Tuesday, January 24, 2006
Η Έλλαδα στην κατάψυξη
Πράγματι, η Έλλαδα μπήκε στην κατάψυξη, τα πάγωσε όλα, μυαλό, κοινή λογική, ψυχραιμία. Κλείσαν τα σχολεία, θα τα ανοίξουμε στις 21 Μαρτίου, με τον επίσημο ερχομό της Άνοιξης και πάλι βλέπουμε. Αν δεν πάει 26° C η θερμοκρασία δεν ξαναδουλεύουμε.
Η φωτό είναι απ'το σπίτι μου, 8:20 το πρωί. Λευτεριά στους αποκλεισμένους!
Sunday, January 22, 2006
Housekeeping
Είναι Κυριακή 9 παρά τέταρτο το βράδυ κι εγώ: έχω δυο φαγητά στη φωτιά, ξεπλένω κατσαρολικά, φωνάζω στην Αγγελική να μπει στο μπάνιο, σταματάω το πλύσιμο των πιάτων και πάω στο μπάνιο να της κάνω παρέα και ταυτόχρονα ράβω μια τούφα από τα μαλλιά της Μαριλού, της κούκλας. Έχω και το ρολόι στο μπάνιο και κοιτάω για να βγάλω τα μακαρόνια απ΄την κατσαρόλα στα 8 λεπτά ακριβώς. Μίλησε κανείς για multitasking?
Τώρα είναι 11 παρά 10 και επιτέλους κάθομαι για λίγο, πριν πέσω στο κρεβάτι μου ξερή για ύπνο. Εγερτήριο στις 6:15, κι έρχεται χιόνι αύριο, πρέπει να προσέχουμε στο δρόμο. Τουλάχιστον μου πέτυχε το φαΐ, χταπόδι κοκκινιστό με κοφτό μακαρονάκι.
Friday, January 20, 2006
Puzzle
Αφού τέλειωσε η αναγκαστική τιμωρία που είχα βάλει τον εαυτό μου (όχι, εξόδους, όχι τηλέφωνα σε φίλους, όχι blogging) επανέρχομαι.
Το περασμένο Σ/Κ λοιπόν, λόγω τιμωρίας ήμουνα συνεχεία στο σπίτι με μια μικρή έξοδο για το γυμναστήριο. Τα παιδιά του σχολείου είχαν μαζέψει διάφορα παιχνίδια που δεν ήθελαν πια, για να τα χαρίσουμε σε άλλα λιγότερο προνομιούχα παιδιά. Ανάμεσα σε αυτά ήταν και ένα παζλ 500 κομματιών με θέμα το Lord of the Rings. Μέχρι λοιπόν να μαζευτούν μερικά ακόμη παιχνίδια, σκέφτηκα να κάνω εγώ το πάζλ να δω αν λείπει και κανένα κομμάτι δηλαδή, μη χαρίσουμε σκάρτο πράμα.
Το ξεκίνησα την Παρασκευή το απόγευμα και το τέλειωσα το Σάββατο το βράδυ. Κόλλημα, τρομερό τα παζλ και απορώ γιατί δεν έκανα μερικά πέρσι που περνούσα μεγάλες μοναξιές. Επιπλέον και αφορμή για υψηλές φιλοσοφικές σκέψεις τις οποίες παραθέτω
Τα παζλ είναι όπως η ζωή.
Αποτελούνται από πολλά μικρά κομματάκια.
Κάθε κομμάτι και είναι ίσης αξίας με τα άλλα.
Κάθε κομμάτι είναι άχρηστο χωρίς τα άλλα.
Τα κομμάτια είναι τόσο μικρά που δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την εικόνα πάνω τους. Εκεί που νομίζεις ότι ένα κομμάτι ταίριαζε σε ένα σημείο, τελικά ανακαλύπτεις ότι είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Για παράδειγμα προσπαθούσα για ώρες να βρω το πρόσωπο του Άραγκορν και είχα απορρίψει καμιά δεκαριά κομμάτια που δεν τα κοιτούσα καν. Τη δεύτερη μέρα ανακάλυψα ότι αυτά τα ‘άχρηστα’ κομμάτια ήταν το πρόσωπο που έψαχνα.
