινόταν σαν μια ιστορία αγάπης απ’την αρχή. Αλλά η λέξη κομψό είναι πράγματι ταιριαστή. Η ηρωίδα αισθάνεται πρωτόγνωρα αισθήματα που δεν ξέρει κι η ίδια πώς να τα χαρακτηρίσει. Ο κόσμος γύρω της όμως αλλάζει και δεν μπορεί να το αγνοήσει. Άσε που τα ερωτήματα που τη βασανίζουν πρέπει κάποτε να απαντηθούν. Είναι πράγματι έρωτας αυτό που νιώθει ή έλκεται από τα πλούτη και τη φήμη αυτού του ανθρώπου; Αυτός πάλι την αγαπάει ή προσπαθεί να διασώσει ό,τι του έχει απομείνει; Και τι ρόλο παίζει η γοητευτική σύζυγος του; Ο δε μέντορας της Άννας που εξακολουθεί να την αγαπάει; Τι γίνεται όταν ο κώδικας καταρρέει; Είναι άραγε όλα τόσο δυσοίωνα όσο είχαν προβλέψει;

Πριν από λίγες εβδομάδες είχα διαβάσει ένα διήγημα στο 9 της Ελευθεροτυπίας που μου είχε αρέσει πολύ. Ένας διαφημιστής προσπαθούσε να βρει μια ιδέα για να προωθήσει την κατάργηση του χρήματος όπως το ξέρουμε και να προωθήσει το πλαστικό χρήμα. Ο διαφημιστής τη βρίσκει την ιδέα και η δεύτερη σελίδα του διηγήματος είναι η αφίσα η ίδια που μας θυμίζει πόσο βρώμικο (κυριολεκτικά) είναι το χρήμα και πόσα χέρια το έχουν αγγίξει. (Αν κάποιος έχει το τεύχος ας με βοηθήσει με το όνομα του συγγραφέα). Αυτό το διήγημα θυμήθηκα διαβάζοντας το μυθιστόρημα.

Σε αυτόν τον πολύ ενδιαφέρον τόπο μπορούμε να βρούμε συγγραφείς να μιλάνε για τα βιβλία τους. Ο Τομπάιας Χιλλ μιλάει για τον Κρυπτογράφο και λέει ότι κυρίως ένα μυθιστόρημα για την εμπιστοσύνη (που σχετίζεται άμεσα με τα χρήματα, αν το καλοσκεφτούμε) και τα μυστικά.

Επίσης έμαθα ότι ο Χιλλ είναι και ποιητής και ακούστε τι τίτλο είχε πριν λίγο καιρό τουλάχιστον: Poet in Residence at London Zoo, κάτι σαν επίσημος ποιητής του Ζωολογικού Κήπου δηλαδή. Εκεί μας λέει ότι πάντα τον συνάρπαζαν τα ποιήματα με ζώα και του άρεσε πολύ η ιδέα είναι ο ποιητής του Ζωολογικού Κήπου. Αυτό συμπεριλάμβανε να δημιουργήσει ένα σαφάρι ποιημάτων, να οργανώσει αναγνώσεις ποιημάτων για παιδιά και ενήλικους και ένα διαγωνισμό ποίησης για είδη υπό εξαφάνιση. Βρε, τι σκέφτονται οι άνθρωποι σε άλλα μέρη…

Αν θέλετε να δείτε με ποιον άλλο συγγραφέα συγγενεύει μπορείτε να πάτε εδώ, να βάλετε το όνομα του και θα δείτε το αποτέλεσμα. Κάντε για τους αγαπημένους σας συγγραφείς, έχει πλάκα.

Διάβασα και το Τριανταφυλλάκι της Τζένιφερ Ντόνελι, εκδόσεις Ωκεανίδα. Πολυσέλιδο μυθιστόρημα με εκνεύρισε με τα διάφορα κλισέ που έβρισκα μέσα. Αγγλία, προηγούμενος αιώνας, εποχή Τζακ του Αντεροβγάλτη, οι εργάτες σε άθλια κατάσταση. Η ηρωίδα καταφέρνει να ξεφύγει να πάει στην Αμερική και να ζήσει το Αμερικάνικο όνειρο. Γίνεται πάμπλουτη με μια απίστευτη ευκολία, την ερωτεύονται επίσης δεξιά κι αριστερά, αν και φτωχή και κουρασμένη είναι πάντα γοητευτική, όλοι οι ήρωες δε έχουν λαμπερά μάτια σε αυτό το βιβλίο άσχετα που οι συμφορές τους βρίσκουν η μια πίσω απ΄’την άλλη. Δεν ξέρω αν φταίει το βιβλίο ή μεγάλωσα εγώ. Κάποτε διάβαζα με μεγάλη χαρά τα βιβλία της Ρόζαμουντ Πίλτσερ (το Ψάχνοντας για Κοχύλια ήταν σούπερ μπεστ σέλερ στις αρχές του ‘90. Τώρα μου φαίνονται τόσο κενά, τόσο επαναλαμβανόμενα. Είναι μια μεγάλη ιστορία πάντως, αν κάποιος θέλει ένα ποιοτικό Άρλεκιν, they are welcome.

Άλλα,άσχετα με τα βιβλία, θέματα: Μια και αρχίσαν τα σχολεία να θυμόμαστε πάντα ότι όλα τα παιδιά είναι διαφορετικά μεταξύ τους. Μια αγαπημένη μου θεωρία για την εκπαίδευση είναι αυτή των Multiple Intelligences (πολλαπλές ευφυΐες). Την ανέπτυξε ο Χάουαρντ Γκάρντνερ και υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει μια και μοναδική ευφυΐα η ακαδημαϊκή αλλά πολλές όπως η κινητική, η μουσική, η διαπροσωπική, η γλωσσική, η λογική/μαθηματική και πάει λέγοντας. Δίνει σαν παράδειγμα λοιπόν μια σχολική τάξη όπου ένας μαθητής, ας τον πούμε Ντέιβιντ, έχει μια μπάλα κάτω απ’τα πόδια του και δεν κάθεται στιγμή ακίνητος. Πιο κει, έχουμε μια άλλη κοπελίτσα τη Μπριτ που φτιάχνει το μαλλί και μουρμουρίζει ένα τραγούδι. Η Τζο λίγο πιο πέρα όλο κάτι γράφει που δεν έχει σχέση με το μάθημα και η δασκάλα της εκνευρίζεται και τής λέει να σταματήσει να ονειροπολεί. Ο Μπιλ πάλι είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα παρατήσει το σχολείο πριν τα 17, καθόλου μυαλό για γράμματα αυτό το παιδί. Για να μην πούμε για τον Κάρολο που ο μπαμπάς του όλο τον μαλώνει γιατί του αρέσει να ασχολείται με τους σκύλους και τα ποντίκια αντί να διαβάζει για να γίνει παπάς. Ε, αυτή η τάξη υπάρχει σε κάθε σχολείο κι εμένα δουλειά μου είναι όχι να πετύχουν σε κάποιες αμφίβολες εξετάσεις αλλά να τους βγάλω τον πιο καλό τους εαυτό.

(Απεργώ εδώ και πέντε μέρες για τους δικούς μου ρομαντικούς λόγους, επειδή νομίζω ότι δεν έχουμε δικαίωμα να παραπονιόμαστε συνέχεια για τα σχολεία και να μην κάνουμε τίποτε γι αυτό. Αλλά τώρα δε μπορώ άλλο, θέλω να πάω για μάθημα. Θεέ των καλών βιβλίων, κάνε να τελειώσει αυτή η απεργία)

Tuesday, September 12, 2006

Bookcrossing and more

Για το bookcrossing είχα ακούσει από τον πρώτο καιρό της δημιουργίας του. Είχα εγγραφεί μάλιστα χωρίς να έχω ενεργή σχέση. Η ιδέα είναι η εξής: Διαβάζεις ένα βιβλίο που σου αρέσει ή όχι. Το καταγράφεις σε μια βάση δεδομένων στο δίκτυο, του κολλάς μια ετικέτα που εξηγείς τί είναι και το αφήνεις κάπου σε ένα δημόσιο χώρο. Μετά ελπίζεις κάποιος να το βρει, να συνδεθεί κι αυτός με το δίκτυο και να δει ποιος το είχε πριν ή να γράψει τη γνώμη του και ούτω καθεξής. Ο Ron Hornbaker προσπαθώντας να φτιάξει μι πρωτότυπη εφαρμογή υπολογιστών είχε την ιδέα να στήσει ένα σάιτ όπου οι άνθρωποι μπορούν να παρακολουθούν βιβλία που ταξιδεύουν. Το κοινό αγκάλιασε την ιδέα, ρίχτηκαν και μερικά έξυπνα σλόγκαν όπως «make the whole world a library», «books go around, books come around», «generosity is addictive» και αυτό ήταν. Στην αρχή ήταν καμιά εκατοστή άνθρωποι σιγά σιγά τα μέσα το έκαναν ευρύτερα γνωστό, κι εδώ στην Ελλάδα έχουν επίσης γραφτεί άρθρα σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά. Σήμερα υπάρχουν περίπου 500.000 μέλη.
Μου είχε φανεί πολύ πρωτότυπη ιδέα αν και δεν μπορούσα να φανταστώ τι είδους άνθρωποι δίναν έτσι ελαφρά τη καρδία τα βιβλία τους. Είχα (και έχω σε μεγάλο βαθμό) μια πολύ κτητική σχέση με τα βιβλία. Μου είναι πολύ δύσκολο να τα αποχωριστώ. Δανείζω με μεγάλη χαρά αλλά ξέρω λεπτομερώς ποιος έχει πoιο βιβλίο μου. Ωστόσο, τα τελευταία δυο χρόνια έχω περάσει σε άλλη φάση, που κι αν δε μου επιστρέψει κάποιος το βιβλίο δε με πειράζει. Είναι θέμα χώρου πια. Όνειρο μου είναι να αποκτήσω κάποτε μέσα στο σπίτι ένα δικό μου δωμάτιο μόνο για τα βιβλία, αλλά που τέτοια πολυτέλεια στα 82 τ.μ.
Πριν μερικές μέρες λοιπόν, μου έστειλε μήνυμα μια bookcrosser από τη Λάρισα και μου είπε ότι οργάνωνε μια συνάντηση. Μαζευτήκαμε έτσι την Κυριακή ανταλλάξαμε μεταξύ μας βιβλία, αφήσαμε και μερικά στο χώρο του καφέ (Starbucks, αν ενδιαφέρεται κανείς, να πάει να δει) και συμφωνήσαμε να το ξανακάνουμε.


Πρέπει να πω ότι ενώ είχα αποφασίσει να δώσω κάποια βιβλία όταν μπήκα στη διαδικασία να διαλέξω ζορίστηκα πολύ. Είχα τρία καλά βιβλία που τα είχα διπλά και τα έδωσα με μεγάλη χαρά αλλά ήθελα και κανένα Αγγλόφωνο. Για κανά μισάωρο κοιτούσα τα βιβλία, πήγαινα από δωμάτιο σε δωμάτιο ο Μάκης με κορόιδευε «αφού δε θα βρεις τι το παλεύεις;» και τελικά ξετρύπωσα μια βλακεία που είχα αγοράσει πριν από χρόνια από ένα book club. Δε μου άρεσε ιδιαίτερα και τα ξεφορτώθηκα Αλλά είναι αυτό το νόημα του bookcrossing; Άλλοι άνθρωποι αγοράζουν σε δυο αντίτυπα τα βιβλία τους για να «απελευθερώσουν» το ένα, αυτό μου φαίνεται λιγότερο οδυνηρό.

Το ωραίο όμως είναι ότι καθώς έψαχνα για ένα βιβλίο θυμόμουν τις ιστορίες των υπόλοιπων. Είναι κι άλλα βιβλία που έχω διαβάσει αλλά δε μου άρεσαν. Δε μου κάνει καρδιά όμως να τα δώσω, για μένα κάτι λένε, συμβολίζουν μια εποχή, μια περίοδο, μου θυμίζουν κάποιους ανθρώπους.

Αυτά με τα βιβλία. Κατά τα άλλα άρχισαν τα μαθήματα γι άλλη μια χρονιά. Οι πρώτες εντυπώσεις καλές απ’το καινούριο μου σχολείο. Είμαι πολύ ενθουσιασμένη φέτος γιατί πρώτη φορά βρίσκομαι σε σχολείο με ενεργό εργαστήριο πληροφορικής και έχω μεγάλα σχέδια.

Σήμερα ήταν μια τρελή μέρα όπου είχα να κάνω πολλές ασχολίες που έπαιρναν από λίγη ώρα η καθεμία. Το πιο ενδιαφέρον, ότι μαγείρεψα δυο πράγματα και μου πέτυχαν και τα δύο. Το ένα μια απλή τυροπιτούλα (έτοιμα φύλλα από τη λαϊκή) και το άλλο η σαλάτα του Αθήναιου (δεν άντεξα και τη δοκίμασα πριν κρυώσει, μούρλια λέμε). Τώρα λίγο blogging για χαλάρωση και ύπνο.

Saturday, September 09, 2006

Βιολογία

Είχα δει όσο ήμουν διακοπές την αναφορά από διάφορους μπλόγκερ στο ηλεκτρονικό ψήφισμα για την ένταξη της διδασκαλίας της θεωρίας της Εξέλιξης στα σχολεία. Είχα αμελήσει να το κάνω μέχρι που σήμερα επισκέφτηκα το σαιτ και ποιος είναι πίσω απ’όλα αυτά; Ο παλιός μου καθηγητής της Βιολογίας ο Θάνος Καψάλης. Μάλιστα Μαρία, τον θυμάσαι;

Ο κος Καψάλης ήταν από τότε δραστήριος άνθρωπος, εκείνη την εποχή τέλειωνε το μεταπτυχιακό του και μας δίδασκε και Χημεία εκτός από Βιολογία. Εγώ με τη Χημεία είχα χωρίσει από την Τρίτη Γυμνασίου, είχαμε μαλώσει άσχημα. Αλλά εκείνη τη χρονιά (δευτέρα Λυκείου) διάβασα και Χημεία και πάνω απ’όλα Βιολογία. Το βιβλίο μου ήταν γεμάτο σημειώσεις και χαρτάκια post it και μελετούσα, είχα και απορίες. Ήταν η έμπνευση μου ο άνθρωπος κι ελπίζω κι εγώ να ακολουθώ το παράδειγμα του στο σχολείο τώρα.

Έχω βρει κι ένα πολύ ωραίο βιβλίο για παιδιά που διηγείται με απλά λόγια και ωραίες εικόνες τη ζωή και το έργο του Δαρβίνου. Το παίρνω στο σχολείο και το διαβάζουμε με τους μαθητές μου. Ο Κάρολος πάλι, πάντα φιγουράρει στα πόστερ με σημαντικούς Άγγλους που φτιάχνουμε. Το βιβλίο λέγεται «Το Δέντρο της Ζωής» είναι του Peter Sis ο οποίος είναι εικονογράφος.

Wednesday, September 06, 2006

Κάρλος Μαρία Ντομίνγκες - Το Χάρτινο Σπίτι

Χθες βράδυ είχαμε καλέσει κάτι φίλους να φάμε και να πιούμε. Τελικά ήρθαν λιγότεροι απ’όσους περιμέναμε κι έτσι σήμερα δε χρειαζόταν ούτε να μαγειρέψω, ούτε να ψωνίσω. Απ’τον υπολογιστή για να γράψω το πρωινό μου ποστ, στον καναπέ για να διαβάσω ένα βιβλιαράκι και μετά ξανά στον υπολογιστή για να ξαναγράψω με ενδιάμεσο διάλειμμα στην κουζίνα για να φάω τα αγαπημένα μου leftovers.

Λοιπόν διάβασα «Το Χάρτινο Σπίτι» του Αργεντινού Κάρλος Μαρία Ντομίνγκες (Εκδόσεις Πατάκη, μετάφραση Λένα Φραγκοπούλου). Είναι ένα βιβλίο μικρό, μια νουβέλα που διαβάζεται σε 2 ώρες το πολύ. Αφορά τους βιβλιόφιλους, τους βιβλιοφάγους και τους συλλέκτες βιβλίων. Τους προειδοποιεί ότι τα βιβλία είναι επικίνδυνα. Η ιστορία αρχίζει με μια καθηγήτρια στην Οξφόρδη που σκοτώνεται από ένα αυτοκίνητο καθώς βαδίζει στο δρόμο διαβάζοντας ένα βιβλίο. Από εκεί ξετυλίγεται ένα παραμύθι που μας φέρνει μέχρι το Μπουένος Άιρες και το Μοντεβιδέο αλλά που είναι μόνο η αφορμή για να μιλήσει για την αγάπη για τα βιβλία. Έχει τόσες ιδέες μέσα για το πώς διαβάζουμε τα βιβλία, πως τα ταξινομούμε, για τους ανθρώπους που τα διαβάζουν μια φορά και δεν τα ξαναπιάνουν καθόλου για τους ανθρώπους που διαβάζουν λίγο και αγοράζουν πολύ και ένα σωρό άλλα ενδιαφέροντα. Σας γράφω ένα που μου άρεσε πολύ. Ανάμεσα στους ανθρώπους του βιβλίου είναι ένας Αργεντινός συλλέκτης βιβλίων που τα διατηρεί σε γυάλινες προθήκες ειδικά κατασκευασμένες για να μην περνάει η σκόνη και τα ζωύφια. Αυτός φυσικά ούτε που διανοείται να γράψει κάτι πάνω στα βιβλία. Ένας άλλος φίλος του, όμως για τον οποίο τα βιβλία γίνονται το πάθος που θα τον καταστρέψει σημειώνει αφειδώς, ακατάσχετα και λέει το εξής: «Γαμάω το κάθε βιβλίο, κι αν δεν αφήσω σημάδι, δεν υπάρχει οργασμός».

Το βιβλίο βρίθει αναφορών σε άλλα βιβλία και συγγραφείς από τη Λατινική Αμερική αλλά και όλο τον κόσμο. Είναι σαν σου δίνει ένα μπούσουλα σαν να σου λέει «Διάβασε κι αυτό». Είναι και σαν ένας περίπατος στο Μπουένος Άιρες.



Με την ευκαιρία να συστήσω και μια Ελληνίδα μεταφράστρια (νομίζω) που ζει στο Μπουένος Άιρες και γράφει για τη ζωή εκεί. Κάθε φορά που διαβάζω τα κείμενα της ζηλεύω αφάνταστα που ζει σε μια ωραία πόλη και ακούει την αγαπημένη γλώσσα κάθε μέρα και σκέφτομαι πώς να είχαν άραγε εξελιχθεί τα πράγματα αν είχα διαλέξει άλλη κατεύθυνση στις σπουδές μου;

Για υπόκρουση ένα γκρουπ Αργεντίνικο, οι Bajo fondo, που παίζει ταγκό «όχι ταγκό τουριστικό αλλά ταγκό αληθινό, κομμάτι ζωντανού του ποταμιού που ενώνει/χωρίζει Αργεντινή και Ουρουγουάη, που μας κάνει μελαγχολικούς, νοσταλγικούς ή απλώς λυπημένους. Που μας κάνει να θέλουμε να χορέψουμε να γελάσουμε ή να κάνουμε έρωτα».

Stuart Macbride – Cold Granite

Σκωτία Δεκέμβριος
Ο αστυνόμος Λόγκαν ΜακΡάι επιστέφει στη δουλειά του μετά από ένα σχεδόν χρόνο αναρρωτικής άδειας. Πέρσι τέτοια εποχή ένας εγκληματίας τον είχε τραυματίσει και θα τον είχε στείλει στο νεκροτομείο να τον αναλάβει η φιλενάδα του η ιατροδικαστής Ίσομπελ ΜακΆλιστερ. Τώρα είναι σχεδόν καλά, παρόλο τον τραυματισμό του δεν πήρε προαγωγή, με την Ίζομπελ τα χαλάσανε και πρέπει να δουλέψει με ένα αντιπαθητικό προϊστάμενο. Πρώτη μέρα στη δουλειά και ανακαλύπτουν το πτώμα ενός τετράχρονου αγοριού σε ένα χαντάκι.