Η αρχή είναι το πιο δύσκολο μέρος. Όταν έχεις βάλει κάμποσα κομμάτια, γίνεται σιγά σιγά πιο εύκολο. Μερικά κομμάτια τα βάζεις στην τύχη και ω, του θαύματος ταιριάζουν!
Έχει αρκετή αγωνία να φτιάχνεις το παζλ γιατί μέχρι την τελευταία στιγμή δεν είσαι σίγουρη αν υπάρχουν όλα τα κομμάτια. Κι αν παράπεσε κανένα όταν το συσκεύαζαν; Κι αν έχω κάνει όλο αυτό τον κόπο τζάμπα; Αλλά στο τέλος πάντα επιβραβεύεσαι και ο κόπος δεν πάει χαμένος. Άλλωστε η διαδικασία αξίζει.
Η εικόνα ολοκληρώνεται μόνο όταν βάλεις και το τελευταίο κομματάκι, γι αυτό και τελικά αξίζει να μη βιάζεσαι, να το κάνεις να κρατήσει όσο πιο πολύ γίνεται.
Όσο πιο πολλά κομμάτια έχει το παζλ τόσο μεγαλύτερη η ευχαρίστηση όταν το τελειώνεις!
Αυτά με τα παζλ. Αυτό το Σ/Κ λοιπόν θα το αφιερώσω στους πραγματικούς φίλους που με περιστοιχίζουν, και με βοηθάνε να ολοκληρώνω την εικόνα στην οποία ανήκω κι εγώ.
Tuesday, January 03, 2006
Διάφορα
Οι καλοί μου φίλοι και πρώτοι αναγνώστες αυτού του μπλογκ μου έκαναν δώρο ένα ημερολόγιο με αστεία, αποφθέγματα όλα σχετικά με τάξεις, δασκάλους κλπ. Χθες λοιπόν είχε κάτι που είπε ένας μαθητής σε έναν άλλο και το βρήκα τρομερά πνευματώδες: "Don't believe everything you say".
Άλλο θέμα: Διάβασα σήμερα στα ΝΕΑ τη στήλη του Γκάζι Καπλάνι, του Αλβανού δημοσιογράφου που ζει και εργάζεται στη χώρα μας εδώ και χρόνια. Ο τίτλος είναι "Πρωτοχρονιάτικες εξομολογήσεις μιας οικιακής βοηθού" και μπορείτε να το βρείτε εδώ. Άλλωστε είναι και ο Γκάζι μπλόγκερ. Το κειμενάκι είναι πολύ συγκινητικό και την καταλαβαίνω απόλυτα τη γυναίκα αυτή αφού ακόμη κι εγώ ένιωσα έτσι όταν πρωτοάκουσα για το έγκλημα. Αυτό που λέει σε ένα σημείο ότι όταν γίνεται κάτι από Αλβανό της κρατάνε μούτρα τα ίδια τα παιδιά της είναι οδυνηρό. Και αυτά τα παιδιά το κράτος μας τα διώχνει και τα βάζει στη γωνία.
Μια κωμικοτραγική σκηνή που έζησα στο σχολείο φέτος ήταν όταν η μουσικός έλεγε για ένα κοριτσάκι ότι μάλλον δε μπορεί να τραγουδήσει καλά και η δασκάλα της τάξης είπε: "Α, έπρεπε να στο είχα πει είναι Αλβανή". Η μουσικός έμεινε άναυδη αλλά ευτυχώς συνήλθε σύντομα και της απάντησε: "Γιατί οι Αλβανοί είναι εξ'ορισμού φάλτσοι;"
Κατά τα άλλα είμαι στον πυρετό της προετοιμασίας ενός δείπνου για την Πέμπτη. Έχουμε καλέσει όλους τους στενούς φίλους, 12 και 2 εμείς 14 και 2 πιτσιρίκια 16. Έχω αρχίσει απο σήμερα το μαγείρεμα. Ασυναγώνιστη βοηθός η μαγείρισσα και gourmet writer Στέλλα Κατσαρού.