Αυτά είναι τα βασικά του βιβλίου που διάβασα. Κλασσικό αστυνομικό, γραμμένο απ’τη μεριά των (καλών) μπάτσων, διαδραματίζεται στο Αμπερντίν της Σκοτίας που αλλιώς λέγεται και η Γρανιτένια Πόλη, εξ’ου και ο τίτλος του βιβλίου. Τώρα ψάχνοντας λίγο στο ίντερνετ για το Αμπερντίν απεκόμισα αντιφατικές πληροφορίες. Το γραφείο τουρισμού του Αμπερντίν λέει ότι μια βόρεια βιομηχανική πόλη 200.000 κατοίκων περίπου, που αλλιώς λέγεται και Πόλη των λουλουδιών (Flower City) γιατί έχει κερδίσει πάνω από δέκα φορές τον τίτλο σε σχετικό διαγωνισμό. Επίσης δείχνει τα πανέμορφα κάστρα της περιοχής (που προσφέρονται για ρομαντικές αποδράσεις με τιμές από 55 λίρες παρακαλώ) και φυσικά το ουίσκι που ρέει άφθονο.
Το βιβλίο όμως άλλα λέει: σου δίνει την εντύπωση ότι είναι μια πόλη που πάντα βρέχει εκτός από μερικές μέρες που χιονίζει. Τα κτίρια, γρανιτένια τα πιο πολλά γκρίζα και καταθλιπτικά. Τα πάρκα χιονισμένα. Τα σπίτια κρύα. (Με εξαίρεση το σπίτι της πρώην που παρουσιάζεται όμορφο, μοντέρνο και ζεστό).

Σε αυτό το μέρος λοιπόν ο ΜακΡάι προσπαθεί να βρει τον κατά συρροή δολοφόνο παιδιών, ενώ μέσα μπλέκονται και κανά δυο άλλες υποθέσεις που τον μπερδεύουν. Στη δουλειά δεν είναι και πολύ δημοφιλής αλλά έχει σύμμαχο του, τον τοπικό σταρ του Τύπου. Προσπαθεί να βρει τη λύση, αλλά και να συνέλθει απ’τα τραύματα του και να ξεπεράσει την Ίζομπελ. Επίσης κάτι άλλο που έκανε εντύπωση ήταν πόσο πολύ δουλεύουν οι ασυτνομικοί στη Σκωτία. Το είχα αναφέρει ξανά και όταν διάβασα το βιβλίο του W. D. Wingfield, A touch of frost, αλλά πραγματικά αυτοί οι άνθρωποι είναι too overworked. Καμία σχέση με τον ήρωα του Irvine Welsh, στο βιβλίο Filth που είναι ένας άχρηστος τεμπέλης.

Γενικά μου άρεσε αυτό το βιβλίο και η πλοκή με κράτησε ξύπνια μέχρι αργά για τρεις τέσσερις μέρες. Έχει αρκετά κλισέ του είδους μέσα, αλλά πρώτο βιβλίο είναι, θα μάθει ο συγγραφέας. Σίγουρα θαυμάζει τον άλλο Σκωτσέζο συγγραφέα αστυνομικών τον Ίαν Ράνκιν υπάρχει μάλιστα και μια σκηνή στο βιβλίο που ένας ένστολος αστυνομικός διαβάζει το τελευταίο του Ράνκιν, φόρος τιμής σε ένα μεγαλύτερο. Δεν το φτάνει στο ότι ο αστυνόμος Ρέμπους του Ράνκιν είναι πολύ πιο στέρεος σαν ήρωας. Ο MacBride δεν αφιερώνει πολύ χρόνο να μας εξηγήσει για το πώς νιώθει ο ήρωας του, για παράδειγμα ενώ προφανώς είναι ακόμη ερωτευμένος με την Ίζομπελ δεν μας λέει πουθενά γιατί το διέλυσαν. Είναι καλογραμμένο όμως και αστείο.

Ο συγγραφέας έχει και σάιτ όπου έχει βγάλει φωτογραφίες απ’όλα τα μέρη που αναφέρει στο βιβλίο. Λέει ότι τα φωτογράφησε όλα με πολύ κακό καιρό για να θυμίζουν την ατμόσφαιρα του βιβλίου. Όσο σκοτεινή και θλιβερή και αν φαίνεται η πόλη έχει και μερικά καταπληκτικά μέρη όπως αυτό το pub.


Kris Nescott Ένας Επικίνδυνος δρόμος

Γι αυτό το βιβλίο έγραψε πρόσφατα και ο librofilo οπότε σας παραπέμπω εκεί που τα λέει καλύτερα. Κι εμένα μου άρεσε πολύ το βιβλίο, ειδικά το ιστορικό-πολιτικό στοιχείο. Δεν είναι συμβατικό αστυνομικό με την έννοια ότι δεν υπάρχουν φόνοι που προσπαθεί η αστυνομία να εξιχνιάσει. Είναι περισσότερο μια ιστορία όπου δυο διαφορετικοί άνθρωποι ψάχνουν να βρουν πού τέμνονται οι ζωές τους στο παρελθόν. Αυτό που με συγκίνησε έμένα πιο πολύ ήταν αυτό που λέγεται προς το τέλος της ιστορίας ότι δυστυχώς σε κάποιες καταστάσεις η αγάπη δεν είναι αρκετή. Indeed.

Το τέλειωσα χθες, είδα και την ταινία Malcolm X και έδεσε η ιστορία καλύτερα.

Saturday, September 02, 2006

Down on my knees


Θέλω να σας γράψω για μια πολύ ωραία μουσική που ακούω αυτές τις μέρες. Όταν ανακαλύπτω κάτι που μου αρέσει το ακούω ξανα και ξανά μέχρι να το βαρεθώ ή μέχρι να ανακαλύψω κάτι άλλο. Την περασμένη Κυριακή λοιπόν διάβασα στην Κυριακάτικη για μια νεα τραγουδίστρια που λέγεται AYO. Μπορείτε να διαβάσετε όλες τις λεπτομέρειες στο δικτυακό της χώρο. Με λίγα λόγια είναι από πατέρα Νιγηριανό και μάνα τσιγγάνα που βρέθηκαν στη Γερμανία μετανάστες. Αυτό δε θα είχε σημασία αν δεν περνούσε στη μουσική της ένα μείγμα φολκ, σόουλ, ρέγκε. "Το να μην έχεις σπίτι, αυτό είναι ελευθερία για μένα" λέει η ίδια. Κάποια στιγμή βρέθηκε στο Λονδίνο και το αποτέλεσμα είναι έαν CD που λέγεται Joyful. (Παρεπιπτόντως από τη Δευτέρα το ψάχνω στα δισκάδικα και τίποτε, μετά σου λένε να μην κατεβάζεις mp3).
Εμένα μου αρέσει γιατί βγάζει ένα σπαραγμό, ένα λυγμό. Αυτό που σας ανέβασα είναι πολύ παρακλητικό, έχει πέσει στα γόνατα η μικρή και ικετεύει να μη φύγει ο τύπος αλλά αυτός σκυλί μαύρο την παρατάει την κοπέλα την όμορφη. Ου να μου χαθεί...

Το τραγούδι εδώ

Σας χαρίζω και μια υπέροχη αγγελία από την προχθεσινή Ελευθερία, τη μεγαλύτερη επαρχιακή εφημερίδα.

Friday, September 01, 2006

Μια φωτογραφία


Τότε ξυπνούσα πρωί πρωί, χειμώνα καλοκαίρι και σκούπιζα το πεζοδρόμιο γύρω απ’το σπίτι. Το φθινόπωρο που είχε πολλά φύλλα σκούπιζα και το δρόμο, καθάριζα καλά καλά γιατί αλλιώς φυσούσε και μου τα ‘φερνε στην αυλή. Οι γείτονες ξεκινούσαν για τη δουλειά (ο δικός μου άντρας είχε φύγει χαράματα) και μου λέγαν «Πάλι θα φτάσεις μέχρι πέρα Αγγέλα;» Μια μέρα, πέρασε κι ο φωτογράφος ο Τλούπας και μου’πε «Να σε βγάλω μια φωτογραφία;». Μερικές μέρες αργότερα ξαναπέρασε και μου την έφερε. Δε θυμάμαι αν την πλήρωσα η όχι.
Τότε ήμουνα μια χαρά, κατάγερη, έφιανα όλες τις δουλειές μου, ζύμωνα και δυο καρβέλια και τα πήγαινα στο φούρνο. Όταν πήγαινα να τα πάρω το μεσημέρι μέχρι να γυρίσω σπίτι μού έτρωγαν το ένα καρβέλι σχεδόν ολόκληρο, τόσο ζεστό και μυρωδάτο ήταν.

Όταν τέλειωνα τις δουλειές μου έβγαζα τη ρόμπα μου ντυνόμουνα ωραία, έβαζα ασορτί γάντια και καπέλο, τσάντα και παπούτσι κι έβγαινα στην αγορά: Καρκαντός, Σειρινιάν, Φις, Μισδραχής, Αστάρας, Ζιώγας, ….στα καλύτερα μαγαζιά ψώνιζα. Όταν γύριζα το μεσημέρι έλεγα στον άντρα μου, βγήκα στην αγορά Γιώργο, και ποτέ δε μου ΄λεγε όχι. Έκανα πάντα καλό κουμάντο.

Το Σεπτέμβριο, πηγαίναμε πάντα στο παζάρι. Πότε όλοι μαζί με την πεθερά και τα δυο παιδιά, αλλά καμιά φορά και μόνοι μας, ο Γιώργος κι εγώ. Ήταν στο Αλκαζάρ τότε το παζάρι, κι ερχόντουσαν οι έμποροι απ’όλη την Ελλάδα. Αγοράζαμε χαλβά, εγώ αγόραζα κιλότες κι ο Γιώργος κάλτσες.

Τώρα πάνε αυτά, έχω χρόνια να βγω να σκουπίσω το πεζοδρόμιο, που και που βγαίνω να πάω στα παιδιά μου, σχεδόν δε γνωρίζω το δρόμο μας, τόσες πολυκατοικίες που έχουν γίνει. Αλλά στο σπίτι μου εγώ κάνω πάλι κουμάντο και τα φέρνω βόλτα. Όλα τα καλά μου έχω, πρόσφατα άλλαξα και τις στόφες (το ύφασμα ήθελα να το πάρω απ’τον Φις αλλά μου είπαν ότι έκλεισε το μαγαζί, πήρε σύνταξη) και όλα είναι σαν καινούρια. Ο γιούκος γεμάτος με βελέντζες και κουβέρτες.

Τις φωτογραφίες τις έδωσα στα παιδιά μου κι αυτές. Τι να τις κάνω; Να τις κοιτάζω και να με πιάνει σεκλέτι; Τώρα έχω μερικές της εγγονής μου. Είναι ένα παλούκι αυτό το μικρό, μου μοιάζει νομίζω, έξυπνο πολύ έξυπνο.

Το κείμενο το εμπνεύστηκα όταν είδα το τελευταίο μέρος του Hotel Memory και ιδίαιτερα αυτό

Thursday, August 31, 2006

Παρανομία

Διάβασα ένα άρθρo στην Ελευθεροτυπία για τη νέα τάση (ελληνιστί trend) στις πρωτεύουσες του κόσμου. Αντί , λέει οι άνθρωποι να πηγαίνουν σε πανάκριβα εστιατόρια μαζεύονται σε σπίτια όπου ο οικοδεσπότης τούς μαγειρεύει καλά μεν αλλά με πολύ λιγότερα χρήματα. Για να βρεθείς εκεί πρέπει να ξέρεις κάποιον που ξέρει τον ιδιοκτήτη και πάει λέγοντας γιατί υπάρχει και ο φόβος της εφορίας. Είχα ξαναδιαβάσει γι αυτό, αναφερόταν στη Ρώμη όπου αυτή η φάση γινόταν για οικονομικούς κυρίως λόγους. Τώρα λέει είναι σαν παιχνίδι, είναι μόδα, έχει ένα συνωμοτικό χαρακτήρα και πολλές φορές το αντίτιμο είναι τόσο όσο σε ένα εστιατόριο ίσως και ακριβότερο.

Εδώ δε βλέπω να πιάνει αυτή η μόδα γιατί ακόμη το να φας έξω δεν είναι απαγορευτικό. (Τουλάχιστον εδώ που ζω εγώ). Νομίζω όμως ότι σε μερικά χρόνια θα αλλάξει η μόδα στην Ελλάδα και το εξωτερικό και το σκηνικό θα διαμορφωθεί κάπως έτσι:

Συναντάς ένα παλιό σου συμμαθητή που έχεις χρόνια να δεις.
- Τι κάνεις ρε Σάββα, πώς πάει;
- Μια χαρά, εσύ;
- Ωραία, ωραία, θες να βρεθούμε να τα πούμε γιατί τώρα βιάζομαι;
- Α, τέλεια και ξέρω ένα φανταστικό μέρος να σε πάω για φαγητό.
- Για λέγε, για λέγε…
- Είναι μια τύπισσα μωρέ σε μια πολυκατοικία εδώ κοντά, που μαγειρεύει πολύ ωραία.
- Α, ναι; Και τι κουζίνα μαγειρεύει;
- Α, εξαίρετα πράγματα, που δεν έχεις φάει εδώ και χρόνια, έχει κάτι άκριες με αγρότες και βρίσκει φασολάκια, μπάμιες, φάβα και τέτοια. Κάνει κάτι γιουβαρλάκια απίστευτα, νομίζεις ότι ξανάγινες παιδί!
- Τι μου λες ρε Σάββα, σοβαρά, μήπως κάνει και γεμιστά; Έχω να φάω απ'το 2000…
- Ναι, σου λέω, άντε να βρεθούμε αύριο, αλλά να ξέρεις θα στοιχίσει κάτι παραπάνω αν πάρεις λαχανικά.
- Να πάμε ρε Σάββα, αλλά να προσέχουμε, γιατί έχω μια καταδίκη για κουτσό κι αν με ξαναπιάσουνε, είμαι χαμένος.

Friday, August 25, 2006

Larry Cool, Τον "Κανένα" θα τον φάω τελευταίο,

Διάβασα «τον Κανένα θα τον Φάω Τελευταίο» (εκδόσεις Τυφλόμυγα -Αμόνι) και ξετρελάθηκα. Είναι το βιβλίο που σας είχα πει ότι μου είχε στείλει ο Λάρρυ Κουλ. Είχα μάλιστα και αγωνία γιατί από πρώτη ματιά, ( εξώφυλλο, περίληψη στο πίσω μέρος) δεν μου είχε κάνει καλή εντύπωση και πώς θα έγραφα αρνητικά σχόλια; (Έχω πρόβλημα, το ξέρω)

Αλλά το βιβλίο ήταν μια αποκάλυψη. Κάθισα κι εγώ και το διάβασα μονοκοπανιά, μόνο στο τέλος άφησα 5-6 σελίδες γιατί είχε πάει τρεις το πρωί και δεν ήθελα να τελειώσει.
Είναι πολύ παράξενο αυτό το βιβλίο, γραμμένο σε καθαρεύουσα κυρίως που στην αρχή σου φαίνεται δύσκολη και αναγκάζεσαι να διαβάζεις αργά, σαν έχεις στραμπουλίξει τη γλώσσα σου. Μετά το συνηθίζεις όμως και αρχίζεις θυμάσαι διάφορες παλιές λέξεις. Όπου οι λέξεις είναι πολύ παράξενες, ο Λάρρυ σε βοηθάει, μη φοβάσαι. Για παράδειγμα όταν πάει στο μπακάλη με μία λίστα για ψώνια, ιδού τι διαβάζει : «… οπώραι, ζυμαρικά, γεώμηλα, οίνος, λυκοπερσικά –δηλαδή τομάτες- ορνίθιον, λεπτοκομμένον κρέας, γάλα, άρτος, δαύκοι – κοινώς καρότα- σέλινον, σκόροδον, πεφρυγμένος άρτος, απορρυπαντικόν και τρωγάλια δηλαδή ξηροί καρποί».

Ο ήρωας είναι ένας τύπος που έχει χάσει τη μνήμη του και ψάχνει να βρει ποιος είναι, στο Λονδίνο κα τη Νέα Υόρκη αλλά και στην Ιθάκη των παιδικών του χρόνων. Από δω και πέρα όμως, φράσεις όπως Δίκτυο, μνήμη, unrecovered error αποκτούν διπλή σημασία. Είναι μια ιστορία για το web και τους ανθρώπους που χάνονται μέσα του και χάνουν μαζί και τη μνήμη τους, για τους εικονικούς έρωτες ή το εικονικό σεξ αλλά και για την επανάσταση και τη φιλία.

Μου άρεσε πολύ, μου θύμισε το «1984» του Όργουελ, παρόλο που είναι ένα σύντομο βιβλίο καταφέρνει να δημιουργήσει το δικό του σύμπαν, ένα σύμπαν στο οποίο οι γυναίκες αντί να περιμένουν τον Οδυσσέα τους υφαίνοντας, γράφουν την πτυχιακή τους εργασία και κάθε βράδυ τη σβήνουν πατώντας το πλήκτρο backspace.

Αυτό που με διαολίζει είναι ότι το βιβλιαράκι κατά πάσα πιθανότητα θα μείνει μυστικό, λίγοι άνθρωποι θα το διαβάσουν ενώ κάτι σαπουνόφουσκες τύπου «Μαμάδες Βορείων Προαστίων» πουλάνε σαν τρελές. Καλή τύχη Λάρρυ.


Διάβασα και το “The Last Confession of Mabel Stark” του Robert Hough. Είναι μια ιστορία μιας φοβερής γυναίκας που γεννήθηκε γύρω στο 1896 και έγινε σπουδαία θηριοδαμάστρια τη χρυσή εποχή του τσίρκου (1920-1930) στην Αμερική. Πολύ ωραίο κι αυτό το βιβλίο, το θράσος και το θάρρος αυτής της γυναίκας ήταν τα πιο εντυπωσιακά. Βασίζεται σε κάποια πραγματικά γεγονότα που ο συγγραφέας συμπλήρωσε με τη φαντασία του.

Α, ναι ξέχασα ότι αγόρασα και το τρίτο βιβλίο της Μαϊτένα, της σκιτσογράφου από την Αργεντινή. Τα προηγούμενα δύο βιβλία της από τη σειρά Γυναίκες Τρελλαμένες (εκδόσεις Bell) μου είχαν αρέσει πολύ. Ακροβατούσαν ανάμεσα στο αστείο και το πικρό, όπως και οι σχέσεις που περιγράφει άλλωστε. Αυτό το τρίτο όμως μου φάνηκε σαν επανάληψη, δεν είχε τόσο οίστρο, δεν ξέρω ή εγώ τα βαρέθηκα ή πράγματι δύο βιβλιαράκια είναι αρκετά. (Αυτά τα βιβλία είναι τα πρώτα για τα οποία έγραψα σε αυτό το μπλογκ περίπου ένα χρόνο πριν, το Σεπτέμβριο του 2005). Τουλάχιστον μου δώσανε κι ένα μπλουζάκι με το βιβλίο :-)



Τώρα μετά από δύο καλά βιβλία κάνω ένα διάλειμμα, διαβάζω διάφορα άρθρα που αφορούν τη δουλειά μου, έχω σκοπό να γράψω κι εγώ κάτι για την εκπαιδευτική τεχνολογία. Από το 2003 που τέλειωσα το μεταπτυχιακό δεν είχα ασχοληθεί ιδιαίτερα και τώρα που άρχισα να τα ξαναψάχνω βλέπω καινούριους τρόπους να εκμεταλλευτείς την τεχνολογία μέσα στην τάξη. Αυτό που μου άρεσε πιο πολύ ήταν ένα κείμενο για το blogging σε ένα σοβαρό journal (language Learning and Technology) του χώρου.

Sunday, August 20, 2006

Σπίτι μου, σπιτάκι μου

Επιστροφή στο σπίτι. Με χαρά γύρισα, πραγματικά κι ας έχει ζέστη, κι ας μην κοιμάμαι τα βράδια, κι ας πιάστηκε ο λαιμός μου χθες που αποκοιμήθηκα με τον ανεμιστήρα ανοιχτό. Όσο καλά κι αν περνάω στις διακοπές, πουθενά δεν πίνω τόσο ωραίο καφέ όσο στο σπίτι μου.