Άλλο θέμα: Διάβασα σήμερα στα ΝΕΑ τη στήλη του Γκάζι Καπλάνι, του Αλβανού δημοσιογράφου που ζει και εργάζεται στη χώρα μας εδώ και χρόνια. Ο τίτλος είναι "Πρωτοχρονιάτικες εξομολογήσεις μιας οικιακής βοηθού" και μπορείτε να το βρείτε εδώ. Άλλωστε είναι και ο Γκάζι μπλόγκερ. Το κειμενάκι είναι πολύ συγκινητικό και την καταλαβαίνω απόλυτα τη γυναίκα αυτή αφού ακόμη κι εγώ ένιωσα έτσι όταν πρωτοάκουσα για το έγκλημα. Αυτό που λέει σε ένα σημείο ότι όταν γίνεται κάτι από Αλβανό της κρατάνε μούτρα τα ίδια τα παιδιά της είναι οδυνηρό. Και αυτά τα παιδιά το κράτος μας τα διώχνει και τα βάζει στη γωνία.
Μια κωμικοτραγική σκηνή που έζησα στο σχολείο φέτος ήταν όταν η μουσικός έλεγε για ένα κοριτσάκι ότι μάλλον δε μπορεί να τραγουδήσει καλά και η δασκάλα της τάξης είπε: "Α, έπρεπε να στο είχα πει είναι Αλβανή". Η μουσικός έμεινε άναυδη αλλά ευτυχώς συνήλθε σύντομα και της απάντησε: "Γιατί οι Αλβανοί είναι εξ'ορισμού φάλτσοι;"
Κατά τα άλλα είμαι στον πυρετό της προετοιμασίας ενός δείπνου για την Πέμπτη. Έχουμε καλέσει όλους τους στενούς φίλους, 12 και 2 εμείς 14 και 2 πιτσιρίκια 16. Έχω αρχίσει απο σήμερα το μαγείρεμα. Ασυναγώνιστη βοηθός η μαγείρισσα και gourmet writer Στέλλα Κατσαρού.
Monday, January 02, 2006
Γαλάτεια
Θέλω να γράψω για μια γυναίκα πολύ σημαντική για μένα. Τη γνώρισα όταν ήμουν περίπου πέντε χρονών, ήταν φίλη των γονιών μου. Ζούσε σε μια μικρή επαρχιακή πόλη αλλά ήταν από την Αθήνα. Αληθινή Αθηναία που έφυγε όμως. Είχε παντρευτεί κάποτε πολύ παλιά και είχε κάνει κι ένα παιδί, Μετά χώρισε και ο άντρας της πρέπει να ήταν τόσο κόπανος που το παιδί όταν μεγάλωσε άλλαξε το όνομα του και πήρε της μητέρας του. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Η κα Γ πάντως ήταν μια εντελώς αντισυμβατική φιγούρα. Είχε ένα κατάστημα με είδη λαϊκής τέχνη και κοσμήματα, που για μένα ήταν σαν τη σπηλιά του Αλλαντίν. Αυτό το μικρό μαγαζάκι είχε όλα τα κιτς αντικείμενα για τουρίστες που διασχίζουν μια μικρή παραλιακή πόλη όπως τσαρούχια, κούπες, πιατάκια, κοχύλια μεγάλα και μικρά, σφουγγάρια, καθρέφτες, φωτιστικά με αχιβάδες, βάζα και βαζάκια, σανδάλια, you get the picture. Αλλά είχε και τρομερά ασημένια κοσμήματα, σκουλαρίκια, κρεμαστά , καρφίτσες, πράγματα που με θάμπωναν όσο ήμουν μικρή αλλά και καθώς μεγάλωνα. Από τότε έχω ένα κόλλημα με τα σκουλαρίκια και νομίζω ότι είμαι γυμνή αν δεν φοράω. Είχε και τρομερά κακόγουστα πράγματα βέβαια γιατί η κα Γ. εκτός από μια μορφωμένη και καλόγουστη κυρία ήταν και έμπορος και κάπως έπρεπε να ζήσει. Τότε ήταν η εποχή πριν τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και έρχονταν πολλοί κεντρο-ευρωπαίοι οδικώς. Σταματούσαν στη μικρή μας πόλη και της έδιναν ζωή και χρήμα.