Τα βιβλία πολλά, άλλα ωραία, άλλα χάλια θα σας τα γράψω και αναλυτικά. Είχαμε μείνει εκεί που δεν έβρισκα το επόμενο καλό βιβλίο. Ευτυχώς που υπάρχουν και οι βιβλιοθήκες. Ειδικά στη Ρόδο υπάρχει μια πανέμορφη δημοτική βιβλιοθήκη, πολύ ζωντανή κατά τη γνώμη μου, πάντα έχει κόσμο που δανείζεται βιβλία, πάντα κάποιος θα διαβάζει στο ειδυλλιακό αναγνωστήριο.


Οι βιβλιοθηκάριοι αληθινοί βιβλιόφιλοι, ευγενέστατοι. Όσοι πάτε στη Ρόδο να επισκεφθείτε οπωσδήποτε το ωραίο κτίριο της έπαυλης, κι ας μη δανειστείτε βιβλία, να πάτε και στο μικρό θερμοκήπιο που έχει και να καθήσετε σε ένα παγκάκι στον κήπο.


Λοιπόν απ’το προηγούμενο ποστ διάβασα:

Chanel No 5 της Jilliane Hoffman, εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ. Αστυνομικό, μέτριο, στο στυλ πολύ εμπορικών συγγραφέων όπως η Patricia Cornwell και ο John Sanford. Πολύ αναλυτικές περιγραφές της βίας και των πτωμάτων, οι αστυνομικοί, οι εισαγγελείς είναι γενικά καλοί και προστατεύουν τον πολίτη, καμία σχέση με τη διαφθορά και την καχυποψία προς την αστυνομία που συναντάμε σε Ευρωπαίους συγγραφείς. Το τέλος τόσο χάπι, τόσο Αμερικάνικο που είναι σαν να πούλησε τα δικαιώματα για την ταινία πριν τελειώσει το βιβλίο.

Εγκώμιο Ωρίμων Γυναικών του Στίβεν Βιζίνσευ, εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ. Αυτό το βιβλίο ήταν υπέροχο. Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω με μια λέξη. Ο συγγραφέας, Ούγγρος μετανάστης στις ΗΠΑ, περιγράφει σε κάποια μεγαλύτερη ηλικία τις πρώτες του ερωτικές εμπειρίες στην πατρίδα του και σε άλλες χώρες που βρέθηκε τη δεκαετία του ’50. Το 1956 που έγινε η εξέγερση εναντίον των Σοβιετικών ο συγγραφέας έφυγε από την πατρίδα του και βρέθηκε πρώτα στην Ιταλία και μετά στον Καναδά και τις ΗΠΑ. Σε αυτή της σελίδα της Πρωτοπορίας θα βρείτε το κείμενο με το οποίο παρουσιάστηκε το βιβλίο στη Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας το 2003. Εγώ θα σας πω ότι μου άρεσε πάρα πολύ γιατί ο άνθρωπος παρόλο που όταν τα έγραφε δεν είχε παντρευτεί περιγράφει με τρομερό ρεαλισμό τον γάμο και τις σχέσεις. Συν ότι τον διακατέχει μια λατρεία για τις μεγαλύτερες γυναίκες, δεν ασχολείται με τα πιπίνια των 18 χρονών αλλά με τριαντάρες και άνω, κατά προτίμηση παντρεμένες… Κι εκεί που κάνει μια μικρή κοιλιά το βιβλίο, γιατί περνάει από τη μια γυναίκα στην άλλη με τρομερή ευκολία, περιγράφει τη φυγή του προς τη δύση και πως προσαρμόστηκε (;) εκεί, και σε συνεπαίρνει ξανά. Υπέροχο βιβλίο, ξαναλέω, ελπίζω να το βρω και να το αγοράσω, ήταν από αυτά που δανείστηκα απ’τη βιβλιοθήκη.

Ράβελσταϊν του Σωλ Μπέλοου, εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ.
Αυτό φαίνεται πολύ ενδιαφέρον διάβασα περίπου το μισό για ένα τύπο, ακαδημαϊκό larger than life, που γράφει ένα βιβλίο και γίνεται σταρ. Την ιστορία διηγείται, ένας φίλος του ακαδημαϊκός και αυτός, μεγαλύτερος του. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να το τελειώσω γιατί ήρθε η μέρα της αναχώρησης και έπρεπε να το επιστρέψω. Του χρόνου θα το ξαναδανειστώ.

Η Αλήθεια του Αλιγάτορα του Μάσιμο Καρλότο, εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ.
Κι άλλο αστυνομικό, πολύ καλό αυτό, μου αρέσουν οι Ιταλοί (και οι Ισπανοί και οι Γάλλοι) συγγραφείς νουάρ. Εδώ οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται τους μπάτσους, ούτε τους δικαστικούς, ούτε τους γιατρούς. Λίγο τους δημοσιογράφους των εφημερίδων κι αυτούς με καχυποψία. Ο συγγραφέας έχει ζήσει ο ίδιος στη φυλακή και ξέρει τον υπόκοσμο και τους τρόπους του. Είναι πολύ αληθοφανές, με ελάχιστη βία μόνο τρεις-τέσσερις φόνοι σε όλο το βιβλίο.

Μαμάδες Βορείων Προαστίων της Παυλίνας Νάσιουτζικ, εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ.
Αυτό είναι μια απίστευτη πατάτα, το διάβασα σε 2 ώρες, ευτυχώς είναι σύντομο αλλά θα μπορούσε να είναι διήγημα. Δυστυχώς κάποιος είπες στη συγγραφέα ότι έχει υλικό για μυθιστόρημα και αυτή τον πίστεψε. Μετά της είπε ότι θα το προωθήσει κιόλας, γιατί έχω δει πολλές διαφημίσεις, κι εκείνη είπε γιατί όχι. Υποτίθεται ότι μιλάει για το γάμο σήμερα στην Ελλάδα, αλλά εγώ νομίζω ότι ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, καλά όχι επιστημονικής, φαντασίας όμως σίγουρα. Δεν υπάρχουν τέτοιες γυναίκες που βασανίζουν τους άντρες και τα παιδιά τους, αλλά μεταμορφώνονται σε νεράιδες μόλις ερωτεύονται. Ο Στίβεν Βιζίνσεϊ τα λέει πολύ καλύτερα κι ας είναι άντρας.

Τώρα διαβάζω ένα που μου αρέσει πολύ, άγνωστο εδώ, The Last Confession of Mabel Starks, εκδόσεις Vintage Canada με ηρωίδα μια θηριοδαμάστρια του τσλιρκου στις αρχές του αιώνα. Θα σας ενημερώσω σχετικά.

Άλλα πράγματα ππου διάβαζα στις διακοπές ήταν μερικά καινούρια μπλογκ που ανακάλυψα όπως αυτό του booklad με μερικές πολύ ενδιαφέρουσες στατιστικές για τα βιβλία αλλά και ένα κειμενάκι για παλιά vintage paperbacks, με ωραία εξώφυλλα που πιστεύω θα αρέσουν πολύ στον Κουκουζέλη. Αλλά και και το blog της Lotus είναι πολύ ωραίο ειδικά αυτό το κείμενο για την Enid Blyton, που διάβαζα κι εγώ σαν παιδί. Επίσης Μαρία (εσύ, φιλενάδα που είσαι ακόμη στη Ρόδο και βαριέσαι) και Στάθη νομίζω θα σας ενδιαφέρει αυτό το μπλογκ ενός Έλληνα στη Φιλανδία

Άλλη μια φωτό απ'τις δικές μου διακοπές, είναι η αγαπημένη μου για φέτος. Καλό αποκαλόκαιρο λοιπόν, από αύριο επιστρέφουν οι περισσότεροι πιστεύω.

Monday, August 07, 2006

Μου συμβαίνει συχνά αυτό: να διαβάσω ένα καλό βιβλίο και μετά να μη μπορώ να βρω το επόμενο καλό. Είναι λίγο όπως οι σχέσεις, δεν είναι; Μετά από μια πολύ καλή σχέση οι επόμενες σου φάινονται λίγες, μέτριες, μέχρι να βρεις τον επόμενο μεγάλο έρωτα ;-) (Εδώ η ειδική στις σχέσεις , χα, χα, χα)

Τελοσπάντων αφού τέλειωσα τον Τζάκ, έπιασα τον Αστυνόμο Χαρίτο. ( Βασικός Μέτοχος του Πέτρου Μάρκαρη). Έχω μακριά σχέση με τον κο Χαρίτο όποτε δεν τον θεωρώ καινούριο αμόρε. Ας τα πάρουμε απ’την αρχή λοιπόν, όπως θάλεγε και η Dr Garcia η ψυχαναλύτρια του Τζακ:

Πριν από τρία χρόνια, καλοκαίρι του 2003 ήρθαμε πάλι Ρόδο. Ο μπαμπάς μου, όπως έχω ξαναπεί, είναι μανιώδης αναγνώστης και δη αστυνομικών μυθιστορημάτων. Εκείνες τις μέρες είχε διαβάσει το βιβλίο «Ο Τσε αυτοκτόνησε» και ήταν όλο χαρά γιατί είχε καλή παρέα όσο το διάβαζε. Εγώ δεν είχα ξαναδιαβάσει Μάρκαρη έχοντας μια επιφύλαξη για τους Έλληνες συγγραφείς αστυνομικών. (ΟΚ, λάθος μου, το ομολογώ). Διάβασα τον Τσε όμως και κόλλησα, τα πήρα με αντίστροφη σειρά (Άμυνα Ζώνης, Νυχτερινό Δελτίο) και τα λάτρεψα. Δεν είχα δει ούτε την τηλεοπτική σειρά με το Μηνά Χατζησάββα οπότε ήμουνα ελεύθερη να τον φαντάζομαι όπως θέλω.

Αυτό που μου άρεσε πιο πολύ είναι ότι οι ήρωες εξελίσσονται με το κάθε βιβλίο και δεν είναι στατικοί. Θυμάμαι στο πρώτο βιβλίο ο Χαρίτος μπορεί να έδινε και καμιά σφαλιάρα στη γυναίκα του ενώ στο τελευταίο, το φετινό είναι πολύ κύριος. Στο Βασικό Μέτοχο για να πω την αλήθεια, το καθαρά αστυνομικό μέρος μου φάνηκε κάπως παρατραβηγμένο. Και αυτό με τη φωτογραφία στο τέλος μου φάνηκε καθαρή τύχη.

Αλλά μια άλλη κρυφή πρωταγωνίστρια στο βιβλίο είναι η Αθήνα η ίδια. Με τα καφενεία και τις καφέτεριες της με τους κεντρικούς δρόμους και τα δρομάκια, με την κίνηση και τη ζέστη της. Λέει κάπου ότι οι κάτοικοι της Αθήνας υπομένουν την κόλαση της μέρας για να απολαύσουν τις βραδινές ώρες που είναι όνειρο, ειδικά το καλοκαίρι. Δεν είναι έτσι πράγματι;

Είχα σημειώσει κι άλλα πολλά να σας γράψω αλλά στα αστυνομικά έχει πολύ σημασία η έκπληξη όποτε να μη σας το χαλάσω. Για όσους έχουν διαβάσει και τα υπόλοιπα αυτό στέκεται στο ύψος του, αν και νομίζω ότι ο Τσε ήταν καλύτερος. Αλλά και όσοι θέλετε ν’αρχίσετε με αυτό, δεν ειναι κακή ιδέα, διαβάστε όμως το Μάρκαρη αξίζει (εκδόσεις Γαβριηλίδη).

Τέλειωσε και ο Χαρίτος όμως, κι εγώ έχω δυο μέρες που δε διαβάζω τίποτε. Έχω αρχίσει τρία βιβλία δηλαδή, αλλά τα παρατάω πριν τη σελίδα 100. Το πρώτο μια απίστευτη πατάτα που λέγεται «Σοκολάτα για φόνο» κάποιας Nancy Fairbanks (εκδόσεις Λυχνάρι) από την Αμερική. Παρασύρθηκα από τον υπέρτιτλο που λέει «Γαστρονομικό μυστήριο με συνταγές». Σκέφτομαι η καλή σου, πως αφού με ενδιαφέρει και η γαστρονομία και τα μυστήρια, καλό θα είναι. Αλλά πολύ σούπα ρε παιδί μου ένα στυλ γραφής τόσο ανιαρό και αφελές λες και απευθύνεται σε παιδιά.

Μετά βρήκα πάλι στη βιβλιοθήκη του μπαμπά την περίφημη «Διαφθορά» του Irvine Welsh, με ήρωα τον αστυνόμο Bruce Robertson στο Εδιμβούργο. Είναι του ίδιου συγγραφέα που είχε γράψει το Trainspotting. Φανταστείτε τώρα μια ιστορία ενός αστυνόμου πολύ χειρότερο από τα ρεμάλια του Trainspotting. Μιλάμε για ένα βρωμιάρη, τεμπέλη, πανέξυπνο, πανούργο, μισογύνη, μέθυσο, και λίγα λέω. Σε κάθε σελίδα σου’ρχεται να ξεράσεις, μιλάμε για τρομερή αηδία, διάβασα το μισό σχεδόν και μετά είπα, «Δεν πας καλά ρε Άννα, γιατί πρέπει να υποβάλλεις τον εαυτό σου σε αυτό το μαρτύριο». Αλλά βέβαια πήγα κι εγώ και άκουσα τον Bruce Robertson τον ίδιο, τί περίμενα, αντί να ακούσω τις προτάσεις άλλων καλών παιδιών με τρόπους και με ανατροφή. :-)

Το τρίτο που έπιασα χθες είναι μια βιογραφία του Τσε από έναν αγαπημένο συγγραφέα τον Paco Ignacio Taibo II. Αλλά είναι κι αυτό τόσο μεγάλο που δεν μπορώ να το κουβαλάω πέρα δώθε μαζί μου. Οπότε πάλι στον άσσο. Γιατί άφησα τα ωραία μου βιβλιαράκια πίσω στο σπίτι; Ουφ, τα είπα και ξαλάφρωσα!

Sunday, August 06, 2006

Until I find you by John Irving

Ένα παιδί τεσσάρων χρονών ξεκινάει απ’τον Καναδά με τη μητέρα του για τις χώρες της Βόρειας Θάλασσας. Η μητέρα του είναι 22 χρονών και είναι καλλιτέχνης του τατουάζ. Δουλεύοντας στα εργαστήρια άλλων καλλιτεχνών του τατουάζ έχει σκοπό να βγάζει τα χρήματα που χρειάζεται για το ταξίδι. Σκοπός του ταξιδιού να βρουν τον πατέρα του παιδιού ο οποίος τους παράτησε λίγο μετά τη γέννηση του μικρού. Ή έτσι ισχυρίζεται η Άλις. Ο Τζακ Καίει (Jack Burns) είναι ένας τετράχρονος με υψηλή ευφυία και απίστευτη μνήμη. Σε αυτό το ταξίδι που διαρκεί ένα χρόνο σχεδόν, γίνονται πολλά επηρεάζουν την προσωπικότητα του παιδιού, και μένουν για πάντα χαραγμένα στο μυαλό του. Συναντήσεις με τους πιο σημαντικούς τατουατζήδες της Βόρειας Ευρώπης, συναντήσεις με παράξενους πελάτες, πόρνες στο Άμστερνταμ και σολίστ του εκκλησιαστικού όργανου μια και ο πατέρας του είναι και ο ίδιος αξιόλογος σολίστ. Κάποια στιγμή γυρίζουν πίσω χωρίς να έχουν βρει τον πατέρα. Όλα αυτά είναι σχεδον το 1/10 του βιβλίου. Από δω και πέρα αρχίζουν οι αληθινές περιπέτειες του Τζακ.

Το βιβλίο βάζει τόσα πολλά θέματα προς συζητηση που μόνο η αναφορά τους γεμίζει το ποστ: Σχέσεις μητέρας – γιου. Σχέσεις γιου και απόντος πατέρα. Γιατί είναι τόσο δύσκολο να συμβιβαστούμε με την απόρριψη από τους γονείς μας; Η δύναμη της οικογένειας, η ανάγκη για οικογένεια. Μνήμη: Θυμόμαστε πραγματικά τί μας συνέβη όταν ήμασταν παιδιά ή δημιούργουμε τις αναμνήσεις μας ανάλογα με αυτά που μας διηγούνται; Γιατί ψάχνουμε όλοι να βρούμε ένα μέρος όπου κολλάμε, ανήκουμε; Γιατί οι άνθρωποι συγχωρούν τόσο δύσκολα; Τατουάζ: γιατί μερικοί άνθρωποι διαλέγουν να καλύψουν όλο το σώμα τους με τατουάζ; Τί ψάχνουν αυτοί οι εθισμένοι στο μελάνι που κάθε τατουαζ τους λέει μια ιστορία; Πότε πάσχουμε από κατάθλιψη και δεν το γνωρίζουμε; Οι δάσκαλοι μας: Πόσο σημαντικές είναι οι πρώτες σχολικές εμπειρίες; Το Άμστερνταμ: οι πόρνες, η περιοχή με τα κόκκινα φανάρια. Οι καλλιτέχνες και η φωνή τους Η ψυχανάλυση, η διασημότητα, το σεξ, οι άνθρωποι με αναπηρίες. Η μουσική.


Αφού πηδήσω τα ενδιάμεσα σας πάω προς το τέλος του βιβλίου. Θα βρει επιτέλους ο Τζακ την οικογένεια που ψάχνει; Θα ξεπεράσει όλες τις χοντράδες που έχει κάνει στη ζωή του απ’το να αυνανιστεί με τη φιλενάδα της μάνας του ως να πηδήξει εν αγνοία του την 15χρονη κόρη μιας πρώην φιλέναδας του.

Κι εγώ γιατί συγκινούμαι τόσο πολύ από ένα βιβλίο που μιλάει για δυο πολύ κλειστούς κόσμους, αυτόν των τατουάζ και αυτόν της εκκλησιαστικής μουσικής. Μήπως είναι η μουσική του Bob Dylan που αντηχεί σε κάθε σελίδα ή η μουσική του Bach και του Hendel που στοιχειώνει τα όνειρα του Τζακ;

Μήπως γιατί είναι το πιο προσωπικό βιβλίο του συγγραφέα και έβαλε σε αυτό όλη του τη μαστοριά; Ο Τζων Ίρβινγκ πάντα με κάνει να κλαίω, έχει ένα κόλλημα με τα παιδιά και το βίαιο θάνατο τους και σε όσα βιβλία του έχω διαβάσει, με παίρνουν τα ζουμιά. Εδώ δεν έχουμε τίποτε παρόμοιο, τα πιο βίαια περιστατικά είναι αυτά στα ριγκ που μαθαίνει ο Τζακ να παλεύει. Όμως το βιβλίο γραφόταν επί 6,5 χρόνια και λίγο πριν τελειώσει ο συγγραφέας ανακάλυψε τον πατέρα του ο οποίος τον είχε εγκαταλείψει κι αυτόν όταν ήταν παιδί. Μόνο που ο αληθινός πατέρας είχε ήδη πεθάνει. Ευτυχώς το βιβλίο είναι πιο αισιόδοξο.

Η γραφή του είναι πραγματιστική, χωρίς περιττές σάλτσες και περιγραφές. Παραδόξως ενώ μιλάει τόσο πολύ για τις (κυρίως σεξουαλικές ) σχέσεις του Τζακ, έχει ελάχιστες ερωτικές σκηνές. Η μάνα του συγγραφέα (που τη φαντάζομαι ως μια μεσοαστή Αμερικάνα με βαμμένα μαλλιά σε χρώμα ακαζού) του έλεγε για το προηγούμενο βιβλίο του: «Όχι πάλι σκηνές με δονητές». Εδώ νομίζω ότι υπάρχει μόνο μια αναφορά σε δονητή και πάλι όχι σε δράση. Είναι ένα βιβλίο για την αέναη αναζήτηση μιας σταθερότητας στη ζωή μας. Ένα βιβλίο που ο ήρωας ψάχνει για κάτι χωρίς να ξέρει τί είναι. Αλλά δεν μπορεί να ησυχάσει αν δεν το βρει. Έτσι δεν είμαστε όλοι; Πες το με όποιο όνομα θέλεις, πες το Θεό, πες το επαγγελματική καταξίωση, πες το λεφτά, φήμη, νιρβάνα, πες το μεγάλο έρωτα, θα ψάχνω until I find you.