Η κα Γ. είχε σπουδάσει μουσική, είχε διδάξει κιόλας σε Ωδεία στην Αθήνα. Αλλά τα είχε παρατήσει όταν έφυγε. Εμένα ήταν ο φόβος και ο τρόμος μου. Τότε είχα αρχίσει να μαθαίνω κιθάρα, (φαεινής ιδέα του μπαμπά μου που πίστευε σε rounded education). Όποτε πήγαινα στο μαγαζί της για να ακούσει τις ασκήσεις σολφέζ, άκουγα τον εξάψαλμο και μετά έπαιρνε τηλέφωνο το μπαμπά μου και του έλεγε, «Να το σταματήσεις το παιδί, είναι φάλτσο, είναι ανεπίδεκτο, είναι άμουσο.» Αλλά ο μπαμπάς μου, εκεί, δεν τη άκουγε την αγία αυτή γυναίκα, θα είχαμε γλιτώσει 13 χρόνια μαθημάτων. Αλλά με έκανε και πιο σκληρή. Χρόνια αργότερα όταν ήμουνα στη Β Λυκείου, είχαμε φύγει πια από εκείνη την πόλη αλλά πηγαίναμε που και που για Χριστούγεννα, της έπαιξα κάτι που είχα μάθει καλά. Η κα Γ. είχε μαλακώσει με τα χρόνια, εγώ είχα μάθει πια μερικά πράγματα, και είπε «Έμαθες τελικά, πραγματικά δεν το περίμενα»! Νομίζω ότι μετά από αυτό το κομπλιμέντο, ικανοποιήθηκα τόσο που παράτησα την κιθάρα. Την ξαναέπιασα φέτος, 12 χρόνια μετά για να παίξω στη γιορτή του σχολείου Χριστουγεννιάτικα τραγούδια.
Τώρα που είναι Χριστούγεννα τη θυμάμαι πολύ έντονα. Οργάνωνε τρομερές Χριστουγεννιάτικες γιορτές, μαγικές. Μία τη θυμάμαι τόσο καθαρά και με τόση γλύκα σαν να έγινε πέρσι. Είχαμε πάει στο σπίτι της με τους βαθιούς καναπέδες, το πιάνο και ένα σωρό αντικείμενα από ταξίδια στο εξωτερικό. Τότε ζούσε και ο πατέρας της ακόμη, άλλη εξωτική φιγούρα για μένα, ζωγράφος. Η τραπεζαρία ήταν κλειστή για μας, γιατί ήθελε να τα ετοιμάσει όλα και μετά να τα δούμε. Όταν επιτέλους άνοιξαν τα φύλλα της πόρτας ήταν μια μαγεία, ένα παραμύθι. Γαλοπούλα, με γέμιση, και κάστανα, στο κέντρο, διάφορα άλλα παράξενα φαγητά γύρω γύρω, σερβίτσια πορσελάνινα, και ψηλά ποτήρια του κρασιού, η Χριστουγεννιάτικη διακόσμηση, μουσική και δώρα στο πιάτο του καθενός. Ο αδερφός μου κι εγώ θα ήμασταν τότε 4 και 6 χρονών αντίστοιχα. Εκείνη δεν τα πήγαινε και πολύ καλά με τα μικρά, μας φέρονταν σαν να ήμασταν μεγάλοι και απαιτούσε ανάλογη συμπεριφορά από εμάς. Όχι γκρίνιες, δεν τρώω αυτό, δε μου αρέσει εκείνο! Αλλά επειδή τη φοβόμαστε λίγο, φερόμασταν όσο καλύτερα μπορούσαμε. Τα δώρα που μας έκανε ήταν παράξενα, καμιά σχέση με Barbie και Nintendo. Μας χάριζε βραχιολάκια, παιχνίδια από άλλες χώρες, μεγάλα κοχύλια για να ακούμε τη θάλασσα, επιτραπέζια, σκουφιά για τα χιόνια, στολίδια για το δέντρο και άλλα τέτοια. Η γιορτή γινόταν την παραμονή και όταν πια εμείς τα μικρά είχαμε κουραστεί παίρναμε κι ένα υπνάκο σε κάτι καναπέδες με φλοκάτες.