Όπως βλέπετε ο Tom έμεινε στη Λάρισα ενώ ο Jack ταξίδεψε για Ρόδο.

Saturday, July 22, 2006

Tom Jones by Henry Fielding

Διαβάζω τον Tom Jones του Henry Fielding. Βιβλίο επικών διαστάσεων με τις 800 τόσες σελίδες του στο Αγγλικό πρωτότυπο. Φαντάζομαι θα έφτανε τις 1000 τουλάχιστον στην Ελληνική μετάφραση. Και τι άθλος θα ήταν να μεταφραστεί αυτό το τεράστιο έργο του 18ου αιώνα που οι Εγγλέζοι γράφουν ακόμη με τα thy και thou οι λέξεις έχουν άλλη ορθογραφία και η σύνταξη θυμίζει αρχαία ελληνικά. (έκανα λάθος όμως, τώρα έψαξα και είδα ότι έχει μεταφραστεί από την Έφη Καλλιφατίδη, στις εκδόσεις Gutenberg. Όποιος έχει υπ’όψη του τη μετάφραση ας μας πει.)

Όταν ήμασταν στο Πανεπιστήμιο είχαμε κάνει υποχρεωτικά ένα άλλο βιβλίο του συγγραφέα, το Joseph Andrews, που έμοιαζε κάπως στην πλοκή και τις ιδέες αλλά ήταν πολύ μικρότερο. Το συγκεκριμένο είναι ένα τούβλο, ευτυχώς σε έκδοση Penguin ξέρετε με τις πολύ λεπτές σελίδες για να μη βαραίνει, να μπορείς να το κρατάς ακόμη και με το ένα χέρι και με το άλλο να κρατάς το χερούλι στο βαγόνι του μετρό.

Το βιβλίο τώρα είναι ένα κωμικό μυθιστόρημα ηθών. Η ηθική της εποχής μας φαίνεται αστεία πια, αλλά φαντάζομαι στην εποχή του θα είχε σοκάρει τρομερά. Απ’ότι διαβάζω μάλιστα θεωρούνταν τρομερό να το έχει διαβάσει μια κοπέλα εκείνη την εποχή μια και μιλάει για έρωτες εκτός γάμου, για γάμους που δεν εγκρίνονται από τον πατέρα και …φτου κακά για προγαμιαίο σεξ! Ε, βέβαια, θα ήταν κάτι σαν να διαβάζει τη Γκαμιανί ένα σημερινό δεκατετράχρονο. Ο Φίλντινγκ όμως έχει πλάκα, μιλάει για όλα αυτά με ένα πολύ σοβαρό ύφος, βάζει τους ήρωες του να μιλάνε με τον τρόπο της εποχής τους, με κάτι προτάσεις τρεις γραμμές για να πούνε «Ευχαριστώ που με θυμήθηκες στη διαθήκη σου». Σε κάθε κεφάλαιο γράφει έναν πρόλογο που μας λέει με λίγα λόγια τι θα ακολουθήσει. Στην αρχή του βιβλίου λέει ότι μπορεί να μη μας ενδιαφέρουν όλα οπότε να διαβάζουμε την περίληψη και να πράττουμε αναλόγως. Παρομοιάζει μάλιστα το βιβλίο του με κατάλογο εστιατορίου που περιγράφονται τα διάφορα πιάτα.

Είναι γεμάτο συμβουλές για το γάμο και την ανατροφή των παιδιών και μου αρέσει που δε χάνει χρόνο με περιγραφές περιττές. Λέει, ας πούμε, όταν θέλει να δείξει ότι μια ηρωίδα είναι ιδιαίτερα άσχημη ότι μοιάζει με μια κυρία σε πίνακα του William Hogarth.


(Ορίστε και ο πίνακας, δεν είναι φοβερό το ίντερνετ;). Και όταν περιγράφει την ωραία του βιβλίου την παρομοιάζει με ένα άγαλμα, την Αφροδίτη των Μεδίκων.

Το βιβλίο δεν το έχω τελειώσει ακόμη, οπότε μάλλον θα σας ξαναγράψω γι αυτό. Και ήθελα πραγματικά να το διαβάσω πιο γρήγορα. Αλλά η γλώσσα το ύφος με δυσκολεύουν κάπως. «Μα γιατί το διαβάζεις;» με ρώτησε μια φίλη. Μα μου αρέσει κι ας με ζορίζει. Μόνο που έχω πάρει και το τελευταίο του John Irving (εντελώς διαφορετικό ύφος) και ήθελα αυτό να κρατάω την Τετάρτη που αρχίζει το δεύτερο μέρος των διακοπών. Φεύγουμε για Ρόδο, για το σπίτι των γονιών μου, το βασίλειο των αστυνομικών βιβλίων θα σας ξαναγράψω από εκεί σίγουρα. Ο αστυνόμος Χαρίτος μου έχει δώσει ραντεβού μαζί με διάφορους συναδέλφους του απ’όλο τον κόσμο. Έχω να πάω από πέρσι και ο μπαμπάς μου θα έχει κάνει φοβερές προμήθειες.

Υ.Γ. Μου συνέβη και ένα απίθανο για μένα γεγονός. Ο Λάρρυ Κουλ, δικτυακός ποιητής και συγγραφέας, μου έγραψε για να μου στείλει το βιβλίο του. Όπως είδα στο Μπουκατάκ με πρόλαβαν και ήδη το διάβασαν, εγώ βασανίζομαι με τον Τομ ακόμη. Αλλά χάρηκα τόσο πολύ με το γεγονός, αισθάνθηκα σαν να γράφω κι εγώ στην αγαπημένη μου Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας, ή στα Βιβλία του Βήματος, ή στο Βιβλιοδρόμιο των Νέων. Είχα ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Είμαι πολύ ψώνιο;

Υ.Γ. 2 Δεύτερα πρωί και συμπληρώνω το κείμενο με παραπομπή σε άρθρο του Αθήναιου με το ίδιο θέμα: "My name is Jones, Tom Jones", έγραφε το Φεβρουάριο και μου αρέσει εκεί που λέει ότι ο Τομ είναι μεγάλος αλήτης!

Wednesday, July 19, 2006

Reading Lolita in Tehran


Χθες το μεσημέρι καθίσαμε να φάμε. Ο Μάκης έχει μια (μόνο) κακή συνήθεια, θέλει ανοιχτή την τηλεόραση όταν τρώμε και ταυτόχρονα να διαβάζουμε την εφημερίδα (μισή – μισή ) και να σχολιάζουμε. Η εφημερίδα δε με ενοχλεί, η τηλεόραση με διαολίζει. Anyway, χθες καθώς τρώγαμε είχα την αίσθηση ότι από μέρα σε μέρα θα ξεσπάσει ο πόλεμος και θα λέμε: «Δεν το περίμενα, ήμουνα σίγουρη ότι η Ελλάδα θα μείνει απ’έξω». Έτσι έλεγαν και οι Εγγλέζοι όταν ξέσπασε ο 2ος Παγκόσμιος.

Η μικρή μέσα παίζει με μια φίλη της εγώ κάθομαι στον υπολογιστή μου (έβαλα και ένα ταψί γεμιστά στο φούρνο) και ήθελα να σας γράψω για ένα ωραίο βιβλίο που διάβασα πέρσι: «Reading Lolita in Tehran” της Azar Nafisi. Έχει βγει και στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Λιβάνη.

Το βιβλίο μιλάει λοιπόν για μια καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης που το 1995 παραιτήθηκε από τη θέση της για πολιτικούς λόγους. Είχε όμως την ιδέα να καλέσει 7 φοιτήτριες της και να συνεχίσει τα μαθήματα της στο σπίτι της. Κάτι σαν ιδιαίτερα μαθήματα δηλαδή με θέμα την Αγγλική Λογοτεχνία. Μόνο κοπέλες γιατί θα ήταν πολύ επικίνδυνο να βάλουν και άντρες στην παρέα τους (σύμφωνα με την κυβέρνηση). Το βιβλίο διηγείται τις ιστορίες των μαθητριών και της καθηγήτριας αλλά και των βιβλίων. Βιβλίων κλασικών όπως η Λολίτα του Ναμπόκοφ, που παίρνουν καινούριο νόημα σε αυτή την κοινωνία. Η διήγηση μου άρεσε πολύ γιατί κλέβουμε ματιές από μια άλλη χώρα που προσωπικά δεν ξέρω καλά. Αλλά τελικά όλους τους ανθρώπους άσχετα από το που ζούμε μας απασχολούν τα ίδια πράγματα, ο έρωτας, η φιλία, το φαγητό , τα παιδιά μας, η τέχνη. Οι γυναίκες που βλέπουμε ντυμένες στα μαύρα έχουν και μια άλλη ζωή χρωματιστή και ενδιαφέρουσα.
Το πιο ωραίο ήταν ότι ενώ ο κόσμος άλλαζε γύρω τους - οι φονταμεταλιστές δεν κρατούσαν τις υποσχέσεις τους για ισότητα και δημοκρατία - οι ηρωίδες του βιβλίου συνεχίζουν να διαβάζουν. Καθόλου ανυποψίαστες. Είναι σαν το διάβασμα να είναι η σωτηρία τους, η μόνη σταθερή στη ζωή τους.
Κάτι άλλο που μετράει στα συν του βιβλίου είναι ότι σε ωθεί να (ξανα)διαβάσεις τα κείμενα που συζητάει. Μου αρέσει πολύ αυτό. Συνήθως αγοράζω δυο τρία βιβλία μαζί αλλά μετά το ένα βιβλίο σε οδηγεί σε κάτι άλλο και παρακάμπτεις αυτά που είχες αγοράσει, επιστρέφεις αργότερα, μια πορεία με πολλά ζιγκ ζάγκ.

Η Αζάρ Ναφίσι έφυγε από την Τεχεράνη και πήγε στις ΗΠΑ όπου και διδάσκει πλέον. Κάποιες φοιτήτριες της έφυγαν και κείνες για άλλες χώρες με περισσότερες ελευθερίες. Κάποιες έμειναν πίσω να το παλέψουν από μέσα και μάλιστα έγιναν και οι ίδιες καθηγήτριες στο Πανεπιστήμιο.

Σήμερα το θυμάμαι πολύ έντονα αυτό το βιβλίο, και περιδιαβαίνω το ίντερνετ βρίσκοντας ιστορίες που μοιάζουν. Από τη σελίδα των μπλογκ του Guardian βρήκα αυτό το πολύ ενδιαφέρον μπλογκ από το Λίβανο. Προσέξτε τους υπότιτλους:

Lebanon is under savage attack by Israel to collectively punish the Lebanese for Hizbollah's actions. For updates on the latest events, go here. To access all Lebanese blogs, go here.To help save Lebanon, go here. To save your life, go north. Me? I'm furious, sad, quiet and collected but the violence is suffocating

Σε ένα άλλο μπλογκ από το Τελ Αβίβ η μπλόγκερ βγάζει φωτογραφία την τηλεόραση της που δείχνει ένα Ισραηλινό κανάλι να δείχνει ένα Αραβικό κανάλι που δείχνει το Ισραηλινό κανάλι. Μπερδευτήκατε; Κι όμως έτσι είναι και λέει η σχολιάστρια:

This is just one example of how mad and complex this conflict is: We watch each other's television broadcasts, we talk to one another, and then...we bomb each other.


Αυτά λοιπόν από τη Λάρισα.

Tuesday, July 18, 2006

Στη χώρα των στερεότυπων

Είναι μερικά πράγματα που νομίζεις ότι δε θα συμβούν ποτέ σε σένα. Εσύ ήσουν πάντα ευαίσθητη απέναντι στις ρατσιστικές συμπεριφορές. Τον καιρό του πανεπιστημίου ήσουν και πιο δραστήρια, έκανες ότι μπορούσες να πολεμήσεις το αυτό του φιδιού και τα ίδια τα φίδια. Αλλά και στην καθημερινότητα είσαι ένας ανεκτικός άνθρωπος, δεν ξεχωρίζεις τους ανθρώπους ανάλογα με το δέρμα τους, τη θρησκεία τους ή τον τρόπο που κάνουν έρωτα. Και ξημερώνει η μέρα που το κάτω διαμέρισμα πρέπει να νοικιαστεί. Βάζεις την αγγελία. Οι υπόλοιποι ένοικοι της πολυκατοικίας αρχίζουν να σου βάζουν ιδέες: «Μόνο Αλβανούς να μη βάλετε». Τους αγνοείς. Και έρχονται διάφοροι άνθρωποι, οικογένειες, ζευγάρια, και η πρώτη οικογένεια Αλβανών, που είναι και οι πιο σοβαροί απ’όλους. Τώρα αρχίζουν τα προβλήματα. Εσύ τώρα πρέπει να τους πεις «Όχι κύριε δε σας θέλουμε γιατί δε γεννηθήκατε στη σωστή μεριά των συνόρων. Όχι κύριε γιατί είστε, λέει, βρώμικοι, και μας κάνετε τώρα τους καλούς αλλά μεθαύριο θα δείξετε τον πραγματικό σας εαυτό. Ενώ εμείς σας δείχνουμε από τώρα, τι σόι άνθρωποι είμαστε.»

Όχι ρε γαμώτο είναι άδικο να πρέπει να το κάνω εγώ αυτό, και να μιλήσω εγώ στους ανθρώπους εκ μέρους του ιδιοκτήτη. Είναι απίστευτο κλισέ αυτό που θα πω «Ναι ξέρετε εμείς δεν έχουμε πρόβλημα αλλά ο ιδιοκτήτης δε σας θέλει». Τις έχω διαβάσει χίλιες φορές αυτές τις ιστορίες στη στήλη του Καπλάνι, τις έχω δει στα ντοκυμαντέρ του Κούλογλου και κουνούσα λυπημένα το κεφάλι μου. Και τώρα πρέπει να τα πω κι εγώ;

Friday, July 14, 2006

Σενεγάλη, μετανάστες και ραπ

Προχθές πήγα στη Δημοτική πισίνα και κολύμπησα. Κολύμπησα 30 φορές κατά μήκος της πισίνας δηλαδή διένυσα μια απόσταση 750 μέτρων. Το άλλο πρωί ξύπνησα από την πείνα. Παρόλο που έφαγα καλά δεν μπορούσα να στανιάρω. Μια κούραση με είχε καταβάλλει, δεν είχα καθόλου ενεργητικότητα, ήθελα να πηγαίνω απο καναπέ σε πολυθρόνα. Τα χέρια μου πονούσαν και ακόμη και το να σηκώνω το πιρούνι ή να γυρίζω τις σελίδες του βιβλίου μου φαινόταν άθλος.



Σήμερα διαβάζω στην Ελευθεροτυπία το σχόλιο του Χρήστου Μιχαηλίδη για τους μετανάστες απ'τη Σενεγάλη. Η Σενεγάλη θεωρείται χώρα πρότυπο στην Αφρική λόγω της δημοκρατικότητας της. Υπάρχει φτώχια και ανεργία αλλά υποτίθεται ότι υπάρχει σταθερή οικονομία. (πληροφορίες για τη χώρα εδώ). Παρόλα αυτά πολλοί άνθρωποι αποφασίζουν να φύγουν. Μπαίνουν σε μικρά κανό και προσπαθούν να διανύσουν τα 100 χιλιόμετρα που τους χωρίζουν από τα Κανάρια νησιά (Ισπανία). Όταν φτάνουν είναι λέει τόσο εξαντλημένοι που χρειάζονται εβδομάδες για να συνέλθουν.

Στη Σενεγάλη υπάρχει πολύ πλούσια μουσική παράδοση. Ένας μουσικός, ένας ράπερ από τη Σενεγάλη έγραψε ένα τραγούδι και μπορούμε να το ακούσουμε εδώ. Το τραγούδι του λέγεται "Ζωντανοί Νεκροί". Ενώ ακούγεται, βλέπουμε και φωτογραφίες απ'την κατάληξη του ταξιδιού αυτών των ανθρώπων.
Προσπαθώ να σκεφτώ πως νιώθουν όταν φτάνουν πια. Δεν αντέχω όμως.

Η φωτογραφία από εδώ.

Saturday, July 08, 2006

Football and me

Αύριο τελειώνει επιτέλους. Εντάξει δεν πήγε τόσο χάλια όσο νόμιζα. Ίσως γιατί έφυγα ενδιάμεσα και γλίτωσα την περίοδο με τα τέσσερα ματς την ημέρα. Ίσως γιατί μεγάλωσα και καταλαβαίνω πια τι σημαίνει για σας τα μεγάλα παιδιά το Μουντιάλ.



Προχθές πάντως στη Θεσσαλονίκη, βρήκα σε ένα πανέμορφο μικρό βιβλιοπωλείο ένα βιβλιαράκι με φωτογραφίες από ποδόσφαιρο και του το πήρα. Είναι πράγματι χάρμα οφθαλμών. Έχει φωτογραφίες του Βρετανού φωτογράφου Levon Biss, που ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο και είδε το ποδόσφαιρο σε όλες τις εκφάνσεις του (στο σαιτ μπορείτε να δείτε φωτογραφίες από το βιβλίο στην ενότητα projects). Με ξένισε λιγάκι που, μια και το όλο project είναι υπο την αιγίδα της UMBRO, οι περισσότερες ομάδες φοράνε αυτές τις φανέλες. Αλλά οι φωτογραφίες είναι όμορφες και ποικίλλουν. Μου αρέσει που έχει τόσες διαφορετικές κουλτούρες, τοπία και ανθρώπους. Επαγγελματίες και ερασιτέχνες, παιδιά και γέροι, γυναίκες, άστεγοι που διοργανώνουν το πρωτάθλημα τους, φίλαθλοι, διαιτητές, όλοι βρίσκουν μια θέση στο βιβλίο. Μου αρέσει αυτή η λαϊκότητα του ποδοσφαίρου. Μου αρέσουν οι ομάδες που τραγουδάνε αγκαλιασμένες τον εθνικό τους ύμνο και γελάω με τη θρησκευτικότητα των Βραζιλιάνων. Έχει μέσα μια φωτογραφία που δείχνει μια λίστα με τα ονόματα των ποδοσφαιριστών μπροστά σε ένα καντηλάκι, θυμίζει τις λίστες που με έβαζε να γράφω η γιαγιά μου , «υπέρ υγείας», τις οποίες μετά δίναμε στον παπά της ενορίας να τις «διαβάσει».
Στο βιβλίο έχει και διάφορα αποφθέγματα που έχουν πει διάσημοι άνθρωποι του ποδοσφαίρου, κάποια γνωστά όπως αυτό του Μαραντόνα για το χέρι του Θεού και κάποια λιγότερο γνωστά.
Διαλέγω αυτό του Bob Robson: «I’m married to football and have an affair with my wife». Πάντα ήθελα να δοκιμάσω πώς είναι να έχεις εραστή οπότε it’s OK.

Friday, July 07, 2006

Madeleine Peyroux, Θεσσαλονίκη

Πήγα στη συναυλία της Madeleine Peyroux χθες σε ένα καταπληκτικό θέατρο στη Θεσσαλονίκη. Δεν είχα ξαναπάει εκεί και ενθουσιάστηκα.


Η συναυλία πολύ καλή επίσης. Κατά τις 10 η ώρα εμφανίστηκε η Μαντλέν με τρεις ακόμα μουσικούς (πιάνο, κοντραμπάσο και ντραμς). Η ίδια έπαιζε και ακουστική κιθάρα. Οι μουσικοί εξαίρετοι. Η Μαντλέν απλή, απέρριτη με αυτήν τη χαρακτηριστική προφορά του νότου των ΗΠΑ, αλλά και με ένα τρόπο να εκφέρει τα σύμφωνα σαν να μιλούσε όλη την ώρα Γαλλικά. Τα τραγούδια που μου άρεσαν πιο πολύ ήταν το Blue Alert, και το Lonesome Road.

Πολύ θα μου άρεσε να είμαι σε ένα υπόγειο τζαζ μπαρ του Παρισιού ή της Νέας Υόρκης, να κάθομαι σ'ενα μπροστινό τραπεζάκι και να την ακούω πίνοντας.