Το φαγητό γενικά ήταν κεντρικό στη ζωή αυτής της γυναίκας και φαινόταν στην εμφάνιση της. Κοντούλα και χοντρούλα δεν έχανε όμως και την τάση της να περιποιείται τον εαυτό της, να βάφει μέχρι τέλους τα μαλλιά της και να φοράει μεγάλα κολιέ που καμιά φορά σκέπαζαν τους λεκέδες από λαδιές στη μπλούζα της.
Η ασύγκριτη κα Γ. σόκαρε και με άλλους τρόπους τη μικρή κοινωνία αφού συζούσε εδώ και χρόνια με το συνεταίρο της στο μαγαζί. Εκείνος πολύ νεώτερος της ψηλός και αδύνατος, ένας απλός άνθρωπος που γνωρίστηκε με τη Γ. και έμεινε κοντά της μέχρι τέλους, χωρίς δεσμεύσεις και τυπικά.
Τότε όλα μου φαίνονταν μυστηριώδη, τώρα καταλαβαίνω τι γεμάτη ζωή έζησε και πόσο επηρέασε κι έμενα. Μακάρι κι εγώ να βρω το θάρρος να ζω έτσι παλικαρίσια, σαν Γυναίκα με γάμα κεφαλαίο!
Καλή χρονιά σε όλους, κι ένα cheesy μήνυμα που έλαβα: Ευτυχισμένο το 200sexy. Αμήν!
Η κα Γ πάντως ήταν μια εντελώς αντισυμβατική φιγούρα. Είχε ένα κατάστημα με είδη λαϊκής τέχνη και κοσμήματα, που για μένα ήταν σαν τη σπηλιά του Αλλαντίν. Αυτό το μικρό μαγαζάκι είχε όλα τα κιτς αντικείμενα για τουρίστες που διασχίζουν μια μικρή παραλιακή πόλη όπως τσαρούχια, κούπες, πιατάκια, κοχύλια μεγάλα και μικρά, σφουγγάρια, καθρέφτες, φωτιστικά με αχιβάδες, βάζα και βαζάκια, σανδάλια, you get the picture. Αλλά είχε και τρομερά ασημένια κοσμήματα, σκουλαρίκια, κρεμαστά , καρφίτσες, πράγματα που με θάμπωναν όσο ήμουν μικρή αλλά και καθώς μεγάλωνα. Από τότε έχω ένα κόλλημα με τα σκουλαρίκια και νομίζω ότι είμαι γυμνή αν δεν φοράω. Είχε και τρομερά κακόγουστα πράγματα βέβαια γιατί η κα Γ. εκτός από μια μορφωμένη και καλόγουστη κυρία ήταν και έμπορος και κάπως έπρεπε να ζήσει. Τότε ήταν η εποχή πριν τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και έρχονταν πολλοί κεντρο-ευρωπαίοι οδικώς. Σταματούσαν στη μικρή μας πόλη και της έδιναν ζωή και χρήμα.
Η κα Γ. είχε σπουδάσει μουσική, είχε διδάξει κιόλας σε Ωδεία στην Αθήνα. Αλλά τα είχε παρατήσει όταν έφυγε. Εμένα ήταν ο φόβος και ο τρόμος μου. Τότε είχα αρχίσει να μαθαίνω κιθάρα, (φαεινής ιδέα του μπαμπά μου που πίστευε σε rounded education). Όποτε πήγαινα στο μαγαζί της για να ακούσει τις ασκήσεις σολφέζ, άκουγα τον εξάψαλμο και μετά έπαιρνε τηλέφωνο το μπαμπά μου και του έλεγε, «Να το σταματήσεις το παιδί, είναι φάλτσο, είναι ανεπίδεκτο, είναι άμουσο.» Αλλά ο μπαμπάς μου, εκεί, δεν τη άκουγε την αγία αυτή γυναίκα, θα είχαμε γλιτώσει 13 χρόνια μαθημάτων. Αλλά με έκανε και πιο σκληρή. Χρόνια αργότερα όταν ήμουνα στη Β Λυκείου, είχαμε φύγει πια από εκείνη την πόλη αλλά πηγαίναμε που και που για Χριστούγεννα, της έπαιξα κάτι που είχα μάθει καλά. Η κα Γ. είχε μαλακώσει με τα χρόνια, εγώ είχα μάθει πια μερικά πράγματα, και είπε «Έμαθες τελικά, πραγματικά δεν το περίμενα»! Νομίζω ότι μετά από αυτό το κομπλιμέντο, ικανοποιήθηκα τόσο που παράτησα την κιθάρα. Την ξαναέπιασα φέτος, 12 χρόνια μετά για να παίξω στη γιορτή του σχολείου Χριστουγεννιάτικα τραγούδια.
Τώρα που είναι Χριστούγεννα τη θυμάμαι πολύ έντονα. Οργάνωνε τρομερές Χριστουγεννιάτικες γιορτές, μαγικές. Μία τη θυμάμαι τόσο καθαρά και με τόση γλύκα σαν να έγινε πέρσι. Είχαμε πάει στο σπίτι της με τους βαθιούς καναπέδες, το πιάνο και ένα σωρό αντικείμενα από ταξίδια στο εξωτερικό. Τότε ζούσε και ο πατέρας της ακόμη, άλλη εξωτική φιγούρα για μένα, ζωγράφος. Η τραπεζαρία ήταν κλειστή για μας, γιατί ήθελε να τα ετοιμάσει όλα και μετά να τα δούμε. Όταν επιτέλους άνοιξαν τα φύλλα της πόρτας ήταν μια μαγεία, ένα παραμύθι. Γαλοπούλα, με γέμιση, και κάστανα, στο κέντρο, διάφορα άλλα παράξενα φαγητά γύρω γύρω, σερβίτσια πορσελάνινα, και ψηλά ποτήρια του κρασιού, η Χριστουγεννιάτικη διακόσμηση, μουσική και δώρα στο πιάτο του καθενός. Ο αδερφός μου κι εγώ θα ήμασταν τότε 4 και 6 χρονών αντίστοιχα. Εκείνη δεν τα πήγαινε και πολύ καλά με τα μικρά, μας φέρονταν σαν να ήμασταν μεγάλοι και απαιτούσε ανάλογη συμπεριφορά από εμάς. Όχι γκρίνιες, δεν τρώω αυτό, δε μου αρέσει εκείνο! Αλλά επειδή τη φοβόμαστε λίγο, φερόμασταν όσο καλύτερα μπορούσαμε. Τα δώρα που μας έκανε ήταν παράξενα, καμιά σχέση με Barbie και Nintendo. Μας χάριζε βραχιολάκια, παιχνίδια από άλλες χώρες, μεγάλα κοχύλια για να ακούμε τη θάλασσα, επιτραπέζια, σκουφιά για τα χιόνια, στολίδια για το δέντρο και άλλα τέτοια. Η γιορτή γινόταν την παραμονή και όταν πια εμείς τα μικρά είχαμε κουραστεί παίρναμε κι ένα υπνάκο σε κάτι καναπέδες με φλοκάτες.
Το φαγητό γενικά ήταν κεντρικό στη ζωή αυτής της γυναίκας και φαινόταν στην εμφάνιση της. Κοντούλα και χοντρούλα δεν έχανε όμως και την τάση της να περιποιείται τον εαυτό της, να βάφει μέχρι τέλους τα μαλλιά της και να φοράει μεγάλα κολιέ που καμιά φορά σκέπαζαν τους λεκέδες από λαδιές στη μπλούζα της.
Η ασύγκριτη κα Γ. σόκαρε και με άλλους τρόπους τη μικρή κοινωνία αφού συζούσε εδώ και χρόνια με το συνεταίρο της στο μαγαζί. Εκείνος πολύ νεώτερος της ψηλός και αδύνατος, ένας απλός άνθρωπος που γνωρίστηκε με τη Γ. και έμεινε κοντά της μέχρι τέλους, χωρίς δεσμεύσεις και τυπικά.
Τότε όλα μου φαίνονταν μυστηριώδη, τώρα καταλαβαίνω τι γεμάτη ζωή έζησε και πόσο επηρέασε κι έμενα. Μακάρι κι εγώ να βρω το θάρρος να ζω έτσι παλικαρίσια, σαν Γυναίκα με γάμα κεφαλαίο!
Καλή χρονιά σε όλους, κι ένα cheesy μήνυμα που έλαβα: Ευτυχισμένο το 200sexy. Αμήν!
Subscribe to:
Posts (Atom